Κόλαφος η έκθεση του διεθνούς οίκου αξιολόγησης, που προέβαλε ως αιτίες το τεράστιο δημόσιο χρέος, την υψηλή ανεργία και την προβληματική ανάπτυξη
Κόλαφος είναι για την κυβέρνηση η έκθεση του διεθνούς οίκου αξιολόγησης Fitch, ο οποίος δεν προχώρησε στην αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας την περασμένη Παρασκευή. Αιτίες, όπως εξηγεί, είναι το τεράστιο δημόσιο χρέος, η υψηλή ανεργία, η δυναμική της ανάπτυξης και οι αδυναμίες στον τραπεζικό τομέα.
Αναφορικά με την ανάπτυξη, ο οίκος αναμένει ότι η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ θα είναι 2,3% το 2024 και 2,4% το 2025, έναντι 2% το 2023, πολύ πάνω από τον μέσο όρο της ευρωζώνης (1,1%), βοηθώντας την Ελλάδα να επιτύχει κάποια εισοδηματική σύγκλιση. «Η οικονομική ανάπτυξη θα καθοδηγείται από τις αυξήσεις στους πραγματικούς μισθούς, τη συνεχιζόμενη αύξηση της απασχόλησης και τις ισχυρές επενδύσεις» αναφέρει. Ο Fitch σημειώνει ότι οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης της Ελλάδας επηρεάζονται αρνητικά από τις χαμηλές αποταμιεύσεις/ επενδύσεις στην οικονομία και τα δυσμενή δημογραφικά στοιχεία, «αν και η ισχυρή δέσμευση για μεταρρυθμίσεις (ιδιαίτερα από την πλευρά της προσφοράς) θα βοηθούσε στο να φέρουν υψηλότερη και πιο ανθεκτική ανάπτυξη».
Αναφέρει ότι οι κίνδυνοι για έλλειψη εργατικού δυναμικού αυξάνονται, ιδιαίτερα σε κλάδους έντασης εργασίας, όπως ο τουρισμός και οι κατασκευές. «Για την ώρα, η δυναμική των μισθών είναι σχετικά περιορισμένη (4%), αλλά υπάρχει κίνδυνος να έχει πιο μόνιμη επίπτωση στον πληθωρισμό και να επηρεάσει πιθανό την ανεργία μεσοπρόθεσμα». Ο Fitch προβλέπει ότι θα συνεχιστεί η μείωση στο συνολικό έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης στο 0,8% του ΑΕΠ το 2025, με πρωτογενή πλεονάσματα που θα ανέρχονται κατά μέσο όρο στο 2,3% τη διετία 2024-2025, από 1,9% το 2023. «Η πρόσφατη επίδοση ενισχύθηκε από τις ισχυρότερες του αναμενόμενου εισπράξεις εσόδων και συγκράτηση των δαπανών».
Ο οίκος αναμένει ότι ο συνδυασμός ισχυρών δημοσιονομικών αποτελεσμάτων, σταθερών δαπανών για τόκους και μιας μέτριας ονομαστικής ανάπτυξης θα συνεχίσει να καθοδηγεί πτωτικά το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, στο 147,3% το 2025 από 161,9% το 2023 και κάτω από το 140% το 2028. Αυτό θα ήταν μια ουσιαστική προσαρμογή (το χρέος είχε κορυφωθεί στο 207% το 2020), αλλά και πάλι θα άφηνε το χρέος πολύ πάνω από τους μέσους όρους των χωρών με αξιόχρεο ΒΒΒ (55%) και των χωρών της ευρωζώνης (89,9%). Το ευνοϊκό προφίλ χρέους της Ελλάδας -όπως οι μακρές διάρκειες αποπληρωμής- περιορίζει σημαντικά τους κινδύνους της αγοράς, ενώ τα μεγάλα ταμειακά διαθέσιμα (35 δισ. ευρώ στο α’ τρίμηνο) χρησιμεύουν ως μαξιλάρι και θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για να μειώσουν περαιτέρω τα επίπεδα του χρέους.
Αβεβαιότητα
Ο Fitch σημειώνει ότι «υπάρχει κάποια αβεβαιότητα γύρω από μελλοντικές προσαρμογές αποθέματος – ροών», αν και κατά την άποψή του δεν θα επηρεάσουν δυσμενώς την ενισχυόμενη βελτίωση της δημοσιονομικής διαχείρισης της Ελλάδας. Οι υποχρεώσεις από εγγυήσεις ανέρχονται σε περίπου 29 δισ. ευρώ (12% του ΑΕΠ, περιλαμβανομένων των 17 δισ. ευρώ από το πρόγραμμα του «Ηρακλή»), ενώ μία πιθανή απόφαση της Eurostat το επόμενο έτος για επαναταξινόμηση των τόκων από δάνεια του EFSF θα μπορούσε να προσθέσει άλλα 12 δισ. ευρώ (5,6% του ΑΕΠ) στο απόθεμα του χρέους. Αυτό δεν θα επηρεάσει τις ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες ή τις προσδοκίες μας για συνέχιση μείωσης του δημόσιου χρέους.