Με μία κοινή εκτίμηση ότι «ο χρόνος που έχουν στη διάθεσή τους εξαντλείται» φέρεται να αντιμετωπίζει ο πρώην πρωθυπουργός κ. Κώστας Καραμανλής τους δύο πρωταγωνιστές της πολιτικής ζωής, τον πρωθυπουργό κ. Αλέξη Τσίπρα και τον επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης κ. Αντώνη Σαμαρά.
Από το γραφείο της Παναγή Κυριακού, το οποίο καθημερινά γίνεται τόπος επίσκεψης πολιτικών, της κεντροδεξιάς και όχι μόνον, δημοσιογράφων αλλά και στελεχών της αγοράς και του ακαδημαϊκού χώρου, ο κ. Καραμανλής παρακολουθεί τις εξελίξεις, χωρίς να κρύβει την ανησυχία του. Ειδικά, η κυβερνητική αβελτηρία ως προς την ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης μοιάζει να προβληματίζει τον πρώην πρωθυπουργό. Ο ίδιος φέρεται σε συνομιλητές του να επισημαίνει ότι δεν υπάρχει άλλη επιλογή από την κατάληξη σε συμφωνία με τους εταίρους, επισημαίνοντας ότι η κυβέρνηση μακραίνει κατά πολύ τον χρόνο, αποδυναμώνοντας εν τέλει και τη δική της θέση, καθώς βρίσκεται, πλέον, αντιμέτωπη με τη μέγγενη που συγκροτούν οι απαιτήσεις εκ μέρους των πιστωτών και η εξάντληση των ταμειακών διαθεσίμων.
Ωστόσο, η κριτική του κ. Καραμανλή ως προς τα πρώτα δείγματα της κυβέρνησης Τσίπρα, δεν περιορίζεται στο πεδίο των διαπραγματεύσεων, κι αυτό παρά το γεγονός ότι διατηρεί τη θετική του άποψη για τις επικοινωνιακές και πολιτικές ικανότητες του κ. Τσίπρα. Ο ίδιος διαπιστώνει πολλά προβλήματα και σε -μη «μνημονιακά»- πεδία, όπως ενδεικτικά η δικαιοσύνη, το μεταναστευτικό, η εκπαίδευση. «Η πιο ισχυρή κυβέρνηση ενός πρωθυπουργού είναι η πρώτη, αυτή που συγκροτεί αμέσως μετά την εκλογική του νίκη όταν είναι πανίσχυρος» συνηθίζει να λέει ο κ. Καραμανλής και οι συνομιλητές του αποκομίζουν την εντύπωση ότι αυτό, προφανώς, δεν ισχύει για την κυβέρνηση Τσίπρα. Δεν είναι τυχαίο ότι η επιλογή του «καραμανλικού» κ. Δημήτρη Παπαγγελόπουλου (σ.σ. ο οποίος φέρεται να διατηρεί και προσωπικές σχέσεις με την οικογένεια Τσίπρα) σε ρόλο υφυπουργού στο υπ. Δικαιοσύνης ερμηνεύτηκε από πολλούς ως παράγων εξισορρόπησης προς τον υπουργό κ. Νικ. Παπασκευόπουλο εν όψει των πολλών ανοικτών ζητημάτων στον τομέα της Δικαιοσύνης.
Οσοι περνούν από το γραφείο του πρώην πρωθυπουργού καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι θεωρεί αναπόδραστη εξέλιξη την υπογραφή μιας νέας συμφωνίας, δεν εκτιμά ως δεδομένη μία αναταραχή -τουλάχιστον μείζονος χαρακτήρα- στο εσωτερικό της κυβέρνησης και, συνεπώς, μοιάζει να αποστασιοποιείται από τα σενάρια περί «αριστερής παρένθεσης».
Περίοδος χάριτος
Αντίστοιχη στάση αποστασιοποίησης τηρεί και για τα εσωκομματικά, αν και όσοι τον συναντούν εκτιμούν ότι και ο ίδιος πλέον εκτιμά ότι η περίοδος χάριτος που ζήτησε και είχε μέχρι σήμερα ο πρόεδρος της Ν.Δ. δεν είναι ανεξάντλητη. Ο ίδιος παραμένει αμετακίνητος στις πιέσεις που δέχεται να αναλάβει πρωτοβουλίες στο εσωκομματικό πεδίο, δεν έχει μεταβάλλει άποψη για τη δική του μη εμπλοκή και ενεργοποίηση, σε πρωταγωνιστικό ρόλο ενώ, προφανώς, έχει σαφή εικόνα για το σύνολο των στελεχών του κόμματος.
Δεν αποκλείεται, όπως τουλάχιστον εκτιμούν αρκετοί, η διάθεση μη εμπλοκής του να εντείνεται και από την αίσθηση… αδιεξόδου που εκπέμπει το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας. Και τούτο διότι, στο καραμανλικό -και όχι μόνον- στρατόπεδο υπάρχει εδραία πεποίθηση ότι ο κ. Αντ. Σαμαράς ουδεμία διάθεση έχει να εγκαταλείψει τον προεδρικό θώκο της Συγγρού, εκτονώνοντας την πίεση. Την ίδια ώρα, εκ των εμφανιζόμενων ως επιγόνων άγνωστο είναι αν κάποιος συγκεντρώνει ισχυρή δυναμική. Ο κ. Καραμανλής συνηθίζει να αναφέρεται στον… αχό της κοινωνίας όταν μιλάει για τους ηγέτες, ανεξαρτήτως κόμματος. Κι ενώ οι συνομιλητές του αποκομίζουν την εντύπωση ότι έχει άριστη εικόνα για την ανησυχία και την απογοήτευση στη βάση του κόμματος, εισπράττουν, επίσης, την εκτίμηση ότι δεν υπάρχει λαϊκό κύμα υπέρ κάποιου εκ των «επιγόνων», είτε αυτοί είναι, και προσωπικοί του, φίλοι, είτε στελέχη με τα οποία ο ίδιος συνεργάστηκε στενά την περίοδο 2004-2009, είτε «νέοι» στο εσωκομματικό παίγνιο.
Κατά την άποψη του κ. Καραμανλή αυτό που προέχει των εσωκομματικών είναι, προφανώς, η ολοκλήρωση της συμφωνίας μεταξύ Αθήνας και εταίρων, προκειμένου να επιστρέψει στη χώρα η αίσθηση της ομαλής και ευθύγραμμης πορείας και να ανασάνει η οικονομία. Ο ίδιος ο κ. Καραμανλής χαρακτηρίζει αδιανόητο να μην υπάρξει συμφωνία, με ό,τι μία τέτοια εξέλιξη θα συνεπαγόταν.
πηγή: kathimerini.gr