Στο ανατολικό άκρο της Κρήτης, εκεί όπου οι ελληνικές συχνότητες του ραδιοφώνου μπλέκονται με τις αιγυπτιακές, ένα καλά κρυμμένο μουσικό φεστιβάλ, μοναδικό στο είδος του, εξελίσσεται αυτές τις ημέρες. Στο ψαροχώρι του Μακρύ Γιαλού, 30 χιλιόμετρα ανατολικά της Ιεράπετρας, η ζέστη και το σεληνιακό τοπίο κάνουν τον χρόνο να διαστέλλεται. Ο ήλιος και τα νερά του Λιβυκού Πελάγους είναι αρκετά για να κάνουν τον επισκέπτη να ξεχάσει μέσα σε μια νύχτα από πού ήρθε και τι άφησε πίσω του. Κάπως έτσι, η τυχαία συνάντηση του Νορβηγού Γκούναρ Στρέμσχολμ με το μικρό χωριό κατέληξε σε «δεσμό» που κρατάει χρόνια.
Ο Νορβηγός, που άφησε το Οσλο για να μείνει μόνιμα στην Κρήτη, αποφάσισε ωστόσο ότι η Ελλάδα, εκτός από ήλιο και θάλασσα, πρέπει να εξάγει και ενεργό πολιτισμό. Λάτρης της κλασικής μουσικής ο ίδιος, σκέφτηκε ότι θα μπορούσε να μοιραστεί την αγάπη του για τη μουσική όχι μόνο με τους φίλους του, αλλά και με τους επισκέπτες του νησιού. Αγόρασε από ένα φιλικό ζευγάρι την έπαυλη όπου ζει σήμερα και έβαλε πλώρη για το δικό του όνειρο θερινής νυκτός. Κάθε χρόνο, στα τέλη Ιουνίου, κορυφαίοι σολίστ ερμηνεύουν κλασικούς συνθέτες, υπό το φως των αστεριών, σε ένα Μέγαρο Μουσικής «τσέπης».
«Ηρθα στον Μακρύ Γιαλό για πρώτη φορά το 1979 μαζί με κάποιους φίλους μου από την Αθήνα που είχαν σπίτι εδώ. Αμέσως μαγεύτηκα από την ομορφιά του τόπου. Λίγο αργότερα οι φίλοι μου αποφάσισαν να πουλήσουν την έπαυλη κι έτσι την αγόρασα και αναδιαμόρφωσα τον χώρο» θυμάται ο κ. Στρέμσχολμ και περιγράφει πώς οργάνωσε βήμα βήμα το φεστιβάλ Casa Dei Mezzo. «Μου αρέσει πολύ η κλασική μουσική. Το 2004 φιλοξενούσα έναν φίλο μουσικό και, χωρίς να το πολυσκεφτούμε, προέκυψε κάτι σαν μικρό φεστιβάλ που διήρκεσε δύο μέρες. Το απολαύσαμε όλοι. Ετσι σκέφτηκα να το επαναλάβω δειλά το 2005, με διάρκεια τριών ημερών. Οι τρεις μέρες έγιναν τέσσερις την επόμενη χρονιά και πέντε αργότερα, οπότε τώρα το φεστιβάλ έχει φτάσει να διαρκεί έξι ημέρες, με τη συμμετοχή σπουδαίων σολίστ και επισκεπτών από όλο τον κόσμο» λέει για το ιδιαίτερο δημιούργημά του ο Νορβηγός μαικήνας.
Προτού αγαπήσει τον Μακρύ Γιαλό, ο Γκούναρ Στρέμσχολμ εργαζόταν ως χορευτής στο Λονδίνο και το Οσλο, γεγονός που του διασφάλισε έναν ευρύ κύκλο σημαντικών γνωριμιών στον χώρο της μουσικής. Αλλωστε, η διοργάνωση μουσικού φεστιβάλ δεν ήταν κάτι πρωτόγνωρο για τον ίδιο: «Οσο ζούσα στο Οσλο, οργάνωνα το Risor Festival, ένα μικρό φεστιβάλ με μεγάλη επιτυχία. Σκέφτηκα, λοιπόν, ότι θα μπορούσα να κάνω το ίδιο και στην Κρήτη».
Βιολί και λύρα στο αίθριο «μέγαρο μουσικής»
Ρεσιτάλ ωδή στον Μπετόβεν, στον Βέρντι και τον Πουτσίνι σε παραδοσιακό χωριό της Κρήτης σίγουρα δεν είναι ό,τι πιο συνηθισμένο για τα ελληνικά δεδομένα. Ακόμα εντυπωσιακότερη όμως είναι η «μετάλλαξη» που συμβαίνει στο σπίτι του κ. Στρέμσχολμ προκειμένου να υποδεχτεί τους φιλότεχνους προσκεκλημένους του. Πόρτες και παράθυρα ξηλώνονται, η πισίνα καλύπτεται με ειδική κατασκευή, το σκέπαστρο εξαφανίζεται ως διά μαγείας και μεμιάς η έπαυλη μετατρέπεται σε αίθριο μέγαρο μουσικής. Οι παρεμβάσεις του διοργανωτή καταφέρνουν να χωρέσουν ως και 300 φιλοξενουμένους στο σπίτι. «Ολοι οι χώροι γεμίζουν με νότες και κόσμο. Ακόμα και η κουζίνα!» υποστηρίζει και δηλώνει ενθουσιασμένος που κάθε καλοκαίρι μετατρέπει το σπίτι του σε ναό της μουσικής. Οι πιο τυχεροί βέβαια είναι εκείνοι που, καθισμένοι στους εξωτερικούς χώρους, απολαμβάνουν το ρεσιτάλ κάτω από τον έναστρο ουρανό της Κρήτης. Αγγλοι, Σκανδιναβοί, Γερμανοί, Ιταλοί και σιγά σιγά λίγοι Ελληνες απαρτίζουν το φιλόμουσο κοινό του ιδιαίτερου φεστιβάλ. «Οσοι έρχονται μία φορά συνήθως επιστρέφουν. Οι περισσότεροι επισκέπτες είναι πιστοί στο ραντεβού μας κάθε χρονιά» λέει και παραθέτει με υπερηφάνεια τα ονόματα των καλλιτεχνών που συμμετέχουν στο φεστιβάλ.
«Φέτος έχουμε την τιμή να φιλοξενούμε 20 καλλιτέχνες από όλη την Ευρώπη και χορωδία 25 ατόμων! Ανάμεσα στους υψηλούς προσκεκλημένους μας διακρίνεται η διεθνούς φήμης Νορβηγίδα σοπράνο Isa Katharina Gericke και η μέτζο σοπράνο και σολίστ στην Οπερα της Νορβηγίας Hege Høisæter. Βέβαια, στα 12 συνολικά κοντσέρτα συμμετέχουν και εξαιρετικά ταλαντούχοι Ελληνες μουσικοί» σημειώνει ο διοργανωτής και αναφέρεται στο Trio Nuevo που αποτελείται από τη Χρυσούλα Γεωργάκη, την Ελένη Παπασπύρου και τη Μαρία Κολέτου, ενώ ειδική μνεία κάνει και στη Ζωή Ζηνιώδη, Ελληνίδα συνθέτρια ιδιαιτέρως αγαπητή στη Φλόριντα της Αμερικής. «Επίσης, θα απολαύσουμε παραδοσιακή λύρα από τον Βαγγέλη Βαρδάκη και τους νεαρούς ντόπιους μουσικούς Φοίβο Μαυράκη στην κιθάρα και Μαριάννα Παπαδάκη στο ακορντεόν».
Ρεσιτάλ με αντάλλαγμα καλτσούνια
Η μόνη αμοιβή των μουσικών για τη συμμετοχή τους στο φεστιβάλ δεν είναι άλλη από τη ζεστή φιλοξενία τους στο χωριό και η «γνωριμία» τους με τους κρητικούς μεζέδες. Για τον λόγο αυτό η τιμή του εισιτηρίου παραμένει πολύ προσιτή (10 ευρώ τη βραδιά). «Θα θέλαμε να πληρώνουμε τους μουσικούς, αλλά προς το παρόν δεν υπάρχει αυτή η δυνατότητα γιατί δεν έχουμε ικανούς πόρους. Αναλαμβάνουμε όμως τη διαμονή και τη διατροφή τους, και συνήθως φεύγουν ενθουσιασμένοι» εξηγεί ο κύριος Στρέμσχολμ.
Η αυλαία ανοίγει κάθε χρόνο με συναυλία παραδοσιακής ελληνικής μουσικής στο λιμάνι του χωριού, όπου κάτοικοι και επισκέπτες είναι καλεσμένοι να χορέψουν και να διασκεδάσουν στο καθιερωμένο γλέντι. Οι εκδηλώσεις κορυφώνονται το τελευταίο βράδυ με ένα μεγαλειώδες κοντσέρτο ιταλικής όπερας στο ενετικό μνημείο Casa Dei Mezzo, στο διπλανό χωριό της Ετιάς, από το οποίο έχει εμπνευστεί την ονομασία του φεστιβάλ ο διοργανωτής του.
Κι πιάνο του Παβαρότι
Σημείο-φετίχ του λιλιπούτειου… μεγάρου μουσικής αποτελεί αναμφισβήτητα το διάσημο πιάνο που άλλοτε ανήκε στον μεγάλο τενόρο Λουτσιάνο Παβαρότι προτού περιέλθει στην κατοχή του Γκούναρ Στρέμσχολμ και μετακομίσει στον Μακρύ Γιαλό. «Πρόκειται για τη Ρολς Ρόις των πιάνων» λέει με καμάρι ο ιδιοκτήτης του κι εξηγεί πώς κατέληξε στο χωριό: «Το πιάνο ήταν κλεισμένο σε ένα διαμέρισμα στο Λονδίνο. Κάποτε ο Παβαρότι έγραφε μουσική σε αυτό. Οταν αφιερώθηκε στις περιοδείες, το πιάνο έμεινε αχρησιμοποίητο για περίπου 15 χρόνια. Ενας φίλος μου ήξερε ότι ενδιαφέρομαι, με έφερε σε επαφή και το αγόρασα. Πιο δύσκολο από το να το αποκτήσω πάντως ήταν να το φέρω στον Μακρύ Γιαλό…» λέει χαριτολογώντας.
Περισσότερες πληροφορίες: http://www.casadeimezzo-festival.com
Χρυσάνθη Λαμπροπούλου