Διευθυντής του υπουργείου Μεταφορών «καρφώνει» τη Γενική Γραμματεία Υποδομών για τα συστήματα ασφαλείας
Το… μπαλάκι των ευθυνών στον Οργανισμό Σιδηροδρόμων Ελλάδας, τη Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων (ΡΑΣ), την ΕΡΓΟΣΕ αλλά και τους υπευθύνους της Γενικής Γραμματείας Υποδομών ρίχνουν δύο κατηγορούμενοι υπάλληλοι του υπουργείου Μεταφορών, οι οποίοι απολογήθηκαν στον εφέτη ανακριτή Σωτήρη Μπακαΐμη για την τραγωδία των Τεμπών. Τα δύο στελέχη του υπουργείου Μεταφορών παραδέχονται ότι το σιδηροδρομικό δίκτυο λειτουργούσε με ελλιπή χρηματοδότηση και υποστελεχωμένο, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται σοβαρά προβλήματα στη συντήρηση των υποδομών, στα δρομολόγια και στην εξυπηρέτηση του επιβατικού κοινού. Ωστόσο, αν και ήταν γνώστες της κατάστασης, υποστηρίζουν πως η ασφάλεια ήταν ευθύνη μόνο του ΟΣΕ και της ΡΑΣ.
Η διευθύντρια Σιδηροδρομικών Μεταφορών, με τα αρχικά ονόματος Δ.Α., ανέφερε μεταξύ άλλων στην απολογία της στον εφέτη ανακριτή: «Η εικόνα που έχω επιμερίζεται ως εξής:
• Υφίστατο μόνιμη υποχρηματοδότηση του ΟΣΕ, με αποτέλεσμα την μη επαρκή συντήρηση των υποδομών, η οποία σε κάθε περίπτωση δεν ήταν προληπτική και η οποία στόχευε μόνο στο να συντηρηθεί η γραμμή για ό,τι δεν μπορούσε να αποφευχθεί μέσα στα πλαίσια της χρηματοδότησης του ΟΣΕ.
• Ο διαχειριστής της υποδομής ήταν υποστελεχωμένος. Το προσωπικό έβαινε συνεχώς μειούμενο, καθώς από τους 3.882 υπαλλήλους το 2010, έφτασε να έχει σήμερα 540 υπαλλήλους. Η έλλειψη του προσωπικού συνετέλεσε στη μείωση της χωρητικότητας του δικτύου και, άρα, στη συχνότητα των δρομολογίων, στην ταχύτητα και την καθυστέρηση εξυπηρέτησης του κοινού.
• Η έλλειψη του προσωπικού συνέτεινε στην έλλειψη συντονισμού μεταξύ των υπηρεσιών του ΟΣΕ».
Η κατηγορουμένη ανέφερε πως είχε επικοινωνήσει με τον τότε διευθύνοντα σύμβουλο του ΟΣΕ, καθώς υπήρχε μόνο ένα άτομο για να καταρτίζει τα δρομολόγια των τρένων σε όλη την Ελλάδα… «Εκανα επανειλημμένες, προφορικές οχλήσεις στον εκάστοτε διευθύνοντα σύμβουλο του ΟΣΕ για την υποστελέχωση και ιδίως για την υποστελέχωση της Διεύθυνσης Κυκλοφορίας, καθώς υπήρχε ένα μόνο άτομο για τον καθορισμό των δρομολογίων σε όλο το εθνικό σιδηροδρομικό δίκτυο» αναφέρει στην απολογία της.
Ελλιπής εκπαίδευση
Από την πλευρά του ο κατηγορούμενος αναπληρωτής προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης Μεταφορών, με τα αρχικά ονόματος Π.Α., είναι γνώστης της κατάστασης στο σιδηροδρομικό δίκτυο. Ηταν υπάλληλος του αρμόδιου υπουργείου από το 1986, ενώ από το 2013 είχε διατελέσει διευθυντής της Διεύθυνσης Επιβατικών Μεταφορών. Από το 2022 μέχρι το 2024, δηλαδή κατά το επίδικο διάστημα της τραγωδίας στα Τέμπη, ασκούσε καθήκοντα αναπληρωτή προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Μεταφορών, υποστηρίζοντας πως οι αρμοδιότητές του ήταν μόνο διοικητικές ως προς τον ΟΣΕ και δεν ασχολούνταν με θέματα ασφαλείας.
«Οταν ανέλαβα καθήκοντα, η πρώτη μέριμνά μου ήταν να ενημερωθώ για τις αρμοδιότητες της Γενικής Διεύθυνσης Μεταφορών και ειδικότερα της Διεύθυνσης Σιδηροδρομικών Μεταφορών, και διαπίστωσα ότι η Γενική Διεύθυνση Μεταφορών, διά της Διεύθυνσης Σιδηροδρομικών Μεταφορών, είχε καθήκοντα διοικητικής εποπτείας επί του διαχειριστή υποδομής ΟΣΕ και επί της ΡΑΣ, αποκλείοντας κάθε αρμοδιότητα για θέματα ασφάλειας, για την οποία αποκλειστική αρμοδιότητα είχε και έχει ως σήμερα η ανεξάρτητη Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων (ΡΑΣ), η οποία υπόκειται μόνο σε κοινοβουλευτικό έλεγχο» ανέφερε.
Σε άλλο σημείο της απολογίας του ο αναπληρωτής διευθυντής της Γενικής Διεύθυνσης Μεταφορών αποκάλυψε ότι όλοι γνώριζαν για την ελλιπή εκπαίδευση του προσωπικού, αλλά το πρόβλημα διαπιστώθηκε 16 ημέρες μετά την τραγωδία των Τεμπών. Μάλιστα, ο κατηγορούμενος υπέβαλε στον ανακριτή «την υπ. αριθμόν 24/16-03-2023 απόφαση της Ολομέλειας της ΡΑΣ, με την οποία διαπιστώνεται ότι η εκπαίδευση και η εξέταση των σταθμαρχών και του λοιπού προσωπικού δεν πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με τις επιταγές της οδηγίας 798/2016 και του Ν. 4632/2019».