Η όρεξη του «σουλτάνου» έχει μεγαλώσει, στρέφοντας την προσοχή του προς δυσμάς και στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, λειτουργώντας ως γέφυρα μεταξύ Ανατολής και Δύσης
Ο ταν πριν από μερικά χρόνια ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν διεκήρυττε ότι η Τουρκία είναι «μια μεγάλη δύναμη παγκοσμίων διαστάσεων» και πως μπορεί να ανασυστήσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία, οι περισσότεροι το αντιμετώπισαν ως ένα παραλήρημα μεγαλείου από τον ηγέτη μιας μικρομεσαίας περιφερειακής δύναμης. Σήμερα, όσοι τότε τον λοιδορούσαν αναρωτιούνται πώς βρέθηκε η Τουρκία όχι μόνο στο τραπέζι των μεγάλων παικτών, αλλά και σε ρόλο στρατηγικού εταίρου της Δύσης. Οι ισορροπίες άλλαξαν δραματικά – και η Τουρκία βγαίνει ενισχυμένη.
Η δήλωση του Αντόνιο Κόστα, πρώην πρωθυπουργού της Πορτογαλίας και μέχρι πρότινος προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, αφήνει ελάχιστα περιθώρια για αμφισβήτηση σχετικά με τη νέα θέση που κατέχει η Τουρκία στη διεθνή σκηνή: «Η Ευρώπη οφείλει να αναγνωρίσει τον ρόλο της Τουρκίας ως στρατηγικού εταίρου, τόσο στη διαχείριση του Μεταναστευτικού όσο και στην περιφερειακή ασφάλεια. Δεν μπορούμε να αγνοήσουμε τη γεωπολιτική της σημασία». Στην ίδια γραμμή, ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν απάντησε ότι «η ευρωπαϊκή ασφάλεια αφορά και την Τουρκία, και πρέπει να τη σχεδιάζουμε από κοινού».
Ευρωπαϊκή ασφάλεια
Πώς βρέθηκε, ωστόσο, η Τουρκία, η οποία συνεχίζει την παράνομη κατοχή εδάφους της Κύπρου, ενώ διεκδικεί το μισό περίπου Αιγαίο και στρατηγική επικυριαρχία στη θαλάσσια περιοχή από ανατολικά της Κρήτης μέχρι και νοτίως της Κύπρου, συνομιλήτρια στις διαδικασίες κατάρτισης της ευρωπαϊκής ασφάλειας; Η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ σηματοδότησε μια θεμελιώδη ανατροπή στις διατλαντικές σχέσεις, με τις πολιτικές της νέας αμερικανικής κυβέρνησης στο ουκρανικό ζήτημα και την ευρωπαϊκή ασφάλεια να αλλάζουν ριζικά κατεύθυνση. Η Ευρώπη, καλούμενη να αναλάβει τον ρόλο του αυτόνομου παράγοντα σε αυτά τα κρίσιμα πεδία, βρέθηκε ξαφνικά μπροστά σε μια νέα πραγματικότητα. Η γηραιά ήπειρος καλείται πλέον να πάρει στα χέρια της την ασφάλειά της, και για αυτόν τον λόγο πριν από λίγο καιρό ανακοίνωσε το μεγαλόπνοο σχέδιό της «Rearm Europe Plan», ένα σχέδιο 800 δισ. ευρώ, το οποίο στόχο έχει να καταστήσει την Ευρώπη έτοιμη να ανταποκριθεί στις αυξανόμενες γεωπολιτικές προκλήσεις μέσα στα επόμενα τέσσερα χρόνια.
Στο νέο αυτό περιβάλλον, η Τουρκία βρίσκει τη μεγάλη ευκαιρία να παρακάμψει όλους τους περιορισμούς που υπήρχαν για την ένταξή της στην ευρωπαϊκή οικογένεια, επιδιώκοντας, με τους δικούς της όρους, να συμβάλει στη διαμόρφωση της «στρατηγικής αυτονομίας» της Ευρώπης. Αξιοποιώντας τη γεωστρατηγική της θέση, τις ισχυρές ένοπλες δυνάμεις και την αλματώδη ανάπτυξη της αμυντικής της βιομηχανίας, επιδιώκει να διεκδικήσει μερίδιο από τα ευρωπαϊκά κονδύλια για τον επανεξοπλισμό της Ευρώπης. Μέσα από αυτή τη στρατηγική στοχεύει στην ενίσχυση της διαπραγματευτικής της ισχύος έναντι της Ε.Ε., ασκώντας πίεση για την ικανοποίηση κομβικών της επιδιώξεων – από την αναθεώρηση της Τελωνειακής Ενωσης μέχρι τη συμμετοχή της στη λήψη κρίσιμων αποφάσεων για την ευρωπαϊκή άμυνα και ασφάλεια. Πάνω απ’ όλα, όμως, η Τουρκία επιχειρεί να υλοποιήσει το διαχρονικό της σχέδιο να αναδειχθεί σε κυρίαρχη περιφερειακή δύναμη, λειτουργώντας ως γέφυρα μεταξύ Ανατολής και Δύσης, και φέρνοντας ένα βήμα πιο κοντά το όραμα του νεοοθωμανισμού.
Η Ελλάδα στο στόχαστρο, με απειλές και «μειονότητες»
Αθήνα και Λευκωσία βρίσκονται αντιμέτωπες με μια εξαιρετικά δύσκολη και περίπλοκη κατάσταση, καθώς η υπόλοιπη Ευρώπη φαίνεται να υποκύπτει στη γοητεία του «σουλτάνου», σε μια απέλπιδα προσπάθεια να διασφαλίσει την επιβίωσή της. Την ίδια ώρα, ο Τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν δεν χάνει ευκαιρία να εκτοξεύει απειλές κατά της Ελλάδας, επαναφέροντας διαρκώς το ζήτημα της «τουρκικής» μειονότητας στη Θράκη και στα Δωδεκάνησα. Πρόσφατα, μιλώντας σε τακτικό επαρχιακό συνέδριο του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) στο Εσκί Σεχίρ, ο Ερντογάν προχώρησε ακόμα παραπέρα, κάνοντας λόγο για τα «σύνορα της καρδιάς του».
«Αν το ένα σύνορο του Εσκί Σεχίρ είναι η Θεσσαλονίκη, το άλλο είναι η Κριμαία, η Σαμαρκάνδη και η βόρεια Κύπρος» δήλωσε με νόημα, υποδηλώνοντας ανοιχτά τις επεκτατικές βλέψεις της Αγκυρας και τη διάθεση της Τουρκίας να επαναχαράξει τα όρια της επιρροής της. Μόνο τυχαία δεν μπορεί να θεωρηθεί η πρόσφατη εκδήλωση ενδιαφέροντος από τον ελβετικό όμιλο Dreyfus για την εξαγορά του 21% του λιμανιού της Θεσσαλονίκης, όπου πολλοί ισχυρίζονται πως έχουν στενές σχέσεις με τη CMA. Στον όμιλο CMA κατέχει ποσοστό 24% ο πανίσχυρος τουρκικός όμιλος Yildirim, γνωστός για τις στενές σχέσεις του με το «βαθύ κράτος» της Τουρκίας και το καθεστώς Ερντογάν.
Η προσφορά δεν καρποφόρησε
Η προσφορά προκάλεσε αίσθηση, αν και τελικά δεν καρποφόρησε, με το θέμα να φαίνεται πως έκλεισε προσωρινά. Ωστόσο, τις τελευταίες ώρες πληθαίνουν τα σενάρια περί νέας προσπάθειας της οικογένειας Ντρέιφους να αποκτήσει τον έλεγχο μέρους του λιμανιού. Η πιθανότητα συμμετοχής ενός τουρκικού ομίλου στη στρατηγική διαχείριση ενός από τα σημαντικότερα λιμάνια της χώρας δεν μπορεί παρά να γεννά σοβαρούς προβληματισμούς, ειδικά τη στιγμή που η Ευρώπη δείχνει να παγιδεύεται όλο και περισσότερο στη γεωπολιτική επιρροή της Τουρκίας. Η Ελλάδα δεν έχει πλέον την πολυτέλεια να παραμείνει αδρανής.
Οφείλει να αναπροσαρμόσει τη στάση της, να αποκτήσει αυτόνομη βούληση και να ευθυγραμμιστεί με τη νέα δυναμική που διαμορφώνεται μετά την αλλαγή ηγεσίας στις ΗΠΑ. Οι εξελίξεις στη Συρία, όπου οι τζιχαντιστές σύμμαχοι του Ερντογάν προχωρούν σε σφαγές μειονοτήτων, αποτελούν ένα σκληρό μήνυμα για το πώς μπορεί να εξελιχθεί η κατάσταση αν η Ελλάδα συνεχίσει να αγνοεί τους κινδύνους και δεν προχωρήσει σε στρατηγικές αποφάσεις πριν βρεθεί προ τετελεσμένων.