Ο ΥπΑΑΤ Κώστας Τσιάρας ανακοίνωσε χθες την παράταση εκείνων που αφορούν την αναπαραγωγή, την πάχυνση και τη σφαγή
Δεν έχει τέλος ο εφιάλτης των κτηνοτρόφων, που βλέπουν τα αιγοπρόβατά τους να θανατώνονται κατά χιλιάδες, αφού κρούσματα πανώλης εντοπίστηκαν και σε μονάδες στην Κρήτη, σημαίνοντας νέο συναγερμό όχι μόνο στις υγειονομικές Αρχές, αλλά και στους επαγγελματίες του κλάδου. Οπως έγινε γνωστό το βράδυ της Τετάρτης, καταγράφηκαν στο Ηράκλειο δύο περιστατικά μόλυνσης, με αφετηρία τη Θεσσαλία, όπου έχουν βρεθεί τα περισσότερα στη χώρα.
Ειδικότερα, οι ελεγκτές της Διεύθυνσης της Κτηνιατρικής Υπηρεσίας της Περιφέρειας Κρήτης εντόπισαν ένα μολυσμένο ζώο σε ποιμνιοστάσιο στο χωριό Εθιά και ένα στο χωριό Παράνυμφοι. Το δεδομένο αυτό οδήγησε στη δέσμευση του συνόλου των ζώων και από τα δύο κοπάδια, τα οποία αριθμούν 350 μικρά μηρυκαστικά. Πρόκειται για εξόχως ανησυχητική εξέλιξη για την κτηνοτροφία της Κρήτης, καθώς η εξάπλωση της πανώλης θα έχει εφιαλτικές επιπτώσεις στον κλάδο. Στο πλαίσιο αυτό, το βράδυ της Τετάρτης πραγματοποιήθηκε έκτακτη σύσκεψη υπό τον περιφερειάρχη Σταύρο Αρναουτάκη, τον αντιπεριφερειάρχη Ηρακλείου Νίκο Συριγωνάκη και στελέχη της Κτηνιατρικής Υπηρεσίας, κι αποφασίστηκε η αυστηρή τήρηση των υγειονομικών πρωτοκόλλων στο σύνολο της περιφέρειας, σε περίπτωση εντοπισμού νέων κρουσμάτων, και η εντατικοποίηση των ελέγχων στο σύνολο του ζωικού κεφαλαίου του νησιού.
Την ίδια ώρα, ολόκληρη η χώρα παραμένει σε επιφυλακή, με τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης Κώστα Τσιάρα να ανακοινώνει χθες την παράταση των μέτρων που αφορούν την αναπαραγωγή, την πάχυνση και τη σφαγή, για μία εβδομάδα. Οπως επισήμανε, το υπουργείο πρέπει να έχει μια συνολική εικόνα της ζημιάς, προκειμένου να καταλήξει στο μέγεθος των αποζημιώσεων, ενώ ανέφερε πως εστάλη επιστολή προς τους υπουργούς Αγροτικής Πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ενωσης), τονίζοντας την προτεραιoποίηση του θέματος της πανώλης στην ατζέντα των συζητήσεών τους.
«Θέλω να ξεκαθαρίσω άλλη μία φορά ότι η πανώλη είναι μια ίωση, που αφορά αποκλειστικά τα αιγοπρόβατα. Δεν μεταδίδεται στον άνθρωπο και, προφανώς, δεν δημιουργεί κανένα απολύτως πρόβλημα για τη δημόσια υγεία» τόνισε και συνέχισε: «Σε ένα επόμενο επίπεδο, θέλω να σας ανακοινώσω ότι από το ένα κτηνιατρικό εργαστήριο που είχαμε, προκειμένου να κάνουμε τις πραγματικές διαπιστώσεις μέσω της PCR για το αν υπάρχει όντως ένα κρούσμα και να επιβεβαιώνεται αυτό, πλέον μπαίνουμε σε μία λογική να επεκτείνουμε αυτήν τη δυνατότητα σε άλλα δύο κτηνιατρικά εργαστήρια, ένα στη Λάρισα και ένα στη Θεσσαλονίκη, προκειμένου να υπάρξει πολύ ταχύτερη καταγραφή και βεβαίως εντοπισμός των κρουσμάτων. Επίσης, θα συγκροτηθεί μια επιτροπή εμπειρογνωμόνων, η οποία θα εξετάσει και την επιδημιολογική πορεία της νόσου, αλλά θα εντοπίσει και εάν υπήρξαν παραλείψεις, ακόμη και αν υπήρξαν έκνομες πράξεις».
Υπογράμμισε, δε, πως πρόκειται για την πρώτη φορά που αντιμετωπίσαμε μια ζωονόσο σε αυτήν την έκταση και με τόσο μεγάλα προβλήματα. «Είναι η πρώτη φορά που διενεργείται μια τόσο μεγάλη επιχείρηση, με τη συμμετοχή όλων των φορέων και των επιστημόνων, με πρωτοβουλία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, με σκοπό να κλείσει όσο το δυνατόν γρηγορότερα ο κύκλος και να μην υπάρξει επέκταση της νόσου. Μέχρι στιγμής, προορίζονται για θανάτωση 13.000 αιγοπρόβατα, σε σύνολο ζωικού κεφαλαίου 15.000.000 περίπου ζώων» κατέληξε.
Εντούτοις, η θανάτωση των ζώων έχει ήδη προκαλέσει ανησυχία όχι μόνο στους κτηνοτρόφους, αλλά και στους ειδικούς, που προβλέπουν αυξήσεις στις τιμές των προϊόντων. Σύμφωνα με τον καθηγητή Διεθνών Επιχειρηματικών Δραστηριοτήτων του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, Γιάννη Χατζηδημητρίου, τους επόμενους μήνες οι τιμές του αρνίσιου κρέατος, του γάλακτος και των παραγώγων του πρόκειται να πάρουν «φωτιά». Την άνοδο στις τιμές την αναμένει από το ερχόμενο φθινόπωρο και μετά, ενώ το ποσοστό της θα εξαρτηθεί από τις διαστάσεις που θα λάβει το πρόβλημα και μέχρι πότε αυτό θα διαρκέσει.
«Αν οι καταναλωτές δουν ότι οι τιμές των ελληνικών αρνιών έχουν “τσιμπήσει”, πιθανότατα ένα μεγάλο μέρος θα στραφεί στα εισαγόμενα. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο οι τιμές μπορεί να μη σημειώσουν μεγάλη αύξηση. Σε κάθε περίπτωση, η άνοδος των τιμών θα πρέπει να θεωρείται σίγουρη, ωστόσο για το ποσοστό της δεν μπορεί να γίνει τώρα καμία εκτίμηση, ιδίως από τη στιγμή που συνεχίζεται το πρόβλημα» εκτίμησε ο καθηγητής.