Νέοι άνθρωποι σκοτώνονται στους δρόμους. Τα κρούσματα βίας εναντίον των γυναικών έχουν αυξηθεί σε ποσοστό 47%. Οι ρατσιστικές επιθέσεις έχουν αυξηθεί κατακόρυφα, η εγκληματικότητα έχει γίνει μέρος της καθημερινότητάς μας με θύματα κυρίως ηλικιωμένους, το bullying στα σχολεία καταστρέφει τις ζωές των μαθητών, η Ελλάδα είναι η τέταρτη χώρα διεθνώς σε απαισιόδοξους πολίτες, οι αυτοκτονίες έχουν πιάσει ταβάνι…
Από την πρώτη ημέρα της «δημοκρατίας» υποστηρίζω ότι η Πολιτεία έχει εμπρός της δύο κύριες προκλήσεις. Η πρώτη είναι η οικοδόμηση ενός νέου έξυπνου κράτους. Οχι ενός μικρού ή μεγάλου, αλλά αποδοτικού ως προς την εξυπηρέτηση των αναγκών του πολίτη. Η δεύτερη είναι η μη μεταμόρφωση της Ελλάδας σε καφκικό εφιάλτη. Αν κάποιος σκύψει με προσοχή πάνω από το ιστορικό παράδειγμα, θα διαπιστώσει ότι η ενδοκρατική βία λειτουργεί πάντα ως πηγή συνολικής απορρύθμισης των πολιτειακών δομών και των συλλογικών συντεταγμένων, όταν οι κοινωνικές συνθήκες εκτροχιάζονται και η διαδικασία της επιβίωσης καθίσταται αγώνας και όχι το αποτέλεσμα μιας κανονιστικής θεσμικής διεργασίας στον πυρήνα του κράτους. Δεν χρειάζεται κάποιος να διαθέτει εξειδικευμένες γνώσεις για να αντιληφθεί ότι η ανατροπή των έως χθες συλλογικών δεδομένων σε επίπεδο προνοιακών κατακτήσεων, στο δικαίωμα της εργασίας και της περιουσίας, στην απαίτηση απέναντι στο όνειρο για μια καλύτερη ζωή, για μερίδιο στην ευδαιμονία επιτρέπει στους θιασώτες της βίας να έρθουν στην επιφάνεια, αναζητώντας μερίδιο ζωών για να θρέψουν το βαρβαρικό ένστικτό τους.
Μπορεί η Ελλάδα αυτή τη στιγμή να μοιάζει με πλεούμενο εγκλωβισμένο στη δίνη του κυκλώνα, αλλά κανείς δεν πρέπει να αποδεχθεί μοιρολατρικά τη βύθιση. Ας αναλάβει λοιπόν ο καθένας τις ευθύνες που του αναλογούν, όχι απέναντι στην Ιστορία -αυτή είναι μια άλλη, πολύ πιο επίπονη και μακρά διαδικασία-, αλλά απέναντι στη συλλογική προοπτική να βγούμε από την έρημο και να μη μείνει κάνεις πίσω. Ο πολιτικός κόσμος οφείλει να κατανοήσει ότι η διαρκής λιτότητα και η ταυτόχρονη αύξηση της φορολογίας έχουν οδηγήσει μια ολόκληρη κοινωνία στο χείλος του γκρεμού. Οφείλει με επιστημονική ενάργεια να εξηγήσει στους συμμάχους και τους εταίρους μας ότι απαιτείται μια διαφορετική προσέγγιση στον ελληνικό ζήτημα. Παράλληλα, οφείλει να εξηγήσει πρώτα σε εμάς τους πολίτες ποιο είναι το μεσοπρόθεσμο σχέδιο εξόδου από το σημερινό τέλμα και ποιο το μακροπρόθεσμο πλάνο ανασυγκρότησης των θεσμικών και λειτουργικών πυλώνων οντολογικής ύπαρξης της ελληνικής Πολιτείας.
Εμείς οι πολίτες θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι δεν είμαστε άμοιροι ευθυνών. Να απαιτήσουμε από τον πολιτικό κόσμο να απομονώσει τις συγκρουσιακές φωνές που προκαλούν το δημόσιο αίσθημα για λόγους δημοσιότητας. Να επιλέξουμε την εκπροσώπησή μας από γνώστες της πολιτικής και όχι από άτομα που το μόνο που διαθέτουν είναι το χάρισμα της σοφιστείας.
Οφείλουμε να αναδείξουμε την ανεκτικότητα, την ψυχραιμία και τον σεβασμό προς το διαφορετικό ως κυρίαρχη ιδεολογική τάση. Ο βαρύς τραυματισμός του Αλέξανδρου Γέροντα, οι δολοφονίες των Γιώργου Φουντούλη, Μανώλη Καπελώνη, Παύλου Φύσσα, Αγγελικής Παπαθανασοπούλου, Παρασκευής Ζούλια, Επαμεινώνδα Τσάκαλη, διακριτές ως περιπτώσεις και τραγικές ως αποτυπώσεις πάνω στο βίαιο τέλος της ζωής, είναι πλήγματα απέναντι στον δημοκρατικό πολιτισμό μας εκτός ασφαλώς του ανυπολόγιστου πλήγματος στις οικογένειες και στους οικείους τους. Προτού εθιστούμε στον βαρβαρισμό της βίας και στη θέα του κενού, να βγούμε από την έρημο. Πρωτίστως με τις δικές μας ενέργειες, γιατί τίποτε δεν χαρίζεται, και στη συνέχεια με έξυπνες επιλογές στη διεθνή σκακιέρα. Χάσαμε πολύτιμο καιρό, ξοδέψαμε καίριο κοινωνικοπολιτικό απόθεμα, χύθηκε πολύ αίμα, πρέπει να ανασυνταχτούμε για να επιβιώσουμε· επιβίωση όχι με τη μορφή της διαιώνισης μονοδιάστατων αδιεξόδων και μίζερων τετελεσμένων, αλλά υπό τη διάσταση του τίμιου αγώνα για να σταθούμε στα πόδια μας και να κοιτάξουμε το πεπρωμένο μας κατάματα. Επιτέλους, να ζήσουμε όρθιοι ξανά, ακουμπώντας στον ώμο του διπλανού μας.
Σπύρος Ν. Λίτσας