Οταν το ζήτημα της συνταγματικής αναθεώρησης μπαίνει στο τραπέζι, όλοι οφείλουν να συμμετάσχουν στην κουβέντα
Η αλήθεια είναι ότι στην κατάσταση που βρίσκεται η χώρα, το τελευταίο που χρειάζεται είναι να ανοίξει μια ατέρμονη συζήτηση πολιτικολογίας περί συνταγματικών διατάξεων που πρέπει να αναθεωρηθούν, να «εκσυγχρονιστούν» ή να «εμπλουτιστούν». Και είναι, επίσης, αλήθεια ότι την κουβέντα την άνοιξε ο ΣΥΡΙΖΑ εκ του πονηρού, με μοναδικό στόχο τον αποπροσανατολισμό από τις άλλες καυτές πτυχές της επικαιρότητας, με προεξάρχουσα ασφαλώς την περιβόητη «συμφωνία» της αξιολόγησης. Λες και η τύχη μας μέσα στο ζοφερό περιβάλλον των Μνημονίων θα αλλάξει αν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκλέγεται από τον λαό.
Από κει και πέρα όμως, εφόσον το ζήτημα μπαίνει στο τραπέζι, πρέπει όλοι να συμμετέχουν στη συζήτηση. Και προκαλεί κατάπληξη η… δυσφορία που εξέφρασε ο αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας, επειδή δύο προβεβλημένα στελέχη της παράταξης, ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ Κωνσταντίνος Μίχαλος και ο περιφερειάρχης Θεσσαλίας Κώστας Αγοραστός ανταποκρίθηκαν θετικά στην πρόσκληση Τσίπρα για να συμμετάσχουν στην αρμόδια επιτροπή αναθεώρησης του Συντάγματος.
Ειδικά ο πρώτος, μόλις προ ημερών, κατέθεσε ίσως το πιο ενδιαφέρον «πακέτο» προτάσεων εκ μέρους της κοινότητας των εμπορικών επιμελητηρίων της χώρας. Και είναι ενδιαφέρον γιατί περιλαμβάνει πρακτικές λύσεις, χωρίς να αναλώνεται σε αχρείαστη πολιτικολογία και θεωρητικές φιοριτούρες.
Απλά παραδείγματα: Για τη μεν ασυλία των βουλευτών προτείνει να περιοριστεί μόνο στην αμιγώς πολιτική δράση με την εισαγωγή μάλιστα του αντίστροφου τεκμηρίου. Δηλαδή παροχή ασυλίας από τη Βουλή μόνο ύστερα από αίτηση βουλευτή. Ταυτόχρονα, όμως, εισηγείται και την εξομοίωση της θέσης υπουργών και πολιτών σε θέματα ποινικής ευθύνης, καθώς οι ποινικές διώξεις κατά μελών της κυβέρνησης θα πρέπει να ασκούνται από την Εισαγγελία του (σ.σ.: υπό σύσταση) Ανωτάτου Δικαστηρίου, αντί της Βουλής. Το ανώτατο αυτό δικαστικό σώμα θα αναλαμβάνει την εκδίκαση υπουργικών αδικημάτων αντί του «ειδικού δικαστηρίου».
Για την ταχύτερη και λειτουργικότερη απονομή της δικαιοσύνης προτείνει τη συγχώνευση των πολιτικών με τα διοικητικά δικαστήρια. Για το ράβε-ξήλωνε της νομολογίας με τα νομοθετήματα που σκοντάφτουν εκ των υστέρων ως προς τη συνταγματικότητά τους ή… απορρίπτονται από τις Βρυξέλλες ως μη συμβατά με το κοινοτικό δίκαιο προτείνει τη θέσπιση Ανώτατου Δικαστηρίου. Θα πρόκειται επί της ουσίας για μια συγχώνευση αρμοδιοτήτων μεταξύ Συμβουλίου Επικρατείας και Αρείου Πάγου, που θα εξασφαλίσει περισσότερη λειτουργικότητα και εξοικονόμηση χρόνου στη λήψη αποφάσεων. Επιπλέον, προβλέπει τσεκούρωμα των αρμοδιοτήτων του ΣτΕ στη χωροταξία, που, υποκαθιστώντας την πολεοδομία, έχουν καταντήσει μοχλός υπονόμευσης μεγάλων επενδύσεων, στο όνομα μιας παράξενης αντίληψης περί οικολογίας…
Για την αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων προτείνει ορθώς τη θέσπιση κινήτρων και οικονομικού χαρακτήρα, δηλαδή τη δυνατότητα ανέλιξης και συμμετοχής σε ένα «σώμα αρίστων» κρατικών λειτουργών που θα απολαμβάνει ειδικής μισθολογικής μεταχείρισης.
Για τις λεγόμενες ανεξάρτητες Αρχές προτείνει εύστοχα την κατάργηση της κοινοβουλευτικής διαδικασίας στελέχωσής τους που οδηγεί σε «βραχυκυκλώματα» (όπως η πρόσφατη παρεμπόδιση της σύστασης του ΕΣΡ σε σώμα από τον Κυριάκο Μητσοτάκη). Βτο σημείο αυτό, βέβαια, θα κάνω μια παρένθεση: στην Ελλάδα αυτές οι Αρχές αποδείχτηκαν ό,τι πιο άχρηστο θα μπορούσε να επινοήσει κανείς στον τομέα ελέγχου της δημόσιας διοίκησης. Φτιάχτηκαν για να θρέφουν στρατιές χρυσοκάνθαρων και να διευκολύνουν τις πολιτικές βλέψεις των Καμίνηδων.
Οι υπηρεσίες που προσφέρουν εις όφελος του πολίτη είναι ανάλογες του… έργου της Αρχής Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών (δηλαδή ανύπαρκτες) ή της Επιτροπής Ανταγωνισμού που χρειάζεται οκτώ χρόνια για να επιβάλει ένα πρόστιμο στους εθνικούς εργολάβους. Αν ήταν, λοιπόν, στο χέρι μου, θα τις έκλεινα όλες και θα υποκαθιστούσα το έργο τους με μεικτά σώματα «αδιάφθορων» από τις διάφορες δημόσιες υπηρεσίες και εξειδικευμένο τεχνικό προσωπικό από την ελεύθερη αγορά.
Στην κατοχύρωση συνταγματικών δικαιωμάτων ξεχωρίζει η πρόταση Μίχαλου για τον «ορισμό κατ’ έτος ανώτατου επιτρεπτού ορίου φορολόγησης ακίνητης περιουσίας, ως ποσοστού δυνητικής προσόδου από την εκμετάλλευσή της», η απαγόρευση άρνησης παροχής υπηρεσιών σε δικαστικούς λειτουργούς και, βέβαια, η δυνατότητα ίδρυσης και λειτουργίας ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων σε όλες τις βαθμίδες, με ταυτόχρονη όμως υποχρέωση του κράτους να προσφέρει δωρεάν υποχρεωτική εκπαίδευση στους πολίτες.
Είναι πολλές και ενδιαφέρουσες, λοιπόν, οι προτάσεις Μίχαλου και μάλλον η Νέα Δημοκρατία θα έπρεπε να τις έχει αγκαλιάσει, για να μη σας πω να τις έχει οικειοποιηθεί, παρά να τον κηρύσσει… ανεπιθύμητο επειδή ανταλλάσσει «καλημέρα» με τον Τσίπρα.
Γιώργος Χαρβαλιάς