«Οι διαβατές βιαστικοί χωμένοι στα ζεστά πανωφόρια τους τρέχουν να κάνουν τα τελευταία χριστουγεννιάτικα ψώνια και να γυρίζουν στη θαλπωρή του σπιτιού τους, εκεί που στο τζάκι θα τριζοβολούν τα πυρωμένα ξύλα…».
• Από τον Χρήστο Μπολώση
– Τρίχες. Μονολογεί ο Σταμάτης, που έχει καβατζάρει τα 85 και κάθεται στη γνωστή του μόνιμη θέση στο καφενείο, δίπλα στο παράθυρο.
– Το οποίον Σταμάτη; αρωτάει ο Νώντας, ο ιδιοκτήτης του καφενέ.
– Το οποίον φίλε μου σκέβομαι αυτά που γράφανε οι παλιοί δημοσιογράφοι, τέτοιες μέρες, στις εφημερίδες και τα περιοδικά. Τώρα μάγκα μου για να βρεις σπίτι με αναμμένο τζάκι, θα πρέπει να πας στο Μπάντεν Μπάντεν.
– Τι είναι αυτό ρε Σταμάτη;
– Σάματις και ξέρω; Έχει λέει εκεί ένα σπίτι κάποιος αντιδήμαρχος του Μπακογιάννη και στενοχωριέται μπας και δεν μπορέσει τώρα με τον κορονοϊό να πάει εκεί και να κάνει βόλτα με την Άστον Μάρτιν του στο Μπλάκ Φόρεστ. Πώς;
– Τι είναι αυτά ρε; Με δουλεύεις; Άκου Άστον Μάρτιν κι Μπλακ Φόρεστ!
– Άστα ρε Νώντα. Άστα να χαρείς. Τούτες τις μέρες εμένα αλλού τρέχει ο νους μου και όχι στα καραγκιοζιλίκια του ενός και του άλλου.
– Πού ρε και δε μας λες;
Ο Σταμάτης ανακάτεψε τον καφέ για να φύγουν οι ντελβέδες και είπε:
– Στα «Δεκεμβριανά» ρε Νώντα. Τότε που αιματοκυλίστηκε η Αθήνα επειδή το ΚΚΕ, ξέρεις του «δημοκρατικού τόξου», ήθελε να γίνει ντε και καλά εξουσία.
– Εσύ ρε Σταμάτη τα έζησες τα γεγονότα έτσι δεν είναι;
– Εμ βέβαια! Ήμουν τότε 10 – 11 χρονών.
– Για πες μας ρε τι έγινε, γιατί άλλα διαβάζουμε δω και άλλα εκεί.
– Πάλι ρε; Τόσες φορές τα έχω πει.
– Πάλι και πάλι Σταμάτη, είπαν και δυό τρεις άλλοι μαγκαντάσηδες από διπλανά τραπέζια και ζύγωσαν τις καρέκλες τους, καθόσον η «επιστήμη είναι μήτηρ επαναλήψεων».
– Μπερδεμένα τάχετε ρε, αλλά δεν πειράζει.
Κοντά ζύγωσε κι ο Μπάμπης, που ανακατεύεται με τη ΚΝΕ και που όταν κρυολογεί ο Κοτσούμπας, φταρνίζεται αυτός.
– Έλα κι’ εσύ ρε Μπάμπη είπε ο Σταμάτης και ήπιε μια γουλιά ντελβέδες. Το λοιπόν μάγκες δεν θα σας ταλαιπωρήσω πολύ με τα γεγονότα που έγινα στις 3 Δεκεμβρίου του 1944, γιατί είναι μάθημα πολλάκις διδαχθέν. Να θυμηθούμε μόνο ότι το ΚΚΕ είχε ζητήσει άδεια να κάνει συλλαλητήριο στην Πλατεία Συντάγματος. Η αστυνομία το απαγόρευσε, αλλά το ΚΚΕ δεν χαμπαριάζει από τέτοια και από το πρωί άρχισαν να κατεβαίνουν από τις συνοικίες της Αθήνας προς το κέντρο, διαδηλωτές με πανό και χωνιά. Κατά τις 10 ο πρωί, κάνουν μια περατσάδα από το σπίτι του πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου, που βρισκόταν τότε στην Οδό Βασιλίσσης Σοφίας 14, προφανώς όχι για επίσκεψη αβροφροσύνης. Γίνεται κάποιος τζερτζελές πέφτει ένας νεκρός και άντε να βρεις άκρη από τι πήγε ο άνθρωπος.
Κατά την διάρκεια του συλλαλητηρίου το λοιπόν, ακούγονται κάποιοι πυροβολισμοί.
– Οι αστυφύλακες το έριξαν, λέει ο Μπάμπης, που όταν τρώει φασολάδα ο Κουτσούμπας, ξέρετε τι κάνει αυτός…
– Και πού το ξέρεις εσύ ρε Μπάμπη;
– Και στο κόμμα μας το είπαν και το διάβασα.
– Πού το διάβασες ρε;
– Στον «Ριζοσπάστη».
– Μάλιστα. Το λοιπόν συνεχίζομε και μιας και το έθιξε ο Μπάμπης, εγώ ρε να το παραδεχθώ. Ναι οι αστυνομικοί έριξαν πρώτοι διότι εκτίμησαν ότι κινδύνευε και η ζωή τους και το νόμιμο καθεστώς, για το οποίο είχαν υπογράψει οι κομμουνιστές. Οι κομμουνιστές, πού βρήκαν τα όπλα και άρχισε αμέσως κανονικό τουφεκίδι; Διότι δεν πας ρε σύντροφε σε «ειρηνική», όπως ισχυρίζεσαι, διαδήλωση με τουφέκια, πολυβόλα, χειροβομβίδες και SS
– Μα δεν είναι έτσι κυρ Σταμάτη, διαμαρτύρεται ο Μπάμπης το κνιτάκι, που όταν τον τρώει το μάγουλο τον Κουτσούμπα, ξύνει αυτός το δικό του. Δεν είναι έτσι.
– Άκου Μπάμπη. Έχω μάτσο τις μαρτυρίες που λένε ότι οι κομμουνιστές πήγαν πάνοπλοι στο «σύνταγμα», με σκοπό να γίνει μακελειό, είτε πυροβολούσε πρώτη η Αστυνομία είτε όχι. Άκου το λοιπόν. Η γνωστή ακόμη και σε σας τα βλαμμένα κ. Γλύκατζη Αρβελέρ, που συμμετείχε στο συλλαλητήριο, λέει: «… η διαδήλωση είχε φρουρούς του ΕΛΑΣ, οι οποίοι και άρχισαν να πυροβολούν».
– Τα λες αυτά ρε κυρ Σταμάτη, γιατί είσαι καραδεξιός του κερατά.
– Κι’ εσύ είσαι απλώς βλαξ και ψεκασμένος που λέει και ο πρωθυπουργός μας.
– Άστον ρε Σταμάτη. Είναι δυνατόν να βάλεις στο Μπάμπη μυαλό. Για συνέχισε, μπήκε στην μέση ο ιδιοκτήτης του καφενέ ο Νώντας.
– Το λοιπόν συνεχίζω. Όλα αυτά που είπαμε ίσαμε τα τώρα μάγκες μου, τα έχομε ξαναπεί. Σήμερα θα σας πω μια ιστορία που δεν είναι και πολύ γνωστή. Μέναμε τότε στο Πολύγωνο. Εκεί στις προσφυγικές παράγκες, απέναντι από την Σχολή Ευελπίδων. Τότε, μετά την διαδήλωση, 5 ή 6 μέρες μετά, έγιναν μάχες στην Σχολή Ευελπίδων. Όμως έτσι που ήταν τα πράγματα τότε, πού να μάθεις τι ακριβώς έγινε. Πολλά χρόνια μετά, συνάντησα έναν φίλο μου αξιωματικό που τότε υπηρετούσε στην Σχολή. Δεν είχε αλλάξει και πολύ και τον γνώρισα αμέσως. Αυτός δυσκολεύτηκε για ‘μενα. Μετά τα σχετικά φιλιά κ.λπ. είπαμε να κάτσουμε να πιούμε έναν καφέ και να θυμηθούμε λίγο τα παλιά.
– Δε μου λες ρε Αντώνη, τι συνέβη τότε στην Σχολή τον Δεκέμβρη του 1944; Ακούγαμε τουφεκιές, ακούγαμε εκρήξεις αλλά έτσι όπως είχαμε κρυφτεί, πού να καταλάβεις τι γινόταν.
– Σταμάτη είσαι τυχερός και να πάς να παίξεις ΛΟΤΤΟ. Μόλις πήρα ένα βιβλίο στα χέρια μου, που θα σου λύσει όλες τις απορίες. Το έχει γράψει ο Αντιστράτηγος ε.α. Φωτόπουλος Χρήστος και έχει τίτλο: «Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων 1928-1998». Θέλεις να σου διαβάσω το σχετικό απόσπασμα; Δεν είναι μεγάλο.
– Ναι αλλά πρώτα να παραγγείλουμε δυό ουζάκια.
– Ό,τι πεις. Άκου λοιπόν: «Όταν την 3η Δεκεμβρίου του 1944 εκδηλώθηκε στην Αθήνα και στον Πειραιά, από μέρους του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, το αιματηρό εκείνο Κίνημα, οι Ευέλπιδες συνέχιζαν την εκπαίδευσή τους στη Σχολή.
»Μετά από μερικές μέρες και συγκεκριμένα στις 7 του ίδιου μήνα, άρχισαν οι πρώτες επιθετικές προσπάθειες Τμημάτων ενός Συντάγματος του ΕΛΑΣ εναντίον της απομονωμένης τότε Σχολής, και οι οποίες συνεχίσθηκαν πιο βίαιες μέχρι το απόγευμα της 11 Δεκεμβρίου. Από την άλλη μεριά, οι αμυνόμενοι Ευέλπιδες και Μόνιμοι Υπαξιωματικοί, που στο μεταξύ είχαν ενισχυθεί από το προσωπικό της γειτονικής Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού (ΓΥΣ) και από άνδρες της τότε Βασιλικής Χωροφυλακής, με την ενεργό συμμετοχή μιας Αγγλικής Μονάδας Αρμάτων που στρατωνιζόταν προσωρινά στη Σχολή και με την υποστήριξη της Αγγλικής Πολεμικής Αεροπορίας, πρόβαλαν σθεναρή αντίσταση. Σε όλο αυτό το χρονικό διάστημα είχαν δύο νεκρούς, τον Διμοιρίτη Υπολοχαγό Πεζικού Αθανάσιο Ράντο και τον Εύελπι Ιης Δημήτριο Πούλο, καθώς επίσης και ακόμη 17 τραυματίες.
»Η Άκρως Απόρρητη υπ’ αριθμ. 137 Διαταγή Επιχειρήσεων του Α΄ Σώματος Στρατού του ΕΛΑΣ, που εκδόθηκε ακριβώς την 1.15 ώρα της 9 Δεκ. 44 καθόριζε: ‘’Η ΙΙα Ταξιαρχία θα επιτεθεί δια των δυνάμεών της προς εξουδετέρωσιν και εκμηδένισιν της Σχολής Ευελπίδων και των περί αυτήν οικημάτων, ενισχυομένη με ένα Τάγμα του Συντάγματος Πειραιώς. Να χρησιμοποιήσει όλμους, πυροβόλα, απόσπασμα καταστροφών και παν έτερον δι’ εμπρησμόν ή ανατίναξιν μέσον. Πιθανώς θα της διατεθεί και ουλαμός ανταρματικών πυροβόλων και πυρά πυροβολικού. Ώρα επιθέσεως η 6η πρωινή της 9/12/44’’.
»Ο τότε Διοικητής της ΣΣΕ Συνταγματάρχης Δημήτριος Σαρακατσάνης γράφει: ‘’Από της πρώτης ημέρας της απελευθερώσεως, μου ανετέθη η Διοίκηση της Στρατ. Σχολής Ευελπίδων. Κατά τα Δεκεμβριανά 1944, με 300 Ευέλπιδες και 50 Αξιωματικούς ημύνθημεν κρατερώς εναντίον πολυαριθμοτέρων ελασιτών από 4-12 Δεκεμβρίου, επιτυχόντες έξοδον εκ της στενής πολιορκίας τη βοηθεία Αγγλικών τανκς. Συνεχίσθη ο αγών κατά των ελασιτών μέχρι τελείας ήττης των. Απώλειαι Αξιωματικών και Ευελπίδων 2 νεκροί και 18 τραυματίαι’’.
»Μετά από διαταγή, η Σχολή εκκένωσε, υπό τα καταιγιστικά πυρά των ελασιτών, τις απογευματινές ώρες της 11 Δεκ. 44 τις εγκαταστάσεις της, με την υποστήριξη των Αγγλικών αρμάτων και υπό την κάλυψη της Αγγλικής αεροπορίας. Αργότερα, οι Ευέλπιδες διατέθηκαν στα Τάγματα Εθνοφυλακής. Οι ελασίτες καταλαμβάνοντας στη συνέχεια τις κενές εγκαταστάσεις της Σχολής, κατέστρεψαν πολύτιμα ιστορικά κειμήλια του Μουσείου της Σχολής και λεηλάτησαν τη βιβλιοθήκη και τα αρχεία της, ενώ οι κατακτητές τα είχαν σεβασθεί. Δεν εδίστασαν δε να φορέσουν στολές Ευελπίδων, που βρήκαν στο Μουσείο και σε αποθήκες και να παρελάσουν για να γιορτάσουν τη ‘’νίκη’’ τους.
» Για τη σημασία της Μάχης στη ΣΣΕ, ο Υποστράτηγος ε.α. Παναγιώτης Κυζιρίδης (τάξεως ‘43) γράφει: ‘’Είναι πολύ μεγάλη, διότι καθήλωσε αρκετές δυνάμεις του ΕΛΑΣ και μάλιστα από τις πλέον επίλεκτες, όπως θεωρείται η ΙΙα Μεραρχία, με αποτέλεσμα να μη μπορεί ο ΕΛΑΣ να επιτύχει κανένα αποφασιστικό αποτέλεσμα σε κανένα από τα μέτωπα των Αθηνών (Μακρυγιάννη, Γουδί κλπ) και επί πλέον έδωσε το χρόνο στους Άγγλους να συγκεντρώσουν νέες δυνάμεις και στην Κυβέρνηση να προβεί στη συγκρότηση των Ταγμάτων Εθνοφυλακής’’.
Η Πατρίδα μας χρωστάει πολλά στη Μάχη που έδωσαν οι «Ελπίδες του Έθνους» μας, στις εγκαταστάσεις της παλαιάς Σχολής Ευελπίδων στο Πεδίο του Άρεως, τον Δεκέμβριο του 1944, για να παραμείνει η Ελλάδα μας ελεύθερη. Αιωνία δε η μνήμη στους 2 νεκρούς της Σχολής, στη Μάχη των Αθηνών. Ίσως κάποτε η Πολιτεία φιλοτιμηθεί να τιμήσει τους 2 Αθάνατους αυτούς νεκρούς, στο χώρο που άφησαν την τελευταία τους πνοή, χύνοντας την τελευταία ρανίδα του αίματός τους για τη Σημαία και την Πατρίδα.
»Οι Κομμουνιστές τού ΕΑΜ-ΕΛΑΣ μπήκαν στη Σχολή μετά την εκκένωση της και με πρωτοφανή μανία και βαρβαρότητα άρχισαν συστηματική καταστροφή όλων εκείνων πού είχε σεβασθεί και ο ίδιος ο κατακτητής ακόμη. Τότε καταστράφηκαν τα δύο Μουσεία της Σχολής, οι αίθουσες με τα πολύτιμα ενθύμια, ή βιβλιοθήκη, τα αρχεία και ή εκκλησία. Σοβαρές επίσης ζημίες έγιναν στα περισσότερα κτήρια της Σχολής. Τα μόνα πού κράτησαν οι επιδρομείς, για ευνόητους λόγους, ήταν τα μητρώα των Αξιωματικών».
– Τα κατάλαβες τώρα Σταμάτη;
– Αν τα κατάλαβα λέει; Άντε γειά μας…