Ο Μητσοτάκης, που είχε ποντάρει στη Χάρις, έσπευσε να συγχαρεί τον νέο πρόεδρο, επιδιώκοντας να διαβεβαιώσει ότι οι σχέσεις των δύο χωρών παραμένουν σε άριστα επίπεδα
Τρέχουν και δεν φτάνουν στο Μέγαρο Μαξίμου μετά το σαρωτικό αποτέλεσμα του Ντόναλντ Τραμπ στις εκλογές των ΗΠΑ, το οποίο πυροδοτεί αλυσιδωτές διεθνείς εξελίξεις, οι οποίες επηρεάζουν και την ελληνική κυβέρνηση. Στο κυβερνητικό επιτελείο, παρά τη στρατηγική ουδετερότητας του προηγούμενου διαστήματος, ήταν κοινό μυστικό ότι είχαν ποντάρει στη νίκη της Κάμαλα Χάρις, η οποία θα παρείχε μεταξύ άλλων μια ασφάλεια στη συνέχιση της διπλωματικής στρατηγικής που έχει χαράξει η κυβέρνηση.
Οι εκ διαμέτρου αντίθετες φιλοσοφίες στην άσκηση πολιτικής μεταξύ Ντόναλντ Τραμπ και Tζo Mπάιντεν (με τον οποίο συντάχτηκε πλήρως ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε σειρά ζητημάτων) καθιστά αμφίβολη τη στάση της Ουάσινγκτον απέναντι στην Αθήνα και γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο αρκετά κυβερνητικά στελέχη εμφάνιζαν το προηγούμενο διάστημα σημάδια ανησυχίας για την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ, που πλέον είναι πραγματικότητα.
Η άνευ ορίων στήριξη της Ουκρανίας, η προώθηση της woke ατζέντας, η λογική του «προβλέψιμου» σύμμαχου αλλά και η αδυναμία διαχείρισης του αυξημένου κόστους ζωής συνοδεύουν τα κυβερνητικά πεπραγμένα και δεδομένα και αποτελούν «αγκάθια» σε σχέση με όσα πρεσβεύει ο ρεπουμπλικάνος πρόεδρος.
Την ίδια ώρα, όμως, η εκλογή Τραμπ φέρνει στο κυβερνών κόμμα ακόμα ένα σοβαρό πονοκέφαλο, καθώς τα ελληνικά κόμματα που κινούνται στα δεξιά της Ν.Δ. (Ελληνική Λύση, ΝΙΚΗ, Φωνή Λογικής), και τα οποία εμφανίζονται διαρκώς ενισχυόμενα, προσδοκούν σε περισσότερα οφέλη από το κοινωνικό ρεύμα που προκαλεί η νίκη του Ντόναλντ Τραμπ. Οι πιέσεις που δέχεται το κυβερνητικό στρατόπεδο από τα δεξιά της είναι ισχυρές, με τις διαρροές να αποτυπώνονται τόσο στις πρόσφατες ευρωεκλογές όσο και στις δημοσκοπήσεις. Αναμφίβολα αυτή η νέα συνθήκη είναι πιθανό να οδηγήσει σε αλλαγή στρατηγικής και αυστηροποίηση των εφαρμοζόμενων πολιτικών σε κοινωνικά ζητήματα ή σε θέματα ασφάλειας και μετανάστευσης.
Στενή συνεργασία
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μετά τις εκκλήσεις των προηγούμενων ημερών για στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης βλέποντας τον… Τραμπ να έρχεται, έσπευσε να συγχαρεί τον νέο πρόεδρο, επιδιώκοντας ταυτόχρονα να διαβεβαιώσει ότι οι σχέσεις των δύο χωρών παραμένουν σε άριστα επίπεδα. «Οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις θα συνεχίσουν να είναι σταθερά ισχυρές και παραγωγικές και στη νέα θητεία Τραμπ. Οι σχέσεις μας είναι στρατηγικές, με εθνικό και όχι παραταξιακό πρόσημο, κι αναμένω ακόμα πιο στενή συνεργασία μεταξύ και των δύο κυβερνήσεων αλλά και των δύο λαών» επισήμανε, μεταξύ άλλων, στη δήλωσή του ο Ελληνας πρωθυπουργός.
Εδώ και μέρες οι συνεργάτες του πρωθυπουργού τονίζουν ότι έχουν αναλύσει όλα τα σενάρια σχετικά με τις πιθανές αλλαγές που θα επιφέρει η επιστροφή του κ. Τραμπ στον Λευκό Οίκο, ενώ η ελληνική κυβέρνηση επιδιώκει να ανιχνεύσει τις προθέσεις του Τραμπ, ευελπιστώντας ότι η στρατηγική σχέση της Ελλάδας με την Ουάσινγκτον δεν θα διαταραχθεί κι αυτό προσπαθούν να επικοινωνήσουν στις δημόσιες τοποθετήσεις τους. Ομως ταυτόχρονα γνωρίζουν ότι η επιστροφή Τραμπ επαναφέρει στην ήδη ταραγμένη διεθνή σκακιέρα συγκεκριμένα στοιχεία, καθώς ο Ντόναλντ Τραμπ είναι απρόβλεπτος με ισχυρές «φιλίες» μακριά από το φάσμα του στενού πυρήνα ισχύος της Ε.Ε., ενώ οι απόψεις του δεν συμβαδίζουν πάντα με τις θέσεις της Ελλάδας.
Πάντως, είναι πιθανό η Ελλάδα να μην περιλαμβάνεται στις άμεσες προτεραιότητες της νέας κυβέρνησης Τραμπ που θα συγκροτηθεί μετά την ανάληψη των καθηκόντων του στις 20 Ιανουαρίου, καθώς θα απαιτηθεί ένα χρονικό διάστημα μέχρι ο νέος υπουργός Εξωτερικών να ενημερωθεί πλήρως για το χαρτοφυλάκιό του, ενώ ο νέος Αμερικανός πρέσβης δεν αναμένεται να οριστεί πριν από τα μέσα της επόμενης χρονιάς.
Αγωνία για τη νέα αμερικανική πολιτική στα Ελληνοτουρκικά
Παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα και οι ΗΠΑ είχαν μια ισορροπημένη σχέση στην προηγούμενη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ και ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε συναντηθεί μαζί του στην Ουάσινγκτον, στο Μέγαρο Μαξίμου επιχειρούν ξανά -υπό το κράτος μεγάλης αγωνίας- να ανιχνεύσουν την πολιτική που θα ακολουθήσει σχετικά με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και αναζητούν διαύλους επικοινωνίας.
Αυτόν τον στόχο είχε και η πρόσφατη ανεπίσημη συνάντηση στην Αθήνα του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον πρώην (επί Τραμπ) Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Μάικ Πομπέο, καθώς σημαντικό ρόλο θα παίξουν και τα πρόσωπα που θα διαχειριστούν τα κρίσιμα υπουργεία Εξωτερικών και Αμυνας στη νέα κυβέρνηση Τραμπ.
Σε κάθε περίπτωση πάντως και με δεδομένο ότι η επανεκλογή Τραμπ συμπίπτει με την έναρξη του ελληνοτουρκικού διαλόγου, κυβερνητικοί παράγοντες εκτιμούν ότι η νέα αμερικανική κυβέρνηση θα στηρίξει τον διάλογο και κάθε κίνηση που εκτονώνει ή λύνει διαφορές μεταξύ δύο συμμάχων και δεν απειλεί τη σταθερότητα και την αποτελεσματικότητα του ΝΑΤΟ στην περιοχή.
Ωστόσο δεν διαφεύγει της προσοχής του πρωθυπουργικού επιτελείου η καλή σχέση που έχει ο Ντόναλντ Τραμπ με τον Τούρκο πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν. Χθες ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, ερωτηθείς αν αυτή η καλή σχέση των δύο θα έχει επιπτώσεις στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, υπογράμμισε: «Μέσα στα χρόνια η Ελλάδα είναι μία πιο ισχυρή χώρα που έχει καταφέρει να διανύσει πολλά παραπάνω βήματα από άλλες γειτονικές χώρες. Δεν ετεροκαθορίζεται η πολιτική αμυντικής θωράκισης. Η Ελλάδα είναι μια χώρα που μετράει τόσο στον ευρωπαϊκό όσο και στον παγκόσμιο χάρτη. Ως προς την Τουρκία έχουμε επιλέξει τον δρόμο του διαλόγου, οποίος δεν είναι δρόμος καμίας υποχώρησης. Κι έχουμε καταφέρει να πετύχουμε κάποια σημαντικά πράγματα».
Στην κυβέρνηση ωστόσο υπάρχει η εκτίμηση πως η σχέση Τραμπ – Ερντογάν θα επηρεαστεί και θα δοκιμαστεί λόγω του πολέμου στη Μέση Ανατολή, δεδομένου ότι ο Ντόναλντ Τραμπ τάσσεται υπέρ του Ισραήλ, ενώ η Τουρκία έχει ταχθεί εναντίον του, υποστηρίζοντας τη Χαμάς.