Από το 1999 που η νόσος των «τρελών αγελάδων» προκάλεσε σοκ στην παγκόσμια κοινή γνώμη μέχρι τις τελευταίες εβδομάδες που το βακτήριο Ε.coli «σπέρνει» τον θάνατο στη βόρεια Γερμανία, οι καταναλωτές βρίσκονται καθημερινά αντιμέτωποι με τις διατροφικές κρίσεις που «γεννάει» η προσπάθεια της βιομηχανίας τροφίμων να συμπιέσει το κόστος παραγωγής και διακίνησης των προϊόντων της.
Η επιδημία αιμορραγικής γαστρεντερίτιδας, που βρίσκεται σε εξέλιξη, έφερε στο προσκήνιο τους κινδύνους που κρύβει η μαζική παραγωγή τροφίμων, τις αδυναμίες των ελεγκτικών μηχανισμών και τους σύγχρονους διατροφικούς «εφιάλτες» που απειλούν να «προσγειωθούν» στο πιάτο μας τα επόμενα χρόνια. Βαρέα μέταλλα, χρωστικές που βελτιώνουν την όψη των προϊόντων που καταναλώνουμε, διοξίνες, ουσίες που περνούν στα τρόφιμα και στο νερό από τις πλαστικές ή αλουμινένιες συσκευασίες.
«Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η δισφαινόλη Α. Μια χημική ουσία που βρίσκεται στα κουτάκια των αναψυκτικών και σε μπουκάλια των 20 λίτρων που τοποθετούνται συνήθως στον προθάλαμο ιατρείων» λέει ο επίκουρος καθηγητής Χημείας Τροφίμων του Πανεπιστημίου Αθηνών Γιάννης Ζαμπετάκης. Η δισφαινόλη Α χρησιμοποιείται, επίσης, στις κονσέρβες και στα πολυκαρβονικά μπιμπερό και η Ε.Ε. έχει ήδη θέσει σοβαρούς περιορισμούς στη χρήση των πλαστικών ειδών που την περιέχουν.
«Ο μόνος τρόπος να αντιμετωπιστούν οι μεγάλοι διατροφικοί κίνδυνοι είναι η αλλαγή του τρόπου παραγωγής των προϊόντων. Πρέπει να φέρουμε πιο κοντά την παραγωγή και την κατανάλωση. Αν δεν αλλάξουμε νοοτροπία, αν δεν στραφούμε άμεσα σε ήπιες, βιολογικές μεθόδους, η επόμενη διατροφική κρίση μάς περιμένει στη γωνία» αναφέρει ο διευθυντής του ελληνικού γραφείου της Greenpeace Νίκος Χαραλαμπίδης.
«Τρελές αγελάδες»
Η σπογγώδης εγκεφαλοπάθεια των βοοειδών, γνωστή και ως νόσος των «τρελών αγελάδων», έχει προκαλέσει μέχρι σήμερα τον θάνατο δεκάδων ανθρώπων και εκατομμυρίων ζώων. Το θανατηφόρο σύνδρομο, που διαγνώστηκε για πρώτη φορά το 1985 στη Μεγάλη Βρετανία, μεταδόθηκε στις αγελάδες μέσω της μετάλλαξης του μικροοργανισμού prion. Δέκα χρόνια αργότερα εμφανίστηκε μια μορφή σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας του ανθρώπου που οδηγούσε με μαθηματική ακρίβεια στον θάνατο. Μέχρι το 2004, η νόσος «σκότωσε» 141 Βρετανούς, ενώ, προς το παρόν, κανείς δεν μπορεί να προσδιορίσει με ακρίβεια τον αριθμό των θυμάτων, επειδή ο χρόνος επώασης της ασθένειας μπορεί να ξεπεράσει τα 10-20 χρόνια.
Μεταξύ 1999 και 2001 καταγράφηκαν στην Ε.Ε. περισσότερα από 180.000 κρούσματα της νόσου. Η είδηση του εντοπισμού άρρωστου ζώου σε κτηνοτροφική μονάδα της χώρας μας, το καλοκαίρι του 2001, «ταρακούνησε» και τους Ελληνες καταναλωτές. Σημειώνεται ότι η νόσος των «τρελών αγελάδων» «γεννήθηκε» μέσα από την προσπάθεια των κτηνοτροφικών μονάδων να μειώσουν το κόστος διατροφής των βοοειδών, που αντιστοιχεί περίπου στο 50% των δαπανών στη ζωική παραγωγή.
Διοξίνες σε κοτόπουλο, αβγά, χοιρινό
Τον Ιανουάριο του 1999, Βέλγοι πτηνοτρόφοι παρατήρησαν σημαντική μείωση της παραγωγής αβγών από τα πουλερικά τους. Οι αναλύσεις που ακολούθησαν έδειξαν ότι η ζωοτροφή που είχαν χρησιμοποιήσει περιείχε διοξίνη 1.562 φορές πάνω από το ανώτατο επιτρεπτό όριο της Ε.Ε. Εξαιτίας του σκανδάλου, αποσύρθηκαν από την αγορά τρόφιμα και γάλα από το Βέλγιο, την Ολλανδία και άλλες χώρες στις οποίες είχαν διακινηθεί οι επικίνδυνες ζωοτροφές.
Λίγα χρόνια αργότερα, το 2004, ένα νέο σκάνδαλο με διοξίνες σε ζωοτροφές έβαλε λουκέτο σε 162 φάρμες στη Γερμανία, την Ολλανδία και στο Βέλγιο. Το 2008 ανακλήθηκε χοιρινό κρέας από την Ιρλανδία, μολυσμένο με διοξίνη από έλαια μετασχηματιστών ηλεκτρικού ρεύματος. Και τον περασμένο Δεκέμβριο ήρθε στην επιφάνεια ακόμα ένα σκάνδαλο, για χοιρινό και αβγά από τη Γερμανία. Στην τελευταία περίπτωση, μεγάλες ποσότητες ακατάλληλων τροφίμων είχαν ήδη εξαχθεί στη Βρετανία, την Ολλανδία, την Κίνα και τη Νότιο Κορέα, 5.000 χοιροτροφεία και ορνιθοτροφεία έκλεισαν, ενώ οι έλεγχοι που έγιναν αποκάλυψαν ότι η εταιρεία που διακινούσε το μολυσμένο λίπος γνώριζε το πρόβλημα από τον Μάρτιο του 2010.
Ηλιέλαιο με ορυκτέλαιο
Την άνοιξη του 2008, οι Ευρωπαίοι καταναλωτές βρέθηκαν αντιμέτωποι με την αποκάλυψη ότι χιλιάδες τόνοι ακατέργαστου ηλιελαίου, μολυσμένου με ορυκτέλαιο, διακινήθηκαν από την Ουκρανία σε χώρες της Ε.Ε., μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Το ηλιέλαιο μολύνθηκε πιθανότατα κατά τη μεταφορά του με δεξαμενή που προηγουμένως περιείχε παραφινέλαιο. Μόνο στη χώρα μας διακινήθηκαν περισσότεροι από 1.000 τόνοι επικίνδυνου ηλιελαίου, ενώ οι μεγαλύτερες εταιρίες τυποποίησης ελαίων ανακάλεσαν για προληπτικούς λόγους τις «ύποπτες» παρτίδες που είχαν ήδη αρχίσει να διατίθενται στην αγορά.
Το πρώτο «alert» από τη Γαλλία, στις 23 Απριλίου, αναφερόταν απλώς σε μόλυνση του ηλιελαίου από μείγμα κορεσμένων υδρογονανθράκων. Οι αρμόδιες υπηρεσίες έχασαν πολύτιμο χρόνο μέχρι να διαπιστώσουν τι ακριβώς είχε συμβεί και να ζητήσουν την άμεση απόσυρση του δηλητηριασμένου προϊόντος και ακόμα και σήμερα κανείς δεν μπορεί να δώσει σαφείς απαντήσεις για τις «ύποπτες» ποσότητες που κατέληξαν τελικά στο πιάτο μας, μέσω και των τροφίμων που περιέχουν ηλιέλαιο σε μεγάλες ποσότητες (μαγιονέζα, πατατάκια, μαργαρίνες, ταραμάς κ.λπ.).
Γάλα με μελαμίνη
Τον Σεπτέμβριο του 2008 στην Κίνα, έξι παιδιά έχασαν τη ζωή τους και περίπου 300.000 αρρώστησαν επειδή ήπιαν γάλα σε σκόνη, μολυσμένο με μελαμίνη. Πρόκειται για μια άχρωμη κρυσταλλική ουσία που χρησιμοποιείται κυρίως στην παραγωγή πλαστικών και προστέθηκε σε βρεφικό γάλα από 22 βιομηχανίες που ήθελαν να «ενισχύσουν» το προϊόν τους, ώστε να εμφανίζει περισσότερες πρωτεΐνες στις σχετικές αναλύσεις. Από τους ελέγχους που ακολούθησαν διαπιστώθηκε ότι, πριν ξεσπάσει το σκάνδαλο, σχεδόν το 25% των παιδιών κάτω των τριών ετών στο Πεκίνο είχαν καταναλώσει το επικίνδυνο γάλα.
Ποσότητες μελαμίνης εντοπίστηκαν επίσης σε γιαούρτια, παγωτά, καραμέλες, ψωμί, μπισκότα και σοκολάτες. Τα «ύποπτα» κινέζικα προϊόντα αποσύρθηκαν, αλλά λίγους μήνες αργότερα ο «εφιάλτης» επέστρεψε, με τρεις βιομηχανίες γαλακτομικών προϊόντων να χρησιμοποιούν ξανά ως πρώτη ύλη απομεινάρια σκόνης γάλακτος με την επικίνδυνη ουσία. Το τρίτο κρούσμα εμφανίστηκε στα τέλη του περασμένου Απριλίου, όταν η κινεζική αστυνομία προχώρησε στην κατάσχεση 26 τόνων γάλακτος που προορίζονταν για την παρασκευή παγωτού. Εναν μήνα νωρίτερα, τρία παιδιά είχαν πεθάνει από γάλα μολυσμένο με νιτρικό άλας.
Ε.coli – Λαχανικά
Με τις γερμανικές Αρχές να ανακαλύπτουν μόλις πρόσφατα, κι ύστερα από αρκετές εβδομάδες ερευνών, την πηγή της επιδημίας -επρόκειτο για μια συγκεκριμένη παρτίδα φύτρας φασολιών από αγρόκτημα βιολογικών προϊόντων στη βόρεια Γερμανία-, το Ε.coli συνεχίζει να εξελίσσεται σε έναν από τους μεγαλύτερους διατροφικούς «εφιάλτες» των τελευταίων ετών. Εκτός από τη Γερμανία, όπου οι πολίτες έχουν λάβει σαφείς οδηγίες να αποφεύγουν την κατανάλωση ωμής ντομάτας, φρέσκων αγγουριών και φυλλώδους σαλάτας, περιστατικά γαστρεντερίτιδας με ουραιμικό αιμολυτικό σύνδρομο και αιμορραγική διάρροια έχουν καταγραφεί το τελευταίο διάστημα σε άλλες 16 χώρες.
Το βακτήριο Escherichia coli βρίσκεται στο γαστρεντερικό σύστημα όλων των ανθρώπων και των ζώων και συνήθως είναι αβλαβές. Ωστόσο, κάποια στελέχη του μπορούν να παράγουν τοξίνες που προκαλούν αιμορραγική διάρροια και οξεία νεφρική ανεπάρκεια. Μέχρι σήμερα, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας εκτιμά ότι τα επιβεβαιωμένα ή «ύποπτα» κρούσματα της νόσου πλησιάζουν τις 3.500. Η επιδημία «χτυπάει» κυρίως ενηλίκους (80%) και γυναίκες (68%). Βακτήρια όπως το Ε.coli προκάλεσαν στο παρελθόν επιδημίες που ξεκίνησαν από βοδινό κρέας (Ουαλία, 1992) και από χυμούς πορτοκαλιού (Καναδάς, 1999).
Τρόποι προστασίας του καταναλωτή
Απέναντι στους μεγάλους διατροφικούς κινδύνους της εποχής και τα κενά στη λειτουργία του συστήματος ελέγχου των τροφίμων, οι καταναλωτές μπορούν τουλάχιστον να αντιτάξουν την… προσοχή τους και τους συνήθεις κανόνες υγιεινής: Καλό πλύσιμο φρούτων και λαχανικών, βράσιμο των λαχανικών ώστε να εξοντωθούν τα μικρόβια, ξεφλούδισμα των φρούτων, μαγείρεμα του κρέατος σε θερμοκρασία μεγαλύτερη των 70 βαθμών, τακτικός έλεγχος της σωστής λειτουργίας του ψυγείου. «Επίσης, αν αλλοιωθεί το χρώμα ή η μυρωδιά των τροφίμων, τα πετάμε χωρίς δεύτερη σκέψη, δεν χρησιμοποιούμε το ίδιο μαχαίρι ή την ίδια επιφάνεια για ωμό και μαγειρεμένο φαγητό, ό,τι βγαίνει από την κατάψυξη δεν ξαναμπαίνει και ό,τι ζεσταθεί δεν επιστρέφει στο ψυγείο» λέει ο χημικός και επιστημονικός συνεργάτης του Εθνικού Κέντρου Ερευνας Φυσικών Επιστημών «Δημόκριτος», Νίκος Κατσαρός. «Δυστυχώς, το σύστημα ελέγχων νοσεί βαρύτατα και τις περισσότερες φορές ο καταναλωτής είναι απροστάτευτος. Τα παραπάνω μέτρα όμως μπορούν, έως έναν βαθμό, να τον προφυλάξουν από βακτήρια και μικροοργανισμούς».
Γεράσιμος Κόντος