Αποκαλυπτικά στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ. κάνουν το κυβερνητικό αφήγημα περί ανάπτυξης και υπερπλεονασμάτων να φαντάζει ως κακόγουστο αστείο
Ακρως αποκαλυπτικά είναι τα στοιχεία για τον αριθμό των Ελλήνων που απειλούνται από τον κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό, με την κυβερνητική επικοινωνιακή τακτική περί ανάπτυξης και υπερπλεονασμάτων να φαντάζει ως κακόγουστο αστείο. Συγκεκριμένα, τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛ.ΣΤΑΤ.) δείχνουν πως σε αυτήν την κατάσταση βρίσκονται πάνω από 2,7 εκατ. πολίτες (με βάση τα εισοδήματα του 2023), που αντιστοιχούν στο 26,9% του συνολικού πληθυσμού, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 0,8 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2023 (26,1%).
Ο κίνδυνος φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού είναι υψηλότερος στην περίπτωση των παιδιών ηλικίας 17 ετών και κάτω (27,9%), μειωμένος σε σχέση με το 2023 (28,1%). Το κατώφλι της φτώχειας ανέρχεται στο ποσό των 6.510 ευρώ ετησίως για μονοπρόσωπο νοικοκυριό και σε 13.671 ευρώ για νοικοκυριά με δύο ενήλικες και δύο εξαρτώμενα παιδιά ηλικίας κάτω των 14 ετών. Το κατώφλι της φτώχειας ορίζεται στο 60% του διάμεσου συνολικού ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, το οποίο εκτιμήθηκε σε 10.850 ευρώ, ενώ το μέσο ετήσιο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών της χώρας εκτιμήθηκε σε 20.103 ευρώ.
Η «ακτινογραφία»
Τα νοικοκυριά που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας εκτιμώνται σε 842.421 σε σύνολο 4.298.067 νοικοκυριών και τα μέλη τους σε 1.996.833 στο σύνολο των 10.187.923 ατόμων του εκτιμώμενου πληθυσμού της χώρας που διαβιοί σε ιδιωτικά νοικοκυριά. Ο κίνδυνος φτώχειας μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις για παιδιά ηλικίας 0-17 ετών (παιδική φτώχεια) ανέρχεται σε 22,4%, σημειώνοντας αύξηση κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2023 (21,8%), ενώ για τις ομάδες ηλικιών 18-64 ετών και 65 ετών και άνω ανέρχεται σε 19,1% (18,6% το 2023) και 18,8% (17,6% το 2023), αντίστοιχα.
Ενδεικτικό είναι επίσης ότι μεγαλύτερο κίνδυνο φτώχειας αντιμετωπίζουν οι μονογονεϊκές οικογένειες. Ειδικότερα, το ποσοστό του κινδύνου φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού νοικοκυριών με έναν ενήλικα και τουλάχιστον ένα εξαρτώμενο παιδί ανέρχεται σε 43,7%, ενώ των νοικοκυριών με εξαρτώμενα παιδιά ανέρχεται σε 28,9% και των νοικοκυριών χωρίς εξαρτώμενα παιδιά σε 20,6%. Η στεγαστική κρίση και ο βραχνάς των υψηλών ενοικίων επίσης αποτυπώνονται στην έρευνα, καθώς ο πληθυσμός που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού που διαβιοί σε ιδιόκτητη κατοικία με οικονομικές υποχρεώσεις ανέρχεται σε 22%, σε ιδιόκτητη κατοικία χωρίς οικονομικές υποχρεώσεις σε 24,6%, ενώ σε ενοικιασμένη κατοικία σε 32,2%. Σε τρεις μεγάλες γεωγραφικές περιοχές (Αττική, νησιά Αιγαίου και Κρήτη) καταγράφονται ποσοστά κινδύνου φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού χαμηλότερα από αυτό του συνόλου της χώρας, ενώ σε άλλες δύο μεγάλες γεωγραφικές περιοχές (βόρεια Ελλάδα, κεντρική Ελλάδα) τα αντίστοιχα ποσοστά είναι υψηλότερα.
Σχεδόν το 43% ζορίζεται να πληρώσει ενοίκιο, δόση δανείου ή λογαριασμούς
Με την ακρίβεια να σαρώνει και τους μισθούς να παραμένουν καθηλωμένοι για χρόνια, αφού η αύξηση του κατώτατου μισθού δεν επηρεάζει το σύνολο των εργαζομένων, οι πολίτες δυσκολεύονται να αντεπεξέλθουν ακόμα και στις βασικές τους υποχρεώσεις και καλούνται να επιβιώσουν με σημαντικές στερήσεις. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛ.ΣΤΑΤ.), το 42,8% των πολιτών αδυνατεί να πληρώσει το ενοίκιο ή δόση δανείου ή πάγιους λογαριασμούς, το 43,9% δεν μπορεί να καλύψει έκτακτες, αλλά αναγκαίες δαπάνες και το 46% δεν μπορεί καν να πάει μία εβδομάδα διακοπές. «Καμπανάκια» χτυπούν τα στοιχεία για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα φτωχότερα τμήματα του πληθυσμού.
Ενδεικτικά, σύμφωνα με την ΕΛ.ΣΤΑΤ., το 34,4% του φτωχού πληθυσμού δηλώνει ότι στερείται διατροφής που περιλαμβάνει κάθε δεύτερη ημέρα κοτόπουλο, κρέας, ψάρι ή λαχανικά ίσης θρεπτικής αξίας. Πάνω από τους μισούς Ελληνες (ποσοστό 56,1%) δηλώνει δυσκολία στην έγκαιρη πληρωμή πάγιων λογαριασμών, όπως αυτών του ηλεκτρικού ρεύματος, του νερού, του φυσικού αερίου, κ.λπ., καθώς η ακρίβεια και οι «φουσκωμένες» τιμές εξαφανίζουν το όποιο εισόδημα διαθέτουν. Εξίσου ενδιαφέρον είναι το στοιχείο πως ένας στους πέντε πολίτες αντιμετωπίζει δυσκολία να πληρώσει λογαριασμούς στην ώρα τους.
Παράλληλα, σχεδόν ένας στους δύο πολίτες που ανήκουν στην κατηγορία του φτωχού πληθυσμού δεν έχει ικανοποιητική θέρμανση τον χειμώνα. Ακόμα και αν προκύψει μια έκτακτη ανάγκη της τάξεως των 480 ευρώ, το 81,9% του φτωχού πληθυσμού και το 34,6% του μη φτωχού δηλώνουν οικονομική δυσκολία να καλύψουν έκτακτες, αλλά αναγκαίες δαπάνες. Μάλιστα, το 36,3% του πληθυσμού που έχει λάβει καταναλωτικό δάνειο για αγορά αγαθών και υπηρεσιών δηλώνει ότι δυσκολεύεται πάρα πολύ στην αποπληρωμή αυτού ή των δόσεων.
Δεν φτάνει ο μισθός
Με την κυβέρνηση να υπόσχεται αυξήσεις μισθών και χωρίς να συνυπολογίζει την αγοραστική δύναμη (η Ελλάδα βρίσκεται στην προτελευταία θέση της ευρωπαϊκής κατάταξης πριν από τη Βουλγαρία), επτά στους 10 που ανήκουν στον φτωχό πληθυσμό δεν μπορούν να καλύψει επαρκώς τις συνηθισμένες ανάγκες τους, αφού δεν φτάνει ο μισθός του. Επίσης, ένας στους τέσσερις που δηλώνει υψηλότερα εισοδήματα αντιμετωπίζει κάθε μήνα τον ίδιο πονοκέφαλο. Η ακρίβεια και η οικονομική ανέχεια βάζουν σε κίνδυνο ακόμα και την υγεία των πολιτών. Σύμφωνα με την έρευνα της ΕΛ.ΣΤΑΤ., το 24,4% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω δήλωσε ότι υπήρξε περίπτωση, κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών, που πραγματικά χρειάστηκε ιατρική εξέταση ή θεραπεία για πρόβλημα υγείας και δεν υποβλήθηκε σε αυτή. Πάνω από το 32% των πολιτών που έπρεπε να πάνε στον οδοντίατρο ακύρωσε ραντεβού για μια εξέταση ή θεραπεία.