Τι συνέβη στη χώρα από την αποφράδα ημέρα όταν ο τότε πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου ανακοίνωσε από το Καστελόριζο ότι θα προσφύγει στον μηχανισμό στήριξης ευρωζώνης – ΔΝΤ. Πώς το χρέος, παρά τα άγρια μέτρα, αντί να μειωθεί, αυξήθηκε ακόμα και ονομαστικά
Στην απώλεια του 24% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) της χώρας μας, στην εκτίναξη της ανεργίας στο εφιαλτικό ποσοστό του 26,5% και στην εξαΰλωση περισσότερων από 50 δισ. ευρώ από το διαθέσιμο εισόδημα των ελληνικών νοικοκυριών οδήγησε η μνημονιακή λαίλαπα την τελευταία πενταετία.
Μέσα στα πέντε χρόνια, που συμπληρώθηκαν την περασμένη Πέμπτη από την αποφράδα ημέρα όταν ο τότε πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου ανακοίνωσε με φόντο το απάνεμο λιμανάκι του Καστελόριζου ότι η Ελλάδα θα προσφύγει στον μηχανισμό στήριξης ευρωζώνης – Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), η θύελλα των περικοπών μισθών, συντάξεων και επιδομάτων, οι αλλεπάλληλες φοροεπιδρομές και οι επιπτώσεις των δύο αυτών παραμέτρων γονάτισαν την ελληνική οικονομία και τους πολίτες. Και αυτό συνέβη παρότι η χώρα έλαβε δάνεια συνολικού ύψους 240 δισ. ευρώ, ενώ μεσολάβησε και το «κούρεμα» του χρέους που κατείχε ο ιδιωτικός τομέας (PSI), με το οποίο υποτίθεται ότι διεγράφησαν 105 δισ. ευρώ χρέους, αλλά τελικά τα μόνα που επετεύχθησαν ήταν η διάσωση των ξένων τραπεζών και η κατάρρευση των ασφαλιστικών ταμείων και άλλων φορέων, καθώς και των μικροομολογιούχων. Επιπλέον, ενώ η εξαιρετικά επώδυνη δημοσιονομική προσαρμογή ξεκίνησε με στόχο να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα του δημόσιου χρέους, τελικά αυτό αντί να μειωθεί, αυξήθηκε κατά 16 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2009! Πολύ πιο εντυπωσιακή ήταν, βεβαίως, η αύξηση του χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ εξαιτίας της βαθιάς ύφεσης.
Μέτρα 64 δισ. ευρώ
Την περίοδο 2010-2014 ελήφθησαν μέτρα λιτότητας συνολικού ύψους 63 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 31,8 δισ. ευρώ αφορούσαν περικοπές δαπανών (μισθοί, συντάξεις, κοινωνικά επιδόματα κ.λπ.) και τα 31,2 δισ. ευρώ πρόσθετους φόρους. Ετσι, το δημοσιονομικό έλλειμμα του 15,6% του ΑΕΠ και το πρωτογενές έλλειμμα των 24 δισ. ευρώ το 2009 μετετράπησαν αντιστοίχως πέρυσι σε έλλειμμα 3,5% του ΑΕΠ και σε πρωτογενές πλεόνασμα 716.000.000 ευρώ. Ομως, η δημοσιονομική προσαρμογή γονάτισε τους πολίτες και την πραγματική οικονομία.
Μια ματιά σε μερικά βασικά οικονομικά μεγέθη, όπως αποτυπώνονται στα επίσημα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛ.ΣΤΑΤ.), αρκεί για να αντιληφθεί κανείς τις επιπτώσεις των μνημονιακών πολιτικών. Ειδικότερα:
Χρέος: Το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης έφθασε το 2009 τα 301,006 δισ. ευρώ. Παρότι ο δανεισμός από την ευρωζώνη και το ΔΝΤ έγινε με πιο ευνοϊκά επιτόκια σε σχέση με τις αγορές, ενώ ακολούθησαν το PSI και μια πρώτη μείωση των επιτοκίων των δανείων της ευρωζώνης προς τη χώρα μας το 2012, το χρέος κατέληξε στα 317,094 δισ. ευρώ στο τέλος της περσινής χρονιάς. Είχε προηγηθεί ο περιορισμός του στα 304,714 δισ. ευρώ το 2012 λόγω του PSI, αλλά ακολούθησε νέα αύξηση στα 319,178 δισ. ευρώ το 2013. Ως ποσοστό του ΑΕΠ, το χρέος ξεκίνησε από το 126,8% το 2009 και απογειώθηκε στο 177,1% πέρυσι.
ΑΕΠ: Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) κατακρημνίστηκε κατά 24% την περίοδο 2010-2014. Τέτοιας έκτασης ύφεση μόνο σε συνθήκες πολέμου έχει εκδηλωθεί διεθνώς και, όπως είναι προφανές, είναι εξαιρετικά δύσκολο να αντιμετωπιστούν οι συνέπειές της και να αναστραφεί το κλίμα με ταχείς ρυθμούς. Σε αγοραίες τιμές το ΑΕΠ της χώρας μας ανερχόταν στα 237,431 δισ. ευρώ το 2009 και πέρυσι συρρικνώθηκε στα 179,081 δισ. ευρώ. Μέσα σε μια πενταετία, δηλαδή, επιστρέψαμε στα επίπεδα του 2003, όταν το ΑΕΠ έφθανε τα 178,571 δισ. ευρώ. Μόνο η περσινή χρονιά έκλεισε με ισχνή ανάκαμψη κατά 0,8%, με βάση τις τιμές αναφοράς του 2010, οι οποίες λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό της εξέλιξης του ΑΕΠ. Είχε προηγηθεί συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 5,4% το 2010, κατά 8,9% το 2011, κατά 6,6% το 2012 και κατά 3,9% το 2013. Μάλιστα, η βαριά σκιά της ύφεσης κάλυψε την ελληνική οικονομία πριν από τα Μνημόνια, σύμφωνα με την ΕΛ.ΣΤΑΤ., καθώς ήδη από το 2008 είχαμε ύφεση της τάξεως του 0,4% και το 2009 το ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά 4,4%.
Μάριος Ροζάκος
2.529.000 έφτασαν οι πολίτες που δεν έχουν πλέον τα βασικά
Διαθέσιμο εισόδημα και φτώχεια: Την τετραετία 2010-2013 τα ελληνικά νοικοκυριά έχασαν συνολικά από το εισόδημά τους 48,4 δισ. ευρώ, ενώ το μέγεθος αυτό έγινε ακόμα πιο εφιαλτικό, προφανώς ύστερα και από την περσινή χρονιά, για την οποία όμως η ΕΛ.ΣΤΑΤ. ακόμα δεν έχει ανακοινώσει τα σχετικά στοιχεία. Ενδεικτικά, το 2013 έκλεισε με απώλειες ύψους 14 δισ. ευρώ για το εισόδημα των νοικοκυριών, το οποίο περιορίστηκε έτσι στα 122,2 δισ. ευρώ το 2013, έναντι 136,2 δισ. ευρώ το 2012, καταγράφοντας μείωση κατά 10,2%. Οι νέες αυτές απώλειες οφείλονταν κατά 10,7% στη μείωση των αποδοχών και κατά 12,3% στη μείωση των κοινωνικών παροχών (συντάξεις και επιδόματα που εισπράττουν τα νοικοκυριά). Οσο το εισόδημα συμπιεζόταν τόσο μειωνόταν φυσικά και η τελική καταναλωτική δαπάνη των νοικοκυριών, που περιορίστηκε κατά 4,8 δισ. ευρώ το 2013 και διαμορφώθηκε στα 129,9 δισ. ευρώ, από 134,7 δισ. ευρώ έναν χρόνο νωρίτερα. Παράλληλα περιοριζόταν η αποταμιευτική βάση των Ελλήνων, οι οποίοι αναγκάστηκαν να αντλήσουν χρήματα από τις οικονομίες τους, ώστε να πληρώσουν φόρους, χαράτσια και άλλες υποχρεώσεις. Το 2013 το ποσοστό της αποταμίευσης (η ακαθάριστη αποταμίευση προς το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα) διαμορφώθηκε στο -6,2% το 2013, από +1,1% το 2012.
Υπ’ αυτές τις συνθήκες, το ένα τέταρτο των Ελλήνων πολιτών εξωθήθηκε σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Το 2013 (το αφορούν τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ.) το 20,3% του πληθυσμού ζούσε σε συνθήκες «υλικής στέρησης», δηλαδή στερούνταν ακόμα και είδη διατροφής ή δεν διέθετε επαρκή θέρμανση! Επίσης, το ποσοστό του πληθυσμού που βρισκόταν σε κίνδυνο φτώχειας έφθασε το 23,1% στην Ελλάδα, αντιστοιχώντας σε 2.529.000 ανθρώπους και δίνοντας στη χώρα μας θλιβερή πρωτιά μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Αν ληφθεί υπόψη και ο κίνδυνος του κοινωνικού αποκλεισμού, το παραπάνω ποσοστό εκτοξεύεται στο 35,7% και αφορά 3.904.000 ανθρώπους, αποτελώντας τη δεύτερη χειρότερη επίδοση στην Ε.Ε. μετά τη Βουλγαρία, όπου το αντίστοιχο ποσοστό φθάνει το 48%. Ανατριχιαστικά είναι επίσης τα ποσοστά της παιδικής φτώχειας (άτομα έως 17 ετών), που φθάνει το 28,8%, και της φτώχειας στις μονογονικές οικογένειες, που ανέρχεται στο 37%!
Το τέρας της ανεργίας κατάπιε 1.340.000 θύματα κάθε ηλικίας
Ανεργία: Ανεξέλεγκτη ήταν η αύξηση της ανεργίας από τη στιγμή που η Ελλάδα μπήκε στο βαθύ τούνελ των Μνημονίων. Τα υφεσιακά μέτρα που ελήφθησαν, ο ασφυκτικός περιορισμός της ρευστότητας, το κλείσιμο της στρόφιγγας του τραπεζικού δανεισμού ήταν τρεις από τους βασικούς παράγοντες που ανήγαγαν την ανεργία σε υπ’ αριθμόν ένα κοινωνικό πρόβλημα με αλυσιδωτές επιπτώσεις. Από το 9,6% το 2009 σκαρφάλωσε στο 12,7% το 2010, ακόμα ψηλότερα στο 17,9% το 2011, εκτοξεύθηκε στο 24,4% το 2012 και έκανε νέο άλμα στο 27,5% το 2013. Η περσινή μικρή υποχώρηση στο 26,5% προφανώς δεν αρκεί για να προκαλέσει ανακούφιση. Σε απόλυτους αριθμούς, οι άνεργοι έφθασαν τα 1.340.000 άτομα ύστερα από πέντε χρόνια Μνημονίων, ενώ τον Απρίλιο του 2010 ήταν 604.600 άτομα.
Η δραστική μείωση των μισθών χάριν της περιβόητης ανταγωνιστικότητας είναι σαφές ότι δεν συνέβαλε ούτε στην αντιμετώπιση της ανεργίας ούτε σε σημαντική αύξηση των εξαγωγών. Αξίζει να σημειωθεί ότι το μοναδιαίο κόστος εργασίας, δηλαδή πόσο κοστίζει κατά μέσο όρο η παραγωγή ενός προϊόντος, ψαλιδίστηκε κατά 0,2% το 2011, μειώθηκε κατά 3,3% το 2012, κατακρημνίστηκε περαιτέρω κατά 7% το 2013 και περιορίστηκε ξανά κατά 1,6% το 2014.
Το ισοζύγιο
Οσον αφορά το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών (αποτυπώνει τις εισπράξεις από την πώληση εμπορευμάτων, τις εξαγωγές καυσίμων και πλοίων, τις ταξιδιωτικές, μεταφορικές και λοιπές υπηρεσίες, τους μισθούς και άλλα έσοδα της ελληνικής οικονομίας σε σύγκριση με τις αντίστοιχες δαπάνες της οικονομίας), κατέστη μεν πλεονασματικό από το 2013, αλλά μόνο οριακά. Το 2009 το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών παρουσίαζε έλλειμμα της τάξεως του 11,2% του ΑΕΠ και γύρισε σε ισχνό πλεόνασμα 0,6% του ΑΕΠ το 2013 και 0,9% του ΑΕΠ το 2014.
Οι απεγνωσμένοι αυτοκτονούν (ο ένας μετά τον άλλον) αλλά πια δεν καταγράφονται!
Σε διαρκώς ανοδική πορεία βρίσκονται οι αυτοκτονίες στη χώρα μας τα χρόνια της κρίσης, κάτι που μόνο τυχαίο δεν πρέπει να θεωρείται, αφού οι στατιστικές στην πλειονότητά τους καταγράφουν ότι σε συντριπτικό βαθμό όσοι οδηγούνται στο απονενοημένο διάβημα είναι είτε άνεργοι είτε επαγγελματίες που έχουν υποστεί σοβαρή οικονομική καταστροφή στις επιχειρήσεις τους. Η απόγνωση λοιπόν κυρίως οδηγεί τους Ελληνες στην αυτοχειρία, που τείνει να γίνει καθημερινή είδηση την τελευταία πενταετία, όταν από την άλλη οι Αρχές έχουν πάψει να καταγράφουν τους θανάτους από αυτοκτονίες, ίσως και με μια λογική του τύπου ότι η άγνοια καλύπτει το πρόβλημα… Σύμφωνα με τα τελευταία επίσημα στατιστικά στοιχεία που είχαν διαβιβαστεί στη Βουλή πριν από δύο χρόνια από την ΕΛ.ΣΤΑΤ. και σύμφωνα με τα δελτία των ληξιαρχείων της χώρας και τις ιατροδικαστικές υπηρεσίες, είχαν καταγραφεί πανελλαδικά 1.245 αυτοκτονίες την τριετία 2009-2011. Οι εκτιμήσεις, ωστόσο, έκαναν λόγο ακόμα και για τριπλάσιο αριθμό. Από την άλλη, πρόσφατη έρευνα που δημοσιεύτηκε από ειδικούς της Ελλάδας (Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας) και της Βρετανίας αποδεικνύει ότι τα «μνημονιακά» έτη 2011-2012 υπήρξε αύξηση 35% στις αυτοκτονίες σε σχέση με την περίοδο έως το 2010, κυρίως λόγω της αύξησης της ανεργίας. Ενδεικτικό επίσης είναι το γεγονός ότι μόνο μέσα στο 2014 η Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος έχει αποτρέψει 261 ανθρώπους από την αυτοκτονία! Το μείζον, επομένως, είναι η Πολιτεία να αντιληφθεί τόσο το μέγεθος του προβλήματος όσο και την ανάγκη επίσημης καταγραφής του.
Θοδωρής Παναγιωτίδης
Η πλήρης καταστροφή της υγείας με περικοπές ακόμα στα φάρμακα
Ο ευαίσθητος χώρος της Υγείας ήταν από τους πρώτους που δέχτηκε επίθεση στα χρόνια του Μνημονίου, γι’ αυτό κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος. Δεν είναι τυχαίο ότι από το 2010, όταν η κρίση έδειξε τα «δόντια» της, το ΕΣΥ στέρεψε από ρευστό, με συνέπεια τα φαρμακεία και οι αποθήκες των νοσοκομείων να αρχίσουν να αδειάζουν. Ετσι πολύ σύντομα τα δημόσια νοσοκομεία ξέμειναν από φάρμακα και αναλώσιμα υλικά (π.χ. γάντια, γάζες, καθετήρες, οινόπνευμα). Παράλληλα υπήρξαν και θεραπευτήρια που -κάποιες ημέρες- δεν είχαν τρόφιμα και έδιναν σούπες χωρίς κρέας, κοτόπουλο ή ψάρι στους ασθενείς.
Την ίδια ώρα οι εργαζόμενοι (γιατροί, νοσηλευτές, διοικητικοί κ.λπ.) είδαν τους μισθούς τους να μειώνονται έως και 52%, ενώ μέχρι σήμερα δεν έχουν πληρωθεί τις περσινές εφημερίες τους. Ειδικότερα, η δημόσια δαπάνη για τα έξοδα των νοσοκομείων του ΕΣΥ το 2009 ήταν 2,9 δισ., το 2013 κατέβηκε στα 1,6 δισ., το 2014 ήταν 1,45 δισ., ενώ για φέτος είναι 1,18 δισ. ευρώ. Παράλληλα η φαρμακευτική δαπάνη για το 2015 είναι 2 δισ. ευρώ, όπως και το 2014, έναντι 2,37 δισ. που ήταν το 2013. Σημειώνεται ότι και η συμμετοχή των ασφαλισμένων στα φάρμακα έχει αυξηθεί τα τελευταία πέντε χρόνια έως και 25%, με συνέπεια οι χρόνια πάσχοντες να πληρώνουν μηνιαίως 50,60 και 90 ευρώ για τα φάρμακά τους.
Ρίτα Μελά