Δικαίωμα αίτησης συνταξιοδότησης χωρίς διακοπή της μισθωτής ή επαγγελματικής δραστηριότηταςΡεπορτάζ
Νάσος Χατζητσάκος
Τη δυνατότητα να συνεχίζουν την απασχόληση μετά την υποβολή αίτησης συνταξιοδότησης, χωρίς να διακόψουν την επαγγελματική ή μισθωτή δραστηριότητα (εφόσον το επιθυμούν), αλλά με τις προβλεπόμενες «ποινές» επί της σύνταξης, δίνει στους ελεύθερους επαγγελματίες και τους μισθωτούς το νέο νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας. Παράλληλα, με το σχέδιο νόμου θεσμοθετείται η δυνατότητα διαγραφής οφειλών «εύλογης αμφιβολίας» (προερχόμενα από την υποχρέωση -ή μη- παράλληλης ασφάλισης σε δύο ή περισσότερα Ταμεία).
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, το οποίο κατατέθηκε χθες στη Βουλή, οι ασφαλισμένοι οι οποίοι, κατά την έναρξη χορήγησης της σύνταξης, συνεχίζουν την απασχόλησή τους ως μισθωτοί ή μη διέπονται από τις διατάξεις περί απασχόλησης συνταξιούχων. Στις περιπτώσεις αυτές, μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου, δεν θα απαιτείται η διακοπή της επαγγελματικής δραστηριότητας (η συνέχιση της απασχόλησης θα δηλώνεται στην αίτηση συνταξιοδότησης).
Φυσικά, σε περίπτωση κατά την οποία ο συνταξιούχος απασχολείται ως μισθωτός ή ως ελεύθερος επαγγελματίας, η σύνταξη θα καταβάλλεται μειωμένη κατά 60% (ειδικά για τους συνταξιοδοτούμενους του τ. ΟΓΑ το μέτρο θα εφαρμοστεί από το 2019).
Επίσης, με βάση το νέο νομοσχέδιο, η καταβολή της σύνταξης θα γίνεται από την πρώτη του επόμενου μήνα υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης και, αντίστοιχα, στο τέλος του μήνα κατά τον οποίο επέρχεται ο θάνατος του συνταξιούχου. Ειδικά για τον τ. ΟΓΑ, για την εγγραφή στα Μητρώα Ασφαλισμένων του ΕΦΚΑ (Κλάδος Κύριας Ασφάλισης Αγροτών) καθορίζεται ότι θα υποβάλλεται Απογραφικό Δελτίο, το οποίο επέχει θέση αίτησης υπεύθυνης δήλωσης του ν. 1599/1986.
Σβήσιμο χρεών
Με το ίδιο νομοσχέδιο καθορίζεται ότι «βεβαιωμένες ή μη οφειλές προς Ταμεία ή Δημόσιο, οι οποίες δημιουργήθηκαν λόγω “εύλογης αμφιβολίας” ως προς την υποχρέωση υπαγωγής ή μη στην παράλληλη ασφάλιση δύο ή περισσότερων φορέων ασφάλισης ή του Δημοσίου για το χρονικό διάστημα έως 31 Δεκεμβρίου 2016, δύναται να διαγράφονται ή να απαλλάσσονται τυχόν επιβληθέντων πρόσθετων τελών, τόκων και προσαυξήσεων». Η εύλογη αμφιβολία αποδεικνύεται ενδεικτικά από την ύπαρξη: α) δικαστικής απόφασης υπέρ οφειλέτη, β) αντίθετων δικαστικών αποφάσεων επί του ίδιου νομικού θέματος, γ) προηγούμενης μακρόχρονης πρακτικής της διοίκησης, δ) διαφορετικών οδηγιών και ε) πλήρους ασφάλισης από απασχόληση κατά την ίδια χρονική περίοδο, για την οποία έχουν καταλογιστεί εισφορές.
Στο ίδιο πλαίσιο, οφειλές προς Ταμεία οι οποίες καταλογίστηκαν σε ΟΤΑ (σε συνέχεια δικαστικών αποφάσεων, που έκριναν ότι απασχολούμενοι σε προγράμματα απόκτησης εργασιακής εμπειρίας σχολικοί φύλακες υπάγονται στην πλήρη ασφάλιση των φορέων αυτών) απαλλάσσονται από τους πρόσθετους τόκους, τις προσαυξήσεις και τις επιβαρύνσεις.
Η ρύθμιση εφαρμόζεται αναλόγως για βεβαιωμένες ή μη οφειλές προς ασφαλιστικούς φορείς, οι οποίες καταλογίστηκαν σε εκκλησιαστικά ΝΠΔΔ που τελούσαν σε εύλογη αμφιβολία.
«Εκπτωση» έως 70% στα πρόστιμα
Τη δυνατότητα μείωσης των προστίμων από 30% έως 70% σε εργοδότες οι οποίοι απασχολούν αδήλωτους εργαζομένους προωθεί το νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας.
Ο επιθεωρητής Εργασίας που θα διαπιστώνει τη μη αναγραφή εργαζομένου σε πίνακα προσωπικού θα επιβάλλει στον εργοδότη πρόστιμο 10.500 ευρώ για κάθε αδήλωτο απασχολούμενο.
Σε περίπτωση υποτροπής, η οποία θα διαπιστώνεται εντός τριών ετών από τον πρώτο έλεγχο, το πρόστιμο θα επιβάλλεται προσαυξημένο: α) κατά 100% για την πρώτη μετά την αρχική παράβαση και β) κατά 200% για κάθε μεταγενέστερη παράβαση.
Ωστόσο, αν εντός 10 εργάσιμων ημερών από την ημέρα του ελέγχου ο εργοδότης προσλάβει τον αδήλωτο εργαζόμενο, τότε το πρόστιμο θα μειώνεται:
α) στα 7.000 ευρώ, με σύμβαση διάρκειας τουλάχιστον 3 μηνών,
β) στα 5.000 ευρώ, για πρόσληψη τουλάχιστον έξι μηνών και
γ) στα 3.000 ευρώ, για πρόσληψη τουλάχιστον ενός έτους.
Επίσης, καθορίζεται ότι κάθε πρόσωπο που αναθέτει την εκτέλεση έργου σε εργολάβο θα ευθύνεται το ίδιο (με τον εργολάβο) για οφειλόμενες αποδοχές, εισφορές και τυχόν αποζημιώσεις.
Τρία μέτρα για τους ανέργους
Τρεις αλλαγές θετικού χαρακτήρα συμπεριλαμβάνονται στο νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας για τους ανέργους.
Συγκεκριμένα, διευρύνεται η έννοια του όρου «αφερέγγυος εργοδότης» για τη χορήγηση του υφιστάμενου επιδόματος αφερεγγυότητας του εργοδότη, που χορηγεί ο ΟΑΕΔ, σε περισσότερους εργαζομένους. Ως αφερέγγυος, βάσει του σχεδίου νόμου, θα θεωρείται «κάθε εργοδότης που η επιχείρησή του τέθηκε κατά τον νόμο σε συλλογική διαδικασία κατά της περιουσίας του για την ικανοποίηση των πιστωτών του».
Στο πλαίσιο αυτό, καθορίζεται ότι εφεξής σκοπός του «λογαριασμού προστασίας εργαζομένων από την αφερεγγυότητα του εργοδότη» είναι η πληρωμή ανεξόφλητων, λόγω αφερεγγυότητας του εργοδότη, αποδοχών μέχρι τριών μηνών, που προέρχονται από σύμβαση ή σχέση εξαρτημένης εργασίας και εμπίπτουν στο χρονικό διάστημα έξι μηνών, που προηγείται της υποβολής της αίτησης ή της δήλωσης για κήρυξη της πτώχευσης (εφόσον εκδοθεί απόφαση που κηρύσσει τον εργοδότη σε πτώχευση) ή διαπιστωθεί ότι η επιχείρηση έκλεισε οριστικά και ότι, λόγω ανεπάρκειας του ενεργητικού, δεν δικαιολογείται η έναρξη διαδικασίας πτωχεύσεως».
Επίσης, βάσει του νομοσχεδίου, καθορίζεται ότι από την ψήφισή του η εφάπαξ οικονομική ενίσχυση μέχρι 1.000 ευρώ, που χορηγείται σε επιδοτούμενους ή μη ανέργους που δοκιμάζονται ιδιαίτερα από οικονομική ή άλλη αιτία, είναι αφορολόγητη, ανεκχώρητη και ακατάσχετη στα χέρια του Δημοσίου ή τρίτων, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης αντίθετης διάταξης, δεν δεσμεύεται και δεν συμψηφίζεται με βεβαιωμένα χρέη προς την Εφορία και το υπόλοιπο Δημόσιο, τα Ταμεία ή τα πιστωτικά ιδρύματα, και δεν υπολογίζεται στα εισοδηματικά όρια».
Παράλληλα, προσδιορίζεται ότι ο άνεργος διατηρεί την ιδιότητα του «ανέργου» ακόμη και αν παρακολουθεί πρόγραμμα εκπαίδευσης ή επαγγελματικής κατάρτισης.