Ο πιθανός συμβιβασμός προκαλεί τριβές στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ και διεργασίες σε όλα τα άλλα κόμματα
Οριζόντια κινητικότητα σε όλο το πολιτικό φάσμα προκαλούν τα δεδομένα που διαμορφώνονται στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές. Τα σενάρια για τις παρενέργειες μιας πιθανής ρήξης έδωσαν ήδη τη θέση τους στις συζητήσεις για τις επιπτώσεις από τη συμφωνία που άρχισε να διαφαίνεται ύστερα από την τελευταία κοινή δήλωση του Αλέξη Τσίπρα με τον Ζαν Κλοντ Γιούνκερ. Στην πρώτη περίπτωση, το βασικό ερώτημα ήταν αν θα μπορούσε η σημερινή κυβέρνηση να διαχειριστεί μόνη της μια ενδεχόμενη σύγκρουση στο εξωτερικό ή αυτό θα γεννούσε πολιτικές εξελίξεις στο εσωτερικό και πιθανόν ένα νέο «οικουμενικό» σχήμα έκτακτων συνθηκών. Τώρα οι προβληματισμοί έχουν μετατοπιστεί και αφορούν την αναδιάταξη που μπορεί να επιφέρει στον κομματικό χάρτη και στις πολιτικές ισορροπίες η επίτευξη συμβιβασμού.
Αν και καθοριστικό ρόλο, τουλάχιστον από επικοινωνιακής πλευράς, θα έχει η τελική αποτύπωση της συμφωνίας και των μέτρων που θα περιλαμβάνει, όλα δείχνουν ότι το κύριο πεδίο μάχης θα αποτελέσει η Βουλή. Ανάλογα με το πώς θα φανεί ότι διαμορφώνονται οι συσχετισμοί, θα εξαρτηθούν και οι επόμενες κινήσεις. Παρά τη ρητορική που είχε αναπτυχθεί το προηγούμενο διάστημα κυρίως στο πλαίσιο των διαπραγματευτικών κινήσεων, το χαρτί των εκλογών έχει αποδυναμωθεί, όπως και του δημοψηφίσματος. Μολονότι συνεχίζουν να υπάρχουν εισηγήσεις κυρίως για το δεύτερο, με το επιχείρημα ότι έτσι η συμφωνία θα αποκτήσει λαϊκή νομιμοποίηση, στο κυβερνητικό επιτελείο οι δεύτερες σκέψεις που επικρατούν είναι αρκετά ισχυρές. Πιο κοντά στην πραγματικότητα βρίσκονται πάντως όσοι αντιλαμβάνονται ότι και τα δύο ενδεχόμενα διατηρούνται ανοιχτά, εν είδει απειλής, προκειμένου να καμφθούν πρωτίστως οι εσωτερικές διαφωνίες στον ΣΥΡΙΖΑ.
Οι αντιδράσεις κινούνται κατά βάση σε δύο επίπεδα. Το ένα είναι οι κομματικές οργανώσεις, στις οποίες κυριαρχεί πολιτικά και σε πολλές περιπτώσεις οργανωτικά η Αριστερή Πλατφόρμα υπό τον Π. Λαφαζάνη.
Αναβρασμός
Ηδη τις τελευταίες ημέρες επικρατεί, κατά τις πληροφορίες, αναβρασμός και η πίεση προς τους βουλευτές της τάσης (περίπου 30-40) και τους υπουργούς αυτής της πτέρυγας είναι τεράστια. Εχουν πραγματοποιηθεί μάλιστα και κλειστές συσκέψεις για το πώς θα αντιμετωπιστεί η κατάσταση χωρίς να λείπουν και οι φωνές που υποστήριξαν ότι «είναι καλύτερα να παραιτηθούν οι υπουργοί μας από την κυβέρνηση παρά να υπογράψουν μια τέτοια συμφωνία». Οσοι γνωρίζουν, όμως, πώς σκέφτεται και δρα ο κ. Λαφαζάνης -πολιτικό παιδί του Χαρ. Φλωράκη, έχοντας ήδη χρεωθεί μια διάσπαση- στοιχηματίζουν ότι δεν πρόκειται, όσο κι αν ανεβάζει φραστικά τους τόνους, να πάρει στην παρούσα φάση το κόστος μιας σύγκρουσης με τον κ. Τσίπρα. Γνωρίζει αφενός καλά ότι οι κοινωνικοί συσχετισμοί δεν τον ευνοούν και αφετέρου ότι από μια αναμέτρηση θα έβγαινε χαμένος και θα κινδύνευε να βρεθεί στο περιθώριο. Από την άλλη πλευρά, όμως, έχει ανάγκη να διατηρήσει το εσωκομματικό ακροατήριο και τους μηχανισμούς του που αντιμετωπίζουν τα πράγματα με μεγάλη καχυποψία. Θα χρειαστούν επομένως πολλές ακροβασίες για να δικαιολογηθεί η αποδοχή της συμφωνίας παρά τις διαφωνίες. Τα δύο βασικά επιχειρήματα που καλλιεργούνται ήδη εσωτερικά είναι, πρώτον, ότι δεν πρέπει η αριστερή πτέρυγα, που αποτελεί και την καρδιά του ΣΥΡΙΖΑ, να χρεωθεί τη διάσπαση και να τον «χαρίσει» στον κ. Τσίπρα και, δεύτερον, ότι τυχόν καταψήφιση θα έδινε το άλλοθι στην ηγεσία για να απευθυνθεί σε άλλες δυνάμεις προς τα δεξιά, συμπεριλαμβανομένων και βουλευτών της Ν.Δ., για να τη στηρίξουν.
Το δεύτερο επίπεδο αντιδράσεων, αν και αριθμητικά περιορισμένο, μπορεί να αποδειχθεί πιο σοβαρό. Πρόκειται για τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που πρόσκεινται στις αριστερίστικες συνιστώσες του και, όπως καταγράφονται, είναι έξι που επηρεάζονται από το μέλος της Πολιτικής Γραμματείας Ρούντι Ρινάλντι και τρεις από τον Αντώνη Νταβανέλο, ενώ τη δεκάδα συμπληρώνει ο βουλευτής Καστοριάς Βασίλης Διαμαντόπουλος. Εχοντας υπόψη αυτούς τους συσχετισμούς, το Μαξίμου διαμηνύει ότι, αν είναι διψήφιος ο αριθμός των διαφωνούντων, τότε δεν αποκλείονται ακόμη και οι εκλογές (που θα γίνουν με λίστα). Αλλωστε, η πλειοψηφία των 162 εδρών που διαθέτει η κυβέρνηση στη Βουλή δεν αντέχει εκ των πραγμάτων πολλές διαρροές.
Πολιτικά οι αριστεριστές του ΣΥΡΙΖΑ, πάντως, εξετάζουν το ενδεχόμενο να διαχωρίσουν τη θέση τους και να επιχειρήσουν τη συγκρότηση ενός «νεοαντιμνημονιακού» σχήματος μαζί με άλλες κινήσεις της Αριστεράς, αξιοποιώντας και εσωτερικές (άγνωστες) διεργασίες, που, σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες, βρίσκονται σε εξέλιξη αυτή την περίοδο από μια νέα γενιά στελεχών στο ΚΚΕ.
Απαλλαγή
Μια τέτοια εξέλιξη εκτιμάται ότι στην πραγματικότητα θα διευκόλυνε τον κ. Τσίπρα, καθώς θα ήταν μια πρώτη κίνηση απαλλαγής από τα θεωρούμενα «βαρίδια» του ΣΥΡΙΖΑ που έχουν ενστάσεις και για άλλους τομείς της κυβερνητικής πολιτικής. Γενικότερα, θα τον βοηθούσε να επισφραγίσει τη μετατόπισή του προς πιο κεντροαριστερές θέσεις, όπως είναι και το σχέδιό του, προκειμένου να μην αποδειχθεί παρένθεση στην πολιτική ζωή. Βέβαια, στην παρούσα φάση, που χαρακτηρίζεται από πολλά στοιχεία μεταβατικότητας και κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει τι φωτιά μπορεί να προκαλέσει μια σπίθα, δεν είναι βέβαιο ποια πολιτική δυναμική θα διαμόρφωνε ένα σκηνικό διαρροών, έστω και αυτής της μορφής, από την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο, μάλιστα, ότι το Ποτάμι του Σταύρου Θεοδωράκη ετοιμάζεται να υπερψηφίσει τη συμφωνία διεκδικώντας να αποτελέσει εφεδρεία κυβερνητικού συμμάχου, στη βάση του «πάση θυσία στο ευρώ», κατά το αμέσως προσεχές μέλλον. Το άφησε καθαρά να εννοηθεί και ο ίδιος ο κ. Θεοδωράκης, εγκωμιάζοντας προσωπικά τον κ. Τσίπρα και αποκηρύσσοντας τα σενάρια σύμπραξης με τους κ. Σαμαρά και Βενιζέλο. Οι 17 βουλευτές του αρκούν για να καλύψουν πολλές απώλειες, αν και το θέμα είναι πώς θα επιτευχθεί συνύπαρξη με τους ΑΝ.ΕΛ., εκ μέρους των οποίων ο Π. Καμμένος αποκλείει (τουλάχιστον έως τώρα) μια τέτοια συγκατοίκηση.
Από τις διεργασίες αυτές επηρεάζονται και τα δρώμενα στη Ν.Δ., η οποία θα καθορίσει τη στάση της, όπως όλα δείχνουν, απέναντι στη νέα συμφωνία με βάση εσωκομματικές προτεραιότητες. Στο περιβάλλον του κ. Σαμαρά υπάρχουν αρκετοί που θεωρούν ότι αυτή είναι μια ευκαιρία για «ξεκαθάρισμα» του τοπίου, προκειμένου να διατηρηθεί ο έλεγχος της Ν.Δ., ακόμη και με το κόστος της διάσπασης ή των διαγραφών. Η άποψη που αναπτύσσεται είναι ότι η Ν.Δ. πρέπει να καταψηφίσει τη συμφωνία με το επιχείρημα ότι «είναι χειρότερη και από το e-mail Χαρδούβελη». Εκτιμάται ότι έτσι θα έρθουν σε δύσκολη θέση οι πάσης απόχρωσης εσωκομματικοί αμφισβητίες του κ. Σαμαρά, οι οποίοι θα πρέπει είτε να πειθαρχήσουν (επιτρέποντάς του να εμφανιστεί κυρίαρχος) είτε να διαφοροποιηθούν, οδηγώντας τα πράγματα σε ρήξη. Από την άλλη πλευρά, ο πρόεδρος της Ν.Δ. (ο οποίος γνωρίζει ότι μετά το κλείσιμο της συμφωνίας το εσωκομματικό θέμα θα τεθεί πάλι επί τάπητος) αντιμετωπίζει τον κίνδυνο να κατηγορηθεί, σε περίπτωση αρνητικής ψήφου, ότι επιδεικνύει ασυνέπεια και υποκρισία -σε σχέση με τις προηγούμενες δηλώσεις υπέρ της ανάγκης συμφωνίας για να μην οδηγηθεί η χώρα στα βράχια-, προκειμένου να διατηρήσει την καρέκλα του αρχηγού. Ούτως ή άλλως, η μορφή της αντιπολίτευσης που θα κάνει η Ν.Δ., μετά την υπογραφή της συμφωνίας, θα αποτελέσει βασικό συστατικό για τις διεργασίες και τις νέες τάσεις που θα διαμορφωθούν στους κόλπους της.
Δεν είναι μικρότερες οι αναταράξεις στο (πολύ μικρότερο) ΠΑΣΟΚ. Ο Ευάγγελος Βενιζέλος, μιλώντας ήδη για Μνημόνιο 3, έσπευσε να δώσει γραμμή καταψήφισης της συμφωνίας. Με τα μέχρι στιγμής δεδομένα, όμως, αυτό δεν φαίνεται ότι καλύπτει όλα τα στελέχη και τους βουλευτές, την ώρα μάλιστα που εκκρεμεί η εκλογή νέας ηγεσίας. Επί παραδείγματι, η Φώφη Γεννηματά και ο Κώστας Σκανδαλίδης, που προσβλέπουν σε μια σύμπλευση με τον ΣΥΡΙΖΑ, δεν εμφανίζονται αρνητικοί και θεωρούν ότι το ΠΑΣΟΚ πρέπει να τηρήσει μια πιο ήπια στάση και ενδεχομένως να μην καταψηφίσει (ακόμη κι αν δεν ψηφίσει) τη συμφωνία. Με την αριθμητική συρρίκνωση των βουλευτών στους 13, δεν αποκλείεται το θέμα αυτό να λειτουργήσει και ως καταλύτης για την πλήρη διάλυσή του και την υποκατάστασή του από δύο νέα εγχειρήματα, από τον πάλαι ποτέ ευρύτερο χώρο, με διαφορετικούς όμως προσανατολισμούς.
Ανδρέας Καψαμπέλης