Προσπάθεια Ανδρουλάκη να εμφυσήσει ενθουσιασμό σε περίπου 3.000 τομεάρχες του ΠΑΣΟΚ
Η χθεσινή σύναξη του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛ. στο ΣΕΦ ήταν μια άσκηση κομματικής αυτοπεποίθησης. Στην κατάμεστη αίθουσα «Μελίνα Μερκούρη», ο (στριμωγμένος) Νίκος Ανδρουλάκης επιχείρησε να επικαιροποιήσει τον -ξεθωριασμένο, είναι αλήθεια- στόχο για πρωτιά στον κομματικό ανταγωνισμό και να εμφυσήσει ενθουσιασμό στους περίπου 3.000 τομεάρχες, δηλώνοντας με πάθος ότι «το ΠΑΣΟΚ μπορεί να νικήσει στις επόμενες εθνικές εκλογές».
- Από τον Γιώργο Χατζηδημητρίου
Πρόκειται, όπως γενικά αναγνωρίζεται, για μια επιδίωξη πολιτικού βολονταρισμού, η οποία εδώ και καιρό διαρκώς απομακρύνεται, σύμφωνα τουλάχιστον με τις δημοσκοπήσεις, που φέρνουν το ΠΑΣΟΚ καθηλωμένο στη ζώνη του 12%, με τη Ζωή Κωνσταντοπούλου να έχει αναλάβει άτυπα ρόλο οιονεί αξιωματικής αντιπολίτευσης. Το γεγονός έχει αυξήσει την εσωκομματική δυσφορία, που διαχέεται πλέον εκτός τειχών της Χαριλάου Τρικούπη, με δημόσιες δηλώσεις κορυφαίων στελεχών τα οποία αμφισβητούν ευθέως τις ηγετικές ικανότητες του προέδρου.
Ενθουσιασμός βεβαίως χθες υπήρξε, τόσο μεταξύ των παρόντων όσο και αυτών που συμμετείχαν μέσω διαδικτύου, οι οποίοι πρόσεξαν ότι για πρώτη φορά ο πρόεδρος του κόμματος εξαπέλυσε τόσο σφοδρή προσωπική επίθεση εναντίον του Κυριάκου Μητσοτάκη, αφήνοντας όμως εκτός κάδρου-κάτι που επίσης δεν πέρασε απαρατήρητο- τη Ν.Δ. και τη Δεξιά, παραδοσιακό πολιτικό και ιδεολογικό αντίπαλο του κόμματος. Το έπραξε για λογαριασμό του -σχολίαζαν οι…κακεντρεχείς- ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος λίγες ώρες νωρίτερα ζήτησε να επανέλθει στο πολιτικό λεξιλόγιο ο διαχωρισμός μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς…
Ωστόσο, η τακτική του Ν. Ανδρουλάκη να πατά σε δυο βάρκες, που ήταν η αγαπημένη μομφή του εναντίον της αείμνηστης Φώφης Γεννηματά, προβληματίζει πολλούς για τις προθέσεις του. Οπως παρατηρούν, κλείνει την πόρτα της συνεργασίας των κεντροαριστερών δυνάμεων, αφήνοντας όμως όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά για μια μετεκλογική συνεργασία με τη Ν.Δ., τώρα που η προοπτική της αυτοδυναμίας μοιάζει περισσότερο με ευχή παρά με ρεαλιστική υπόθεση. Αλλωστε, Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ, δεν φαίνεται να τους χωρίζουν και πολλά. Οταν το ΠΑΣΟΚ έχει ψηφίσει σχεδόν επτά στα δέκα νομοσχέδια της κυβέρνησης, είναι αρκετά δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι έχει σοβαρές προγραμματικές διαφορές… «Δείχνουμε στον ελληνικό λαό έναν εναλλακτικό δρόμο. Ναι, μπορούμε και διαφορετικά. Ναι, μπορούμε και καλύτερα» είπε εισαγωγικά ο Ανδρουλάκης για να προσθέσει: «Μόνο εμείς έχουμε τη δύναμη να προσφέρουμε στον λαό μια αξιόπιστη προοδευτική πρόταση διακυβέρνησης».
Υποβάθμιση
Ο ίδιος προσπάθησε να υποβαθμίσει τις κλιμακούμενες εσωκομματικές εντάσεις, λέγοντας πως «ο κομματικός μικρόκοσμος δεν αφορά τους πολίτες. Καθήκον όλων μας είναι να ανταποκριθούμε στις ανάγκες της κοινωνίας απέναντι στη συντηρητική πολιτική της κυβέρνησης». Αναφέρθηκε δε σε ένα «ανοιχτό κόμμα σε νέες θέσεις και απόψεις, που δεν κρατά την απόλυτη αλήθεια, αλλά ψάχνει απαντήσεις στις σημερινές ανισότητες μέσα από μια συνεχή διαδικασία δημιουργικού διαλόγου». Οπως είπε, «η παράταξη είναι ενωμένη και ανανεωμένη, και μπορεί να νικήσει στις επόμενες εθνικές εκλογές, γιατί έχουμε και πρόγραμμα και το συγκριτικό μας πλεονέκτημα -το στελεχιακό μας δυναμικό- για να κάνουμε τον λαό κοινωνό σε κάθε γωνιά της Ελλάδας».
Κατηγόρησε την κυβέρνηση Μητσοτάκη ότι έχει πάρει «διαζύγιο» και από την ηθική και από το κράτος δικαίου, προσθέτοντας πως το ΠΑΣΟΚ είναι κοντά στους απλούς ανθρώπους «που αναζητούν αξιοπιστία και σχέδιο, που δεν ανέχονται τη διαφθορά και την αναξιοκρατία», τους σύγχρονους μη προνομιούχους, τα μεσαία στρώματα, τους αγρότες, τη νεολαία. Ομως, άφησε αιχμές και κατά της Ζωής Κωνσταντοπούλου, όταν σχολίασε «δεν είμαστε κόμμα-κομήτης, ούτε μονοπρόσωπος φορέας, αλλά κίνημα λαϊκό και πατριωτικό, με βαθιές ρίζες στην κοινωνία».
Αιχμές άφησε και κατά του ΣΥΡΙΖΑ, τονίζοντας «δεν είμαστε κόμμα διαμαρτυρίας, αλλά δύναμη υπεύθυνης διακυβέρνησης. Δεν βολευόμαστε από τη συγκυρία, αλλά αγωνιζόμαστε για τη νέα προοπτική της Ελλάδας. Η καραμέλα τού “δεν έχετε θέσεις” τελείωσε οριστικά». Ακολούθως, υπενθύμισε τις προτάσεις για τις τράπεζες, τα ασφάλιστρα υγείας, τη δημόσια υγεία, το ιδιωτικό χρέος, τον περιορισμό της golden visa, τους εποχικούς πυροσβέστες και την αναστολή χρηματοδότησης των «Σπαρτιατών», ενώ υπογράμμισε ότι οι προτεραιότητες του κόμματος περιλαμβάνουν επένδυση στο κοινωνικό κράτος, ισχυρή δημόσια παιδεία και υγεία, και ολοκληρωμένη στεγαστική πολιτική.