Φουντώνουν οι ψίθυροι για τον διευθύνοντα σύμβουλο της ΕΤΕ, λόγω του χαμηλού τιμήματος που θα δοθεί το πιο ακριβό περιουσιακό στοιχείο της τράπεζας
Το δεύτερο, εθνικό, οικονομικό έγκλημα που συντελείται αυτή την περίοδο, μετά το πλιάτσικο στην Πειραιώς Financial Holding, είναι η πώληση του 90% της Εθνικής Ασφαλιστικής στο αμερικανικό fund CVC Capital. Αύριο συγκαλείται η έκτακτη γενική συνέλευση των μετόχων της Εθνικής Τράπεζας για να εγκρίνει την πώληση της μεγαλύτερης εγχώριας ασφαλιστικής εταιρίας της χώρας.
Ήδη οι γκρίνιες και οι ψίθυροι στο Μέγαρο Μαξίμου έχουν πυκνώσει για τον διευθύνοντα σύμβουλο της Εθνικής Τράπεζας Παύλο Μυλωνά, λόγω του χαμηλού τιμήματος που θα δοθεί το πιο ακριβό περιουσιακό στοιχείο της Εθνικής Τράπεζας.
Η Εθνική Τράπεζα θα πωλήσει στην Ethniki Holdings Sarl το όχημα ειδικού σκοπού που συνέστησε στο Λουξεμβούργο η CVC, το 100% των μετοχών της Εθνικής Ασφαλιστικής, αντί 385.000.000 ευρώ. Εν συνεχεία, θα αγοράσει το 9,99% της Ethniki Holdings, αντί 38.500.000 ευρώ.
Επομένως, το καθαρό τίμημα για το 90,01% ανέρχεται σε 346.500.000 ευρώ. Εξ αυτών, τα 221.500.000 ευρώ θα καταβληθούν άμεσα από τη CVC, μέσω της Ethniki Holdings. Τα υπόλοιπα 125.000.000 ευρώ θα δοθούν στο τέλος της πενταετίας και υπό την προϋπόθεση ότι το ύψος των επιλέξιμων ιδίων κεφαλαίων ή ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας της Εθνικής Ασφαλιστικής δεν θα είναι κατά την ημερομηνία ολοκλήρωσης της συναλλαγής χαμηλότερος από τον στόχο που προβλέπει το business plan της εταιρίας.
Ωστόσο, το μεγάλο ερώτημα είναι μπορεί ένα εθνικό περιουσιακό στοιχείο αξίας 1,2 δισ. ευρώ να πωλείται σχεδόν 260.000.000 και αυτά να δίνονται… δανεικά από τον ίδιο τον πωλητή; Και όταν ο «αξιόπιστος» αγοραστής έχει έδρα σε συνεργείο αυτοκινήτων στα σχεδόν άγνωστα νησιά της Μάγχης για να μην έχει ευρωπαϊκές υποχρεώσεις; Στην περίπτωση της Εθνικής Ασφαλιστικής γίνεται.
Όσα καταγγέλλουν στη «δημοκρατία» άνθρωποι που παρακολουθούν από κοντά τη διαδικασία πώλησης και εργαζόμενοι στην Εθνική Ασφαλιστική ξεπερνούν κάθε φαντασία. Για το πόσο αναίτια ζημιώνεται η πολύπαθη Εθνική Τράπεζα και για μια διαδικασία που ολοκληρώθηκε άρον άρον μέσα στην πανδημία, χωρίς να υπάρχει τέτοια πίεση. Τέσσερα χρόνια περίμενε η Ε.Ε., τώρα δεν μπορούσε να περιμένει μερικούς μήνες ακόμη;