«Δεύτερες σκέψεις» φαίνεται να έχει τώρα ο πρωθυπουργός για τον διαφημισμένο από τον ίδιο ελληνοτουρκικό διάλογο
Σε τακτική αναδίπλωση προχώρησε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης όσον αφορά τον πολυδιαφημισμένο από τον ίδιο ελληνοτουρκικό διάλογο, καθώς εμφανίστηκε στη προχθεσινή του συνέντευξη στον τηλεοπτικό σταθμό Alpha πρώτη φορά τόσο επιφυλακτικός για τη έκβασή του, παρά την πολιτική «των ήρεμων νερών» και της αισιοδοξίας που καλλιεργεί εδώ και περίπου έναν χρόνο.
Ο πρωθυπουργός για το θέμα αυτό, που ήταν και η βασική αφορμή της διαγραφής του Αντώνη Σαμαρά, υποστήριξε ότι, παρά το καλύτερο κλίμα, δεν έχει συντελεστεί ουσιαστική πρόοδος και ότι ένα εξαιρετικά πιθανό σενάριο είναι να συμφωνήσουν οι δύο χώρες ότι διαφωνούν. «Η Τουρκία επιμένει στις θέσεις της κι εμείς στις δικές μας» ανέφερε και υπογράμμισε πως δεν διαφαίνεται περιθώριο για συζήτηση σε βάθος, σχετικά με τη μία και μοναδική διαφορά για την ΑΟΖ και την υφαλοκρηπίδα. Η Τουρκία θέλει να συζητήσουμε κι άλλα θέματα, γεγονός που αυτή τη στιγμή δεν επιτρέπει καμία πρόοδο».
Αυτή η νέα τακτική του πρωθυπουργού κρίθηκε κατά τα φαινόμενα αναγκαία μετά τις έντονες επικρίσεις που δέχεται «περί ενδοτικότητας, υποχωρήσεων, και εφ’ όλης της ύλης διάλογο» και στόχο έχει να καθησυχάσει του επικριτές του και τους βουλευτές της Ν.Δ., οι οποίοι έχουν επηρεαστεί από το κλίμα αυτό, εν όψει των κρίσιμων ψηφοφοριών στη Βουλή για τον Προϋπολογισμό και την Προεδρία της Δημοκρατίας. Εξάλλου, στη συνέντευξή του αυτός ο στόχος του ήταν εμφανής. Είπε χαρακτηριστικά -μεταξύ άλλων- πως οι συζητήσεις με την Τουρκία γίνονταν επί δεκαετίες.
«Είναι άδικο και υπονομευτικό να λέει κάποιος πως έχουμε αλλάξει τακτική» ξεκαθάρισε ο πρωθυπουργός. «Αν παρουσιάζεται πως έχουμε συμφωνία με την Τουρκία, ότι θα μοιράσουμε το Αιγαίο και όλα όσα αναπαράγονται είναι ψεύτικα και παντελώς ανυπόστατα» τόνισε και πρόσθεσε: «Η ελληνική κυβέρνηση, αν έκανε συμφωνία, θα την έκανε μόνο εάν ήταν θετική για τα ελληνικά συμφέροντα, αλλά εγώ δεν το βλέπω αυτό προς το παρόν». Στη συνέχεια είπε πως αν το καλό κλίμα και η συζήτηση με την Τουρκία ερμηνεύτηκαν από κάποιους ως ενδοτικότητα, τότε το λάθος είναι δικό τους: «Μπορούμε να συμφωνούμε ότι διαφωνούμε».
Στο πλαίσιο αυτό ενέταξε και τη διαγραφή Σαμαρά, καθώς είπε πως δεν θα μπορούσε να επιτρέψει να αναπαράγονται «θεωρίες» που υπονομεύουν τον ίδιον, τον υπουργό Εξωτερικών και τον πρόεδρο της Κύπρου. Ο κ. Μητσοτάκης μάλιστα εμφανίστηκε βαθύτατα ενοχλημένος για το γεγονός ότι ο κ. Σαμαράς ζήτησε την εκδίωξη του υπουργού Εξωτερικών αλλά και για την αναφορά του περί «χαριεντισμάτων» με τον Ταγίπ Ερντογάν. Επιπλέον, ο κ. Μητσοτάκης εξέφρασε τη διαφωνία του και με τον κ. Καραμανλή για το ότι δεν εξυπηρετεί την εθνική ομοψυχία η διαγραφή του κ. Σαμαρά, λέγοντας αφενός μεν ότι διαφωνεί και αφετέρου ότι με τη διαγραφή προστάτευσε όχι μόνο την κυβέρνηση αλλά και την παράταξη. Επί της ουσίας ο κ. Μητσοτάκης διαχώρισε τον εαυτό του και την κυβέρνησή του από τους δύο πρώην πρωθυπουργούς, κάνοντας επίδειξη ισχύος.
Αναδίπλωση
Η συνέντευξή του είχε και μια άλλη τακτική αναδίπλωση, καθώς διέψευσε τα σενάρια που διακινούνται από κυβερνητικές πηγές περί αλλαγής του εκλογικού νόμου, τόσο ως προς τον πήχη εισόδου του 3% (να ανέβει στο 5%) όσο και ως προς τον τρόπο που απονέμεται το bonus στο πρώτο κόμμα. «Πρωτοβουλία της κυβέρνησης για αλλαγή του εκλογικού νόμου δεν θα υπάρξει» τόνισε. Η διάψευση αυτή ήταν φυσικά αναμενόμενη, καθώς τέτοια παρέμβαση σε τούτη την περίοδο θα φανέρωνε ηττοπάθεια, λόγω του ότι η Ν.Δ. δεν έχει και τις καλύτερες δημοσκοπικές επιδόσεις.