Αν η Νέα Δημοκρατία δεν μπορεί να υπερασπιστεί τη σημαία και την προσευχή, ας κάνει επειγόντως καταστατικό συνέδριο για να αλλάξει τις ιδρυτικές αρχές της
Υπάρχουν κάποιες φορές που βλέπω Βουλή και αναρωτιέμαι σιωπηλά από μέσα μου, μη με ακούσουν και οι δίπλα: «Ρε, μπας και έχει δίκιο ο Ιβάν; Μήπως δεν φτάσουμε ποτέ στη πηγή να πιούμε νερό;»
Οταν σε ένα απόλυτα προνομιακό πεδίο για την αξιωματική αντιπολίτευση, όπως αυτό που προσφέρει η συζήτηση για την κατάργηση του ασύλου και της οριστικής μετατροπής των πανεπιστημίων σε κέντρα ανομίας και παραβατικότητας, δεν μπαίνει ένα καθαρό γκολ, τότε αρχίζεις να ανησυχείς βαθιά. Κι όταν βλέπεις να βγάζει γλώσσα ανενόχλητος και ο Τσακαλώτος, το απόλυτο σφουγγαρόπανο των δανειστών, υπερασπιζόμενος, τάχα μου, το… δικαίωμα των φοιτητών στις καταλήψεις, τότε αρχίζεις και κάνεις τον σταυρό σου. Ρε, μπας και τρελαθήκαμε;
Αυτήν την αδυναμία να κεφαλαιοποιήσει η «γαλάζια» ηγεσία πολιτικά κέρδη από τα συνεχή παραστρατήματα συγκεκριμένων υπουργών του ΣΥΡΙΖΑ δυσκολεύομαι να την εξηγήσω. Δεν μπορεί; Ή δεν θέλει, γιατί κατά βάθος μερικές από τις «μεταρρυθμίσεις» τύπου Γαβρόγλου την αφήνουν ασυγκίνητη;
Το δεύτερο δεν το πιστεύω, γιατί ο Κυριάκος, τουλάχιστον στα θέματα παιδείας, έχει καθαρές θέσεις. Δεν είμαι βέβαιος όμως ότι αντιλαμβάνεται την ιεράρχησή τους στον αξιακό κώδικά της σημερινής κοινωνίας.
Υποτιμά τη δύναμη της αγανάκτησης για την ξαφνική κατάργηση της εθνικής ή της θρησκευτικής παράδοσης και επικεντρώνεται σε θέματα που αφήνουν την κοινωνία αδιάφορη, όπως οι κοκορομαχίες μεταξύ αντίπαλων «μαγαζιών» στη Δικαιοσύνη, το δικαίωμα του σεξουαλικού αυτοπροσδιορισμού και εν τέλει ποιος νεοδημοκράτης λέει… καλημέρα στον Τσίπρα.
Θα συμβούλευα να αφήσουν λίγο κατά μέρος στην Πειραιώς τις πέτσινες μετρήσεις των επιτηδείων με τις 25 και πλέον μονάδες υπεροχής και να παραγγείλουν καμιά πραγματική, σχετικά με το άσυλο και την κλήρωση της σημαίας. Εκεί θα διαπιστώσουν ότι στη συντριπτική πλειονότητά της η ελληνική κοινωνία δεν συμμερίζεται καθόλου τις ευαισθησίες του Τσακαλώτου για το «δικαίωμα στις καταλήψεις». Θα διαπιστώσουν επίσης ότι η επαναφορά του «ασύλου» με το δικαίωμα στην… κατάχρηση που βιώσαμε όλο το διάστημα της Μεταπολίτευσης δεν ενθουσιάζει καθόλου τους απλούς πολίτες. Αντιθέτως τους εξαγριώνει. Μπορεί, τέλος, να αντιληφθούν ότι οι εθνομηδενιστικές εξαλλοσύνες κάθε «πυροβολημένου» που παριστάνει τον υπουργό είναι αυτές που κάνουν τον κόσμο να φασκελώνει την «πρώτη φορά Αριστερά»…
Αν δεν μπορεί η Νέα Δημοκρατία να υπερασπιστεί τη σημαία και την προσευχή, λυπάμαι, αλλά ας κάνει επειγόντως καταστατικό συνέδριο για να αλλάξει τις ιδρυτικές αρχές της. Κι αν δεν μπορεί να επικεντρώσει στα καυτά θέματα την αντιπολιτευτική τακτική της, αφήνοντας κατά μέρος την υπεράσπιση των ναρκεμπόρων, των εργολάβων, του Γεωργίου και των διαπλεκόμενων μιντιαρχών, ας δει τι θα κάνει με τον αρχηγό της.
Στο μεταξύ πρέπει να δούμε και εμείς τι θα κάνουμε με τους παλαβούς του ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί φαίνεται πλέον ότι στην προσπάθειά του να κρατήσει την εξουσία, ο Τσίπρας διαπράττει ένα τεράστιο πολιτικό σφάλμα. Αντί να κεφαλαιοποιήσει κι αυτός με τη σειρά του τη διείσδυση που προκαλεί η παρουσία του Καμμένου αλλά και του Κοτζιά σε ένα κοινό με πατριωτική επαγρύπνηση που φοβόταν ότι αυτή η Αριστερά θα αρχίσει τις εκπτώσεις και στα εθνικά θέματα, απευθύνεται πάλι με πυροτεχνήματα στο «δικό» του 4%. Χωρίς να αντιλαμβάνεται ότι το μισό από αυτό έχει ήδη… ταξιδέψει και έχει πάει στη Ζωίτσα, στον Λαφαζάνη και στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ, και το άλλο μισό δεν θα μπορέσει ποτέ να δημιουργήσει προϋποθέσεις πλειοψηφικού ρεύματος στο εκλογικό σώμα.
Κακά τα ψέματα. Υπάρχει ο «υποφερτός» ΣΥΡΙΖΑ του Τσίπρα, του Κοτζιά, του Τζανακόπουλου, του Δραγασάκη, του Φάμελλου, ακόμη και του… πασοκοΣπίρτζη (που πλάκα πλάκα, μαζί με τις κορδέλες παρέδωσε και δρόμους), υπάρχει και ο ανυπόφορος ΣΥΡΙΖΑ των κατσαπλιάδων και των εθνομηδενιστών, του Φίλη, του Βούτση, του Μπαλτά, του Γαβρόγλου, της Τασίας, του Μουζάλα.
Αυτούς τους τελευταίους κάποιος πρέπει να τους σταματήσει. Οι υπουργικοί θώκοι δεν αποτελούν ελεύθερα πεδία επαναστατικής γυμναστικής και εκπλήρωσης ιδεοληπτικών ονειρώξεων. Το ερώτημα είναι όμως ποιος μπορεί να βάλει φρένο. Ο ίδιος ο Τσίπρας; Η αξιωματική αντιπολίτευση; Ή μήπως ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας που, αν μη τι άλλο, είναι ο μόνος θεσμικός παράγοντας με αποδεδειγμένες πατριωτικές ευαισθησίες;
Γιώργος Χαρβαλιάς