Επειτα από διήμερη αγόρευση της εισαγγελέως ζήτησε να κηρυχθούν ένοχοι για τις πλημμεληματικές κατηγορίες που τους αποδίδονται 12 εκ των 21 κατηγορουμένων
Με το βλέμμα στραμμένο στην τελική ετυμηγορία του δικαστηρίου βρίσκονται πλέον οι συγγενείς των θυμάτων της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι, καθώς χθες η εισαγγελέας Σταματίνα Περιμένη ολοκλήρωσε την πρότασή της στο Εφετείο επί της ενοχής των 21 κατηγορουμένων της υπόθεσης.
Επειτα από διήμερη αγόρευση, η κυρία Περιμένη ζήτησε να κηρυχθούν ένοχοι για τις πλημμεληματικές κατηγορίες που τους αποδίδονται 12 εκ των κατηγορουμένων. Σύμφωνα με την εισαγγελέα, ένοχοι πρέπει να κηρυχθούν, όπως κατηγορούνται, οι Σωτήρης Τερζούδης, τότε αρχηγός της Πυροσβεστικής, Βασίλης Ματθαιόπουλος, τότε υπαρχηγός, Ιωάννης Φωστιέρης, τότε επικεφαλής του ΕΣΚΕ, Νικόλαος Παναγιωτόπουλος, τότε διοικητής Πυροσβεστικών Υπηρεσιών Αθηνών, Χαράλαμπος Χιώνης, τότε διοικητής Πυροσβεστικών Υπηρεσιών Ανατολικής Αττικής, Φίλιππος Παντελεάκος, τότε διευθυντής του Κέντρου Επιχειρήσεων Πολιτικής Προστασίας, Χρήστος Γκολφίνος, διευθυντής του «199», Δαμιανός Παπαδόπουλος, τότε διοικητής του Πυροσβεστικού Σταθμού Νέας Μάκρης, Ρένα Δούρου, τότε περιφερειάρχης Αττικής, Ιωάννης Καπάκης, τότε γενικός γραμματέας Πολιτικής Προστασίας, Ευάγγελος Μπουρνούς, τότε δήμαρχος Ραφήνας, αλλά και ο Κωνσταντίνος Αγγελόπουλος, από την αυλή του οποίου ξεκίνησε η πυρκαγι,ά αφήνοντας πίσω της 104 νεκρούς και δεκάδες τραυματίες.
Ασυνεννοησία
Αντίθετα, κατά την εισαγγελέα, θα πρέπει να απαλλαγούν από κάθε κατηγορία οι Χρήστος Πορτοζούδης, τότε διοικητής Υπηρεσίας Εναέριων Μέσων της Πυροσβεστικής, Στέφανος Κολοκούρης, τότε διοικητής 1ης ΕΜΑΚ, Χαράλαμπος Συρογιάννης, τότε υποδιοικητής της Υπηρεσίας Εναέριων της Αστυνομίας, Χρήστος Λάμπρης, τότε εναέριος συντονιστής, Χρήστος Δροσόπουλος, κυβερνήτης του ελικοπτέρου «ΦΛΟΓΑ 1», Ηλίας Ψινάκης, τότε δήμαρχος Μαραθώνα, Βάιος Θανασιάς και Αντώνιος Παλπατζής, αντιδήμαρχοι Μαραθώνα, και Δημήτριος-Στέργιος Καψάλης, τότε δήμαρχος Πεντέλης. Κατά τη μαραθώνια αγόρευσή της, η κυρία Περιμένη σκιαγράφησε ένα σκηνικό πλήρους ασυνεννοησίας και έλλειψης συντονισμού μεταξύ των προσώπων για τα οποία πρότεινε ενοχή από τις πρώτες κρίσιμες ώρες.
Τα πρόσωπα αυτά, σύμφωνα με την εισαγγελέα, έλαβαν σειρά εσφαλμένων αποφάσεων, παρότι γνώριζαν εγκαίρως ότι οι φλόγες απειλούσαν κατοικημένες περιοχές. «Η προτεραιότητα που θέτει ο νομοθέτης για προστασία της ανθρώπινης ζωής δεν ακολουθήθηκε» ανέφερε χαρακτηριστικά η κυρία Περιμένη, για να επικαλεστεί την περίπτωση της Motor Oil στην Κόρινθο, όπου εκείνη την ημέρα είχε ξεσπάσει φωτιά σε χαμηλή βλάστηση και άμεσα είχαν σταλεί δυνάμεις κατάσβεσης. «Το διυλιστήρια είχαν δική τους πυρασφάλεια και η φωτιά έκαιγε εκεί πριν ξεσπάσει αυτή στο Μάτι. Είτε γιατί φοβήθηκαν είτε γιατί πιέστηκαν, δεν έκαναν σωστή εκτίμηση της κατάστασης» σημείωσε με νόημα η εισαγγελέας, για να επισημάνει λίγο αργότερα πως, όταν όποιες αποφάσεις ελήφθησαν, ήταν πια αργά.
«Δεν τηρήθηκαν όλες οι διαδικασίες σε πολλαπλά επίπεδα και είχαμε αυτές τις ολέθριες συνέπειες. Ο νόμος τούς έλεγε τι πρέπει να κάνουν: να προστατέψουν τους ανθρώπους και όχι εγκαταστάσεις. Να σκεφτούν αν έπρεπε να κρατήσουν τον κόσμο στα σπίτια του ή όχι. Και αυτή την απόφαση δεν τη λαμβάνει η Πυροσβεστική. Την αρμοδιότητα την είχε η Γενική Γραμματεία της Περιφέρειας. Είναι τραγικό όλοι εδώ να μας λένε ότι η απόφαση αυτή ανήκε σε κάποιον άλλον» τόνισε με νόημα η κυρία Περιμένη, για να αποτυπώσει στη συνέχεια μία προς μία τις ευθύνες των στελεχών της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, της Περιφέρειας Αττικής και του γενικού γραμματέα Πολιτικής Προστασίας.
Μεταξύ άλλων, για τον Σωτήρη Τερζούδη η εισαγγελέας σημείωσε πως δεν έπρεπε να έχει επιτρέψει την εκτροπή του ελικοπτέρου από το Μάτι προς τα διυλιστήρια, για τον Βασίλη Ματθαιόπουλο τόνισε πως ως έμπειρος αξιωματικός γνώριζε ότι μια τέτοια φωτιά με αυτές τις συνθήκες θα οδηγούσε -αν δεν αντιμετωπιζόταν εγκαίρως- σε απώλειες ζωών, ενώ για τον Ιωάννη Φωστιέρη ανέφερε πως δεν αξιολόγησε τις πληροφορίες που έφθαναν για το Μάτι και την επικινδυνότητα της κατάστασης εκεί.
Σε ό,τι αφορά τη Ρένα Δούρου, η κυρία Περιμένη ανέφερε πως είχε την αρμοδιότητα της Πολιτικής Προστασίας, όπως και την αρμοδιότητα σύγκλησης του μηχανισμού. «Είχε υποχρέωση να ενημερωθεί και εν συνεχεία να ενημερώσει και να συνεργαστεί με αρμόδιους φορείς και τοπικούς παράγοντες για την προστασία των πολιτών» ανέφερε χαρακτηριστικά, με τους συνηγόρους της κυρίας Δούρου, Βασίλη Σωτηρόπουλο και Θεόδωρο Σχοινά, πάντως, να κάνουν λόγο για «αόριστη εισαγγελική πρόταση» και για αιτιάσεις που η κυρία Περιμένη απέδωσε στην εντολέα τους, χωρίς αυτές να περιλαμβάνονται στο σε βάρος της κατηγορητήριο.
Τεταμένη ατμόσφαιρα μέσα στο δικαστήριο
Η ατμόσφαιρα, πάντως, μέσα στο δικαστήριο, καθ’ όλη τη διάρκεια της εισαγγελικής αγόρευσης, ήταν τεταμένη, με κάποιους από τους συγγενείς των θυμάτων, που όλα αυτά τα χρόνια ζητούσαν αυστηρότερη τιμωρία των ενόχων, να ξεσπούν κατά πάντων. Γροθιά στο στομάχι ήταν, ωστόσο, ο θρήνος μιας γυναίκας που έχασε τον γιο της στις φλόγες. Με δάκρυα στα μάτια, η χαροκαμένη μάνα φώναζε ότι δεν μπορεί να καταλάβει πώς ο χαμός τόσων ανθρώπων αποτιμήθηκε από τη Δικαιοσύνη με την απαγγελία κατηγοριών σε βαθμό πλημμελήματος. Μάλιστα, από νωρίς το πρωί συγγενείς θυμάτων εξέφρασαν την ενόχλησή τους προς την πρόεδρο του δικαστηρίου, επειδή με εντολή της οι αστυνομικοί τούς ζήτησαν να καθίσουν σε θέσεις αρκετά πίσω από τους κατηγορουμένους.
Συγγενείς: «Δεν είμαστε τρομοκράτες, ούτε εγκληματίες. Χαροκαμένοι είμαστε. Είναι προσβολή για εμάς να δίνετε εντολή να καθίσουμε τόσο πίσω».
Πρόεδρος: «Το δικαστήριο πρέπει να φροντίζει για τα πάντα. Ούτε και οι κατηγορούμενοι να νιώθουν πίεση».
Ακροατήριο: «Ντροπή σας! Τόσα χρόνια εδώ μέσα, επιτεθήκαμε ποτέ σε κανέναν από αυτούς; Είναι προσβολή αυτό για όλους εμάς».
Μετά την ολοκλήρωση της εισαγγελικής αγόρευσης, η δίκη θα συνεχιστεί το επόμενο διάστημα με τις αγορεύσεις των συνηγόρων υποστήριξης της κατηγορίας και της υπεράσπισης. Εν συνεχεία, το δικαστήριο, έπειτα από διάσκεψη, θα ανακοινώσει την ετυμηγορία του.
Η συγκλονιστική κατάθεση της 29χρονης Περσεφόνης στη δίκη
Σχεδόν επτά χρόνια μετά τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι, που στοίχισε τη ζωή σε 104 ανθρώπους, και λίγο προτού η εισαγγελέας του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων ολοκληρώσει την εισήγησή της επί της ενοχής ή μη των κατηγορουμένων για την τραγωδία της 23ης Ιουλίου 2018, μία από τους επιζώντες προχώρησε σε μια συγκλονιστική κατάθεση ψυχής, που προκαλεί σφίξιμο στο στομάχι. Περιγράφοντας η 29χρονη Περσεφόνη τις στιγμές απόλυτου τρόμου που βίωσε μαζί με τη γιαγιά της όταν βούτηξαν στη θάλασσα, σε μια απελπισμένη προσπάθεια να γλιτώσουν από την πύρινη λαίλαπα, είπε ότι η άτυχη ηλικιωμένη δεν τα κατάφερε, σε αντίθεση με εκείνη, που σώθηκε από ένα καΐκι που τη βρήκε να κολυμπάει μεσοπέλαγα μαζί με άλλους επιζώντες!
«Στις 23 Ιουλίου 2018 μπήκαμε στη θάλασσα στο Μάτι με τη γιαγιά μου, όχι για να κολυμπήσουμε -δεν κολυμπούσε άλλωστε πλέον στη θάλασσα, γιατί φοβόταν μην πάθει καρδιά-, ούτε για να χαρούμε το καλοκαίρι, αλλά για να σωθούμε. Η θάλασσα ήταν η μόνη μας επιλογή, η μόνη μας διέξοδος» έγραψε στην αρχή της συγκινητικής ανάρτησής της στο facebook. Σοκαριστικές είναι οι περιγραφές της για τις υπεράνθρωπες προσπάθειες που κατέβαλε προκειμένου να σώσει τη γιαγιά της, η οποία πάσχιζε να κρατηθεί στην επιφάνεια της θάλασσας, καθώς και για το πώς ένιωσε όταν δεν τα κατάφερε τελικά.
«Ζητούσα βοήθεια και έκλαιγα»
«Την κράταγα με δυσκολία και της έλεγα να μη με σφίγγει, γιατί θα πνιγούμε και οι δύο. Εκείνη στην αρχή έλεγε ασυναρτησίες, είχε ξεκινήσει ήδη να χάνει την επαφή με την πραγματικότητα, είχε ζαλιστεί από τον καπνό και από το νερό που έπινε, καθώς παλεύαμε να μείνουμε στην επιφάνεια. Αρχισε να βγάζει αφρούς από το στόμα και της γύρισαν τα μάτια. Ζητούσα βοήθεια και έκλαιγα με ουρλιαχτά. Δεν ήξερα τι να κάνω. Με πλησίασαν δύο παιδιά γύρω στα 30. Με ρώτησαν πώς με λένε, τους απάντησα. Τους είπα πως η γιαγιά μου μάλλον έχει πεθάνει και τους ζήτησα να με βοηθήσουν να τη βγάλουμε έξω στη στεριά. Μου είπαν πως δεν γίνεται να πλησιάσουμε έξω, να γυρίσουμε πίσω, πως η γιαγιά μου πέθανε και πως πρέπει να συνεχίσω το κολύμπι για να ζήσω, πως είμαι νέα. Μου είπαν να αφήσω τη γιαγιά μου και να πάω μαζί τους, να πάμε πιο πέρα, να μην έρχονται οι φλόγες και οι αναθυμιάσεις» έγραψε η 29χρονη.
Τέλος, περιέγραψε πώς διασώθηκε, όταν οι ελπίδες της ότι θα γλιτώσει είχαν αρχίσει να σβήνουν: «Ξαφνικά, εμφανίζεται ένα μικρό καΐκι. Ούρλιαξα με όλη μου τη δύναμη. Μας άκουσαν, δεν το πίστευα ότι μας άκουσαν! (…) Ηταν ένας Λαυριώτης καπετάνιος με οκτώ Αιγύπτιους ψαράδες, εργαζομένους στο ψαροκάικό του. Είχαν βγει να σώσουν ανθρώπους από την πυρκαγιά. Και μας έσωσαν πράγματι, αυτοί οι άνθρωποι μας έσωσαν από βέβαιο θάνατο. Ανεβήκαμε στο καΐκι, μας έδωσαν κουβέρτες, νερό και φρούτα. Οταν φτάσαμε στη Ραφήνα, το Λιμενικό μάς ζήτησε ονόματα για καταμέτρηση. “Πού ήσασταν; Πού ήσασταν τόσες ώρες;” τους ούρλιαζα. Ετρεξα στην αγκαλιά της αδελφής μου, συγγενείς και φίλοι μας ήταν εκεί, μου είπαν να πάω στο Κέντρο Υγείας. Εμαθα ότι ο μπαμπάς μου και η μαμά μου ζουν. Δεν τους είχαν φέρει ακόμη από την παραλία, περίμεναν βάρκα, η μαμά μου ρωτούσε αν είναι καλά η μαμά της, η γιαγιά μου. Ηταν η στιγμή που έπρεπε να τους πω και να συνειδητοποιήσω κι εγώ η ίδια ξεστομίζοντάς το ότι η γιαγιά πέθανε στα χέρια μου μέσα στη θάλασσα και αναγκάστηκα να την αφήσω πίσω για να σωθώ…» έγραψε.