Η Ελλάδα της οικονομίας μαστίζεται από τη σκληρότητα του Μνημονίου, αλλά την ίδια ώρα η Ελλάδα της άμυνας και της διπλωματίας προχωρεί ταχύτατα (και, κυρίως, μεθοδικά) στο αντι-Μνημόνιο της ειρηνικής μεταβολής ισορροπιών στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο.
Μόλις πριν από πέντε χρόνια η Αθήνα ανησυχούσε για την τότε στενή συνεργασία Αγκυρας – Τελ Αβίβ και μόλις πριν από δύο χρόνια η ελληνική κοινή γνώμη ήταν ακόμα εθισμένη στις εικόνες της μαντίλας του Αραφάτ και των μελαχρινών αμαζόνων του Καντάφι. Σήμερα (αν εξαιρέσουμε την αραχνιασμένη πολιτική σκέψη του Ευ. Βενιζέλου που εγκωμιάζει «τις πολλές κοινωνικές υπηρεσίες» της τρομοκρατικής Χεζμπολάχ στον Λίβανο) επικρατεί ρεαλισμός.
Η κυβέρνηση, αλλά και η κοινή γνώμη στηρίζουν την (άλλοτε αδιανόητη) στροφή προς τον συντονισμό των στρατηγικών και οικονομικών συμφερόντων της Ελλάδας και του Ισραήλ. Και είναι ενδεικτικό της ωριμότητας των δύο χωρών ότι τονίζουν πως η συνεργασία τους δεν στρέφεται κατά τρίτων, εννοώντας την Τουρκία και τον αραβικό κόσμο. Πρόκειται για έναν αυτόνομο μηχανισμό που εκπέμπει το μήνυμα εδραίωσης μιας ασφαλούς ενεργειακής διόδου από το Ισραήλ και την Κύπρο προς τη Δυτική Ευρώπη, αλλά και το ισχυρό σήμα για μελλοντική εκμετάλλευση κοιτασμάτων νότια της Κρήτης.
Εγκυρότατες πηγές υπογραμμίζουν ότι οι επαφές θα συνεχιστούν, σε πολιτικό και σε υπηρεσιακό επίπεδο, τους προσεχείς μήνες, ενώ έως τα τέλη του έτους έχει προγραμματιστεί νέος κύκλος κοινών ασκήσεων. Σύντομα θα πραγματοποιηθούν, σε δύο φάσεις, ασκήσεις εναέριου ανεφοδιασμού και βολών μαχητικών αεροσκαφών με πραγματικά πυρά. Λίγες εβδομάδες αργότερα θα δοθεί έμφαση στη μεικτή αεροναυτική εκπαίδευση, ενώ θα ακολουθήσει πρόγραμμα αεροπορικής συνεκπαίδευσης.
Οι ίδιες πηγές εκτιμούν ως σημαντική την πρόοδο στον τομέα της αεροπορικής συνεκπαίδευσης και υπογραμμίζουν τη σημασία του «ζωτικού χώρου» ασκήσεων που έχει αποκτήσει η ισραηλινή πολεμική αεροπορία. Αντίθετα, η κοινή ναυτική εκπαίδευση βρίσκεται ακόμα μάλλον σε πρώιμο στάδιο. Χωρίς να ομολογείται, η υστέρηση (σε σχέση με την πολεμική αεροπορία) θα πρέπει να αποδοθεί στην έλλειψη κονδυλίων λόγω της οικονομικής κρίσης.
Ο «νοητός άξονας» Ελλάδας – Ισραήλ φαίνεται να συναντά την αποδοχή της Ε.Ε. και των ΗΠΑ, ενώ η Μόσχα παραμένει σιωπηρή, καθώς η κατάσταση στη ΝΑ Μεσόγειο περιπλέκεται λόγω της συνεχιζόμενης κρίσης στη Συρία. Παράλληλα είναι σημαντικό ότι η Ελλάδα, όπως θα πιστοποιηθεί και κατά την επίσκεψη του Προέδρου της Δημοκρατίας Κάρολου Παπούλια και του υπουργού Εθνικής Αμυνας Πάνου Παναγιωτόπουλου στο Κάιρο, γίνεται αποδεκτή και από τη νέα ηγεσία της Αιγύπτου που στηρίζεται στην κοινοβουλευτική πλειοψηφία των Αδελφών Μουσουλμάνων.
Η ελληνική κυβέρνηση θεωρεί ότι είναι νωρίς να αξιολογηθούν οι επιπτώσεις της Αραβικής Ανοιξης ως προς τις συνθήκες ασφάλειας στη Μεσόγειο, αλλά συμφωνεί επί της ισραηλινής εκτίμησης ότι τα καινούργια καθεστώτα έχουν την τάση ευθυγράμμισης με τα πιο ακραία στοιχεία των χωρών τους. Γι’ αυτό και ο ρόλος της Ελλάδας, που διατηρεί ανοιχτούς διαύλους με όλες τις πλευρές, μπορεί να γίνει πιο ζωτικός.