Ταγίπ Ερντογάν και Φατάχ αλ Σίσι συμφώνησαν σε μια μακροπρόθεσμη συνεργασία στους τομείς ενέργειας, υγείας, τουρισμού και αμυντικής βιομηχανίας, προκαλώντας έντονο προβληματισμό στην Αθήνα
Ιδιαίτερη ανησυχία για τα εθνικά μας συμφέροντα προκαλεί η συνάντηση του προέδρου της Αιγύπτου Φατάχ αλ Σίσι με τον πρόεδρο της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν στην Αγκυρα. Οι δύο ηγέτες προεδρεύουν στη συνεδρίαση του Συμβουλίου Συνεργασίας Υψηλού Επιπέδου Τουρκίας – Αιγύπτου σε μια προσπάθεια περαιτέρω αναθέρμανσης των σχέσεών τους.
Στην ατζέντα των συνομιλιών βρέθηκαν μεταξύ άλλων οι προοπτικές μιας μακροπρόθεσμης συνεργασίας στους τομείς της ενέργειας, της υγείας, του τουρισμού και της αμυντικής βιομηχανίας – ένα πλαίσιο που οδήγησε τελικά στην υπογραφή 17 συμφωνιών ανάμεσα στις δύο πλευρές. «Το εμπόριο και η οικονομία αποτελούν την ισχυρότερη διάσταση της συνεργασίας μας. Τα τελευταία 10 χρόνια συνεχίσαμε να είμαστε μεταξύ των πέντε κορυφαίων εμπορικών εταίρων της Αιγύπτου. Προχωρούμε αποφασιστικά προς τον στόχο μας να αυξήσουμε τον όγκο του εμπορίου μας σε 15 δισεκατομμύρια δολάρια τα επόμενα πέντε χρόνια» σημείωσε ο Τούρκος πρόεδρος με φόντο τα deals που υπέγραψε με το Κάιρο.
Ο πάγος που είχε μπει στις διπλωματικές σχέσεις των δύο χωρών φαίνεται πως έχει λιώσει και μένει να φανεί τι αποτελέσματα θα έχει αυτή η επαναπροσέγγιση των δύο ηγετών. Υπενθυμίζεται ότι στις 5 Αυγούστου ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Χακάν Φιντάν επισκέφθηκε το Κάιρο, όπου πραγματοποίησε συνάντηση με τον νέο ομόλογό του Μπαντρ Αμπντελάτι. Τα αποτελέσματα των συνομιλιών φαίνεται πως ικανοποίησαν σε μη αναμενόμενο βαθμό τις δύο πλευρές κι έτσι συμφωνήθηκε να πραγματοποιηθεί και το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Αιγύπτου – Τουρκίας με τη συμμετοχή κατά το δυνατόν περισσότερων υπουργών με χαρτοφυλάκια που έχουν σχέση με την οικονομία. Επιπλέον, ο Ταγίπ Ερντογάν είχε επισκεφθεί στις 14 Φεβρουαρίου το Κάιρο, όπου συναντήθηκε με τον Αιγύπτιο ομόλογό του.
Οι παρασκηνιακές κινήσεις της τουρκικής πλευράς κινούνται πάντοτε με γνώμονα την ενίσχυση της θέσης της Αγκυρας στη διπλωματική σκακιέρα. Δεν έχουν περάσει παρά μόνο λίγες ημέρες από την παρουσία του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Χακάν Φιντάν στην άτυπη σύνοδο των Ευρωπαίων υπουργών Εξωτερικών και οι παρεμβάσεις του έδωσαν ξανά τον προκλητικό τόνο με τον οποίο σταθερά κινείται η Αγκυρα.
Η στάση της Αθήνας
Η Αθήνα παρακολουθεί τη συστηματική προσπάθεια της Τουρκίας να ρίξει γέφυρες στο Κάιρο, καθώς δεν θα ήθελε το γεγονός αυτό να διαταράξει τις σχέσεις μας με την Αίγυπτο. Οι μακροπρόθεσμες περιφερειακές εξελίξεις, των οποίων η Τουρκία επιδιώκει να διαδραματίσει κομβικό και κεντρικό ρόλο, προκαλούν προβληματισμό για το άμεσο μέλλον, τη στιγμή που η ελληνική κυβέρνηση επιδεικνύει μια στάση αναμονής και ανοχής στα όρια της αδιαφορίας για τις πρωτοβουλίες της Αγκυρας. Η Αίγυπτος εξαιτίας του πολέμου στη Μέση Ανατολή και του πολεμικού κλίματος στον Κόλπο του Aντεν έχει απολέσει σημαντικό ποσοστό των δύο βασικών πηγών συναλλάγματος: των εσόδων από τις διελεύσεις της Διώρυγας του Σουέζ και από τον τουρισμό. Εκεί ακριβώς αναμένεται να βασιστεί η Τουρκία με σκοπό να δελεάσει το Κάιρο, πετυχαίνοντας τις δικές της επιδιώξεις που περιλαμβάνουν την ανατολική Μεσόγειο μέχρι τη… Σομαλία.
Αναμφίβολα η συνεργασία Ελλάδας και Αιγύπτου αποτελεί ένα ισχυρό διπλωματικό χαρτί. Τον περασμένο Μάρτιο η Αίγυπτος και η Ε.Ε. υπέγραψαν ένα πακέτο ενίσχυσης με 7,5 δισ. ευρώ για την τετραετία 2024-27, με την Ελλάδα και την Κυπριακή Δημοκρατία να αποτελούν δύο θερμούς υποστηρικτές του Καΐρου σε αυτό το ζήτημα. Η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να διαφυλάξει τα αποτελέσματα των πολυετών προσπαθειών στην ανατολική Μεσόγειο που έφεραν την τμηματική συμφωνία οριοθέτησης Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) το 2020. Αλλωστε αυτή η τμηματική συμφωνία της Ελλάδας με την Αίγυπτο αποτελεί έως αυτή τη στιγμή το πλέον ισχυρό, ουσιαστικό και νομικό επιχείρημα της Αθήνας έναντι των συνεχιζόμενων εμπρηστικών και αυθαίρετων απόψεων που προβάλλει η Τουρκία με το αποκαλούμενο τουρκολιβυκό μνημόνιο.