Γκολ εσείς, σέντρα εμείς. Καλά ως εδώ, τι γίνεται όμως όταν το φαινόμενο πολλαπλασιάζεται; Τι γίνεται όταν, ενώ η επίθεση βγάζει φωτιές, η άμυνα είναι τρύπια; Και, εν τέλει, ποιος (αλλά και πώς) από τους τρεις ισχυρούς του φετινού πρωταθλήματος μπορεί να κυριαρχήσει όταν και στους τρεις (ΠΑΟΚ, Ολυμπιακός, Παναθηναϊκός) συμβαίνει το ίδιο;
Γιατί η επίθεση μπορεί να κόβει εισιτήρια, αλλά η άμυνα είναι που δίνει τους τίτλους…
Η ανωτέρω ρήση είναι γνωστή στον κόσμο του ποδοσφαίρου και η Τούμπα δεν μπορεί να αποτελεί εξαίρεση. Ο ΠΑΟΚ είναι στην κορυφή της βαθμολογίας, η πορεία του ξεπερνά και την πλέον αισιόδοξη φαντασία αλλά, για να μείνει εκεί, θα πρέπει να κλείσει τις τρύπες που εμφανίζει στα μετόπισθεν και οι οποίες απειλούν τον μεγάλο στόχο της χρονιάς: την κατάκτηση του τίτλου.
Η απόκτηση ενός στόπερ αποτελεί διακαή πόθο από το ξεκίνημα της περιόδου. Το καλοκαίρι υπογραμμίστηκε, μπήκε στο τραπέζι, καταρτίστηκε λίστα με υποψήφιους μεταγραφικούς στόχους αλλά έμεινε όνειρο θερινής νυκτός. Αγνωστο γιατί, ο Αγγελος Αναστασιάδης δεν επέμεινε κι έτσι ο ΠΑΟΚ μπήκε στον μαραθώνιο του πρωταθλήματος, αλλά και στις ευρωπαϊκές του υποχρεώσεις με εμφανή αδυναμία στο κέντρο της άμυνας.
Για να μπαλώσει το κενό ο 61χρονος τεχνικός κατέφυγε σε ποδοσφαιρικές αλχημείες, επιστράτευσε όσους μπορούσε κι έκανε την ανάγκη φιλοτιμία για να βαφτίσει στόπερ δύο μπακ! Τον Γιώργο Τζαβέλλα και τον Γιάννη Σκόνδρα. Κι όταν ξέμεινε κι από αυτούς, δεν δίστασε να διατάξει οπισθοχώρηση στον διεθνή μέσο Αλέξανδρο Τζιώλη! Ολοι τους λύσεις ανάγκης, που θέλουν αλλά δεν μπορούν να ενσαρκώσουν τον ρόλο, με αποτέλεσμα ο ΠΑΟΚ να δέχεται αστεία γκολ ιδιαίτερα στην κόντρα επίθεση κι από το κέντρο της άμυνας. Η έκταση του σκορ (4-2) στην ήττα που γνώρισε στην Ξάνθη αποδίδεται στην αργή αμυντική γραμμή που απέναντι σε γρήγορους επιθετικούς ή στην αντεπίθεση αντιμετωπίζει χτυπητά προβλήματα.
Με δεδομένο ότι ο μοναδικός καθαρόαιμος στόπερ που απέμεινε είναι ο Βίτορ -ο Κατσικάς παραμένει στα πιτς μετά τον τραυματισμό του- η ανάγκη για ενίσχυση γίνεται επιτακτική.
Ο Αναστασιάδης έχει ψηλά στη μεταγραφική λίστα τον Φερνάντο Ουσέρο του Αστέρα Τρίπολης, που όμως αγωνίζεται στη μεσαία γραμμή ως αμυντικό χαφ. Εάν η άμυνα ξεκινάει από την επίθεση, τότε μπορεί να αποτελέσει μια πρώτη λύση. Χρειάζονται όμως κι άλλες.
Στον Ολυμπιακό τα αμυντικά προβλήματά του -και δη στο κέντρο των μετόπισθεν- είναι περισσότερα από ποτέ εφέτος (αλλά και για τα τελευταία χρόνια)! Η «ερυθρόλευκη» άμυνα μπάζει από παντού και τίποτα δεν μπορεί να βελτιωθεί όσο δεν υπάρχει ο παίκτης-ηγέτης να τη διευθύνει και να καλύψει τα κενά. Το πράγμα χειροτερεύει, βέβαια, αν αναλογιστεί κανείς ότι στα πλάγια της άμυνας του Ολυμπιακού υπάρχουν παίκτες καλοί (πολύ καλοί) μεν, αλλά που ξεχνούν να επιστρέψουν και να μαρκάρουν (ποδοσφαιριστές απόλυτα επιθετικογενείς).
Το κέντρο άμυνας του Ολυμπιακού πέρυσι παρουσιάστηκε «δεμένο» με τον Μαρκάνο στην ενδεκάδα, μετά την επιστροφή του στην «ερυθρόλευκη» ομάδα. Η αμυντική λειτουργία βεβαίως των «ερυθρολεύκων» είχε τεθεί σε απόλυτα θετικούς ρυθμούς, με Μανωλά και Σιόβα. Αποτέλεσμα; Ο Ολυμπιακός να αντιπαρέλθει τα προβλήματα και να καταφέρει να κόψει πρώτος το νήμα αποθεώνοντας κάποιους αμυντικούς του.
Τη φετινή περίοδο το πράγμα φάνηκε να δυσκολεύει. Εφυγαν ο Μανωλάς με τον Χολέμπας και ο Ολυμπιακός αναζήτησε -αλλά δεν βρήκε- λύσεις για την άμυνά του. Ο Μποτία, που αποκτήθηκε για να «μπαλώσει» τρύπες και να κάνει τη διαφορά, αποδείχθηκε ανεπαρκής, παρά την εντυπωσιακή φυσική του κατάσταση. Ο Σιόβας παράλληλα, μετά τον τραυματισμό του, δείχνει να είναι μακριά από τον καλό του εαυτό και απομένει ο νεαρός Αυλωνίτης να δώσει λύσεις. Τι να καταφέρει μόνος του ο μικρός;
Πάμε στον μεγάλο Αμπιντάλ. Αυτός θα μπορούσε να αποτελέσει την ιδανική λύση για το κέντρο άμυνας του Ολυμπιακού -παρότι αργός, λόγω ηλικίας, στις επιστροφές του-, όμως αποδείχθηκε κατώτερος των προσδοκιών και αποχωρεί. Το πρόβλημα παραμένει και δεν είναι εύκολο να λυθεί, ωστόσο, την τρέχουσα μεταγραφική περίοδο ευκαιρίες υπάρχουν. Μπορεί ο Ολυμπιακός να σώσει την παρτίδα.
Ο Μπρούνο Αλβες, ο 32χρονος κεντρικός αμυντικός της Φενέρμπαχτσε, που παραμένει πρώτος στόχος των «ερυθρολεύκων», ίσως και να μπορέσει να αποδειχθεί ιδανική περίπτωση (λύση) για τον Ολυμπιακό και να αναδειχθεί στον ηγέτη της άμυνάς του, κάτι που τόσο μεγάλη ανάγκη έχει.
Μόνο σε τέσσερις αγώνες δεν μάτωσε το «τριφύλλι»
Από εκεί που δεν το περίμεναν στον Παναθηναϊκό βρέθηκαν πρωταγωνιστές του ποδοσφαιρικού μαραθωνίου και άρχισαν να σκέπτονται για τα καλά πώς μπορούν να ενισχύσουν την ομάδα τους, στο πλαίσιο της διεκδίκησης του τίτλου.
Γνωρίζοντας πολύ καλά ότι τα πάντα ξεκινούν από την άμυνα, οι «πράσινοι» εργάζονται πολύ σ’ αυτόν τον τομέα, στοχεύοντας στην ενίσχυση των μετόπισθεν, μιας άμυνας που δεν πείθει σε καμία περίπτωση.
Τι κι αν βγαίνουν «καθαρά» κάποια παιχνίδια, αυτό που όλοι βλέπουν είναι ότι ο Παναθηναϊκός υποφέρει στο κέντρο άμυνάς του απ’ όπου δέχεται γκολ σε ρυθμό, ενίοτε, «παιδικής χαράς»! Σε τέσσερις μόνο συναντήσεις στο πρωτάθλημα η «πράσινη» άμυνα δεν έχει δεχθεί γκολ.
Το πρόβλημα λοιπόν είναι μεγάλο σ’ αυτόν τον τομέα (και) για τον Παναθηναϊκό, που αναζητεί λύσεις την τρέχουσα μεταγραφική περίοδο. Το όνομα του Χουάνμα, 32χρονου αριστεροπόδαρου στόπερ της Νουμάνθια, «παίζει» ιδιαίτερα αυτές τις ημέρες, στο πλαίσιο της αναζήτησης ενός κεντρικού αμυντικού να μπαλώσει τις τρύπες – που είναι πολλές. Δίπλα στον Χουάνμα «ποστάρουν» ήδη ο 27χρονος αριστεροπόδαρος, επίσης στόπερ της Παρτιζάν, Βόισλαβ Στάνκοβιτς (μένει ελεύθερος δτο τέλος του χρόνου, ενώ τον θέλει και η Μπέτις) και ο 30χρονος Ουρουγουανός κεντρικός αμυντικός της Βερόνα Γκιγιέρμο Ροντρίγκες.
Η εμμονή των ανθρώπων του Παναθηναϊκού για στόπερ δεν είναι τυχαία, αφού ο Γκόρντον Σίλντενφελντ δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα συνεχίσει και μετά το καλοκαίρι (που λήγει ο δανεισμός του από την Ντιναμό Μόσχας, από την οποία μένει και ελεύθερος). Ηδη τον «Σίφο» έχουν προσεγγίσει η Μπορντό και η Ντιναμό Ζάγκρεμπ). Για το υπόλοιπο της σεζόν όμως η ανάγκη είναι επιτακτική στο «πράσινο στρατόπεδο», αφού, όταν λείπει ο Κουτρουμπής -ο πλέον δοκιμασμένος και καταλληλότερος για παρτενέρ του Σίλντενφελντ-, χαλάει η μαγιά. Ο Τριανταφυλλόπουλος είναι επιρρεπής σε λάθη σ’ αυτή τη θέση, ο Ρισβάνης δεν προσφέρεται ως λύση βασικού ακόμη, γι’ αυτό και ενίοτε επιστρατεύεται γι’ αυτόν τον ρόλο ο Μέντες.
Βαγγέλης Μελέκογλου – Γιώργος Μπούζος