Ενα βήμα πιο κοντά στη θεραπεία του καρκίνου των ωοθηκών έκαναν επιστήμονες στην Αυστραλία και την Ινδία, οι οποίοι εντόπισαν βλαστικά κύτταρα του καρκίνου και προέβλεψαν τις πιθανές γενετικές οδούς που ακολουθούν, χρησιμοποιώντας βιοπληροφορική ανάλυση.
Ερευνητές του Queensland University of Technology στην Αυστραλία, σε συνεργασία με συναδέλφους τους από το Εθνικό Κέντρο Κυτταρικών Επιστημών της Ινδίας, πιστεύουν πλέον ότι βρίσκονται κοντά στον εντοπισμό του μηχανισμού, μέσω του οποίου ο ανθρώπινος οργανισμός ρυθμίζει τα βλαστικά κύτταρα του καρκίνου των ωοθηκών, γεγονός που τους επιτρέπει να ελπίζουν στη δημιουργία μιας αποτελεσματικής θεραπείας.
Σύμφωνα με την έρευνά τους, τα μεταστατικά κύτταρα του όγκου στον καρκίνο των ωοθηκών έχουν αναπτύξει αντίσταση στη χημειοθεραπεία που χρησιμοποιείται σήμερα, ενώ, από τη στιγμή που η ασθένεια έχει εξαπλωθεί σε άλλα όργανα στην κοιλιακή χώρα, μία χειρουργική επέμβαση δεν είναι αρκετή για να απομακρύνει όλους τους όγκους από αυτά. «Οι ασθενείς ακολουθούν χημειοθεραπεία, όμως οι όγκοι τελικά αναπτύσσουν αντίσταση και επανέρχονται» είπε η δρ Γινγκ Ντονγκ, ερευνήτρια στη Σχολή Βιοϊατρικών Επιστημών του πανεπιστημίου σε αυστραλιανά μέσα ενημέρωσης. «Το κλειδί για την καταπολέμηση αυτού του τύπου καρκίνου μπορεί να είναι ο εντοπισμός των μοριακών ή γονιδιακών οδών που τον ρυθμίζουν, όπως είναι τα καρκινικά βλαστικά κύτταρα, τα οποία μετατρέπονται και αναπτύσσουν αντίσταση στη χημειοθεραπεία».
Η νέα έρευνα είναι η πρώτη που εντοπίζει βλαστικά κύτταρα του καρκίνου των ωοθηκών, ενώ οι επιστήμονες θα συνεχίσουν χρησιμοποιώντας ένα τρισδιάστατο μοντέλο που ανέπτυξαν για την αναπαράσταση του μικροπεριβάλλοντος του μεταστατικού όγκου, ώστε να μελετήσουν τις αντιδράσεις των καρκινικών κυττάρων στη χημειοθεραπεία, από όγκους που θα αφαιρέσουν από ασθενείς.
Οπως τονίζει η δρ Γινγκ Ντονγκ, ο καρκίνος των ωοθηκών αποκαλείται χαρακτηριστικά «σιωπηλός δολοφόνος», επειδή στις περισσότερες περιπτώσεις, όταν εντοπίζεται, έχει ήδη εξαπλωθεί σε άλλα ζωτικά όργανα μέσω της κοιλιακής χώρας. Μάλιστα, σύμφωνα με την ίδια, το ποσοστό των γυναικών που επιβιώνουν από αυτόν σε διάστημα πέντε ετών μετά τη θεραπεία δεν ξεπερνά το 30%.
Αλεξάνδρα Χυδηριώτη