Ερμήνευσε τραγούδια για την ξενιτιά και την ποιμενική ζωή, ενώ με τη μελωδική φωνή του ύμνησε τις όμορφες Γιαννιωτοπούλες, τα περήφανα Τζουμέρκα, αλλά και τόσα ακόμη γραφικά μέρη της ελληνικής υπαίθρου.
Το «αηδόνι της Ηπείρου», ο σπουδαίος ερμηνευτής της δημοτικής παράδοσής μας Αλέκος Κιτσάκης, έφυγε από τη ζωή χθες, σε ηλικία 81 ετών, κάνοντας φτωχότερο το ελληνικό δημοτικό τραγούδι.
Το τελευταίο διάστημα νοσηλευόταν στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ιωαννίνων, αφού αντιμετώπιζε χρόνια προβλήματα υγείας. Η κηδεία του θα γίνει αύριο, στον Αγιο Νικόλαο Κοπάνων, στα Ιωάννινα.
Από τους σημαντικότερους τραγουδιστές της χώρας μας, ο οποίος μετρούσε στο πλούσιο βιογραφικό του περίπου 2.500 τραγούδια, ο Αλέκος Κιτσάκης γεννήθηκε στο Ριζοβούνι της Πρέβεζας το 1934. Εμεινε ορφανός από τα δύο χρόνια του, και γι’ αυτό υιοθετήθηκε από τον θείο του. Οπως είχε δηλώσει και ο ίδιος σε παλαιότερη συνέντευξή του, πέρασε δύσκολα και φτωχικά χρόνια. «Παρακαλούσα τον Θεό να μου δώσει κι εμένα ένα ζευγάρι παπούτσια για να βάλω μέσα τα ποδαράκια μου» είχε πει μιλώντας για τα πρώτα χρόνια του στο χωριό. Παρ’ όλα αυτά, ο μικρός «Αλέξης» -όπως τον αποκαλούσαν- είχε καταφέρει να ξεχωρίσει με την υπέροχη φωνή του. Το 1946 ήρθε στην Αθήνα και, με παρότρυνση οικείων του, επισκέφθηκε τα γραφεία της Πανηπειρωτικής Ομοσπονδίας.
Μάλιστα, στην πρώτη δημόσια εμφάνισή του -στο πλαίσιο μιας εκδήλωσης της ομοσπονδίας- στο Θέατρο Αλίκη, ο ερμηνευτής τράβηξε το ενδιαφέρον της σπουδαίας ηθοποιού Μαρίκας Κοτοπούλη. Χάρη σ’ εκείνη, ο Κιτσάκης γνώρισε και τη βασίλισσα Φρειδερίκη, η οποία, εντυπωσιασμένη από το ταλέντο του, τον πήρε μαζί της στο παλάτι, όπου έμεινε για μικρό χρονικό διάστημα. «Ημουν το χαϊδεμένο παιδί του βασιλιά Παύλου» είχε πει ο αξέχαστος ερμηνευτής. Μετά τη σύντομη παραμονή του στο παλάτι, πήγε στο Οικοτροφείο Κέρκυρας για να τελειώσει το δημοτικό, ενώ ακολούθησαν το Σκαγιοπούλειο Ορφανοτροφείο και το Ωδείο Πατρών, όπου σπούδασε μουσική.
Το εξαιρετικό φωνητικό ταλέντο του δεν θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητο από τον μεγάλο συνθέτη Μανόλη Καλομοίρη. Με τη βοήθεια εκείνου πήρε υποτροφία στο Εθνικό Ωδείο Αθηνών, ενώ το 1954 ηχογράφησε τα πρώτα τραγούδια του.
Οι μεγάλες επιτυχίες που τον έκαναν γνωστό σε όλη την Ελλάδα ήταν το «Οι κλέφτες», το «Πάμε στο λόγγο για ξύλα, μωρ’ Λένη», και φυσικά το μοναδικό «Ασπρο τριαντάφυλλο κρατώ». Καθένα από αυτά έκανε πάνω από 500.000 πωλήσεις. Ακολούθησαν τα «Αγάπη, ξημέρωσε, φεύγω», τα «Τζουμέρκα μου περήφανα», αλλά και το «Στης Πάργας τον ανήφορο». Βέβαια, η εξαίσια φωνή του ερμήνευσε και κλασικά τραγούδια του δημοτικού ρεπερτορίου, όπως τα «Δεν μπορώ, μανούλα μου», «Γιάννη μου, το μαντίλι σου», καθώς και πολλά ακόμη.
Στις συνεργασίες του περιλαμβάνονται ονόματα όπως η Καίτη Γκρέι, η Μαρινέλλα, η Ρίτα Σακελλαρίου, η Τζένη Βάνου, ο Βασίλης Σούκας, αλλά και ο Στέλιος Καζαντζίδης, με τον οποίο συνδέονταν με βαθιά φιλία. Είχε δώσει συναυλίες σε ολόκληρο τον πλανήτη, σε κάθε γωνιά του κόσμου όπου υπήρχε Ελληνισμός. Μάλιστα, σε μια ιστορική εμφάνισή του του το 1983 στην Αυστραλία, ο Αλέκος Κιτσάκης είχε συγκεντρώσει 120.000 θεατές. Η ομιλία του Κωνσταντίνου Καραμανλή, μία χρονιά νωρίτερα, είχε μαζέψει μόλις 70.000 ανθρώπους!
Κλονίστηκε η υγεία του το 2005
Ο αξέχαστος ερμηνευτής και φανατικός οπαδός της ποδοσφαιρικής ομάδας του ΠΑΣ Γιάννινα (είχε ερμηνεύσει και τον ύμνο της ομάδας) Αλέκος Κιτσάκης, το 2005, αντιμετώπισε σοβαρό πρόβλημα υγείας. Επειτα από επίσκεψη στο προεδρικό μέγαρο για να πει τα κάλαντα στον Ηπειρώτη φίλο του, τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κάρολο Παπούλια, έπαθε έμφραγμα και εγκεφαλικό. Τότε είχε υποβληθεί σε πολύωρη επέμβαση και είχε ανακάμψει. Ηταν παντρεμένος με την Κατερίνα και έχουν έναν γιο, τον Κωνσταντίνο.
Γιώτα Βαζούρα