Ο Γιάννης Στουρνάρας ξεκαθάρισε ότι για κάθε παροχή στήριξης θα πρέπει να μπαίνουν στα κρατικά ταμεία έξτρα ισόποσα έσοδα
Καμπανάκια κινδύνου χτύπησε ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας για την ελληνική οικονομία τονίζοντας πως «δεν υπάρχουν περιθώρια εφησυχασμού». Ο κεντρικός τραπεζίτης ούτε λίγο ούτε πολύ ανέφερε πως οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες προϋποθέτουν έναν συνετό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό σχεδιασμό, με περιορισμούς ως προς τη λήψη έκτακτων μέτρων.
«Η ανάδειξη του κανόνα δαπανών σε λειτουργικό κανόνα παρακολούθησης και συμμόρφωσης συνεπάγεται ότι τυχόν δημοσιονομικός χώρος θα αξιοποιείται για τη δημιουργία αποθεματικού ή και για τη μείωση του δημόσιου χρέους, ενώ οποιοδήποτε έκτακτο δημοσιονομικό μέτρο στην πλευρά των δαπανών θα πρέπει να χρηματοδοτείται από μέτρο ισόποσης αύξησης των εσόδων. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον δημοσιονομικών περιορισμών θα πρέπει να τεθούν ξεκάθαρες προτεραιότητες κατά τη λήψη πιθανών νέων στοχευμένων μέτρων στήριξης προς τις πιο ευάλωτες εισοδηματικές ομάδες» σημείωσε χαρακτηριστικά.
Με άλλα λόγια, ο κ. Στουρνάρας αποκάλυψε πως στο εξής ο όποιος δημοσιονομικός χώρος δημιουργείται δεν θα μπορεί να κατευθύνεται σε επιδόματα και παροχές και για να στηριχθούν τα ευάλωτα νοικοκυριά, π.χ. με 100.000.000 ευρώ θα πρέπει να μπαίνουν στα κρατικά ταμεία έξτρα ισόποσα έσοδα, δηλαδή επιβολή νέων φόρων! Επίσης επανέλαβε πως προτεραιότητα θα πρέπει να δοθεί στη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, μέσω της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής, και στην επαναξιολόγηση των υφιστάμενων φοροαπαλλαγών.
«Καμπανάκια»
Στην ομιλία του ο κεντρικός τραπεζίτης έκανε λόγο για τον κίνδυνο μεταρρυθμιστικής κόπωσης, σημειώνοντας πως «σε όρους διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας η κατάταξη της Ελλάδας στους σχετικούς σύνθετους δείκτες παρουσιάζει στασιμότητα ή και υποχώρηση μετά την αποτύπωση μεγάλης προόδου την προηγούμενη περίοδο (2020-22). Η Ελλάδα φαίνεται να υστερεί σε τομείς όπως η αποτελεσματική λειτουργία του κράτους, η επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης και η καταπολέμηση της γραφειοκρατίας».
Οι κίνδυνοι που περιβάλλουν την πρόβλεψη για την αύξηση του ΑΕΠ είναι κυρίως καθοδικοί και αφορούν:
1) το ενδεχόμενο περαιτέρω επιβράδυνσης του ρυθμού ανάπτυξης της ευρωπαϊκής οικονομίας,
2) την αυξανόμενη αβεβαιότητα, λόγω δυσμενών γεωπολιτικών εξελίξεων στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή, και τις επιπτώσεις της στο διεθνές οικονομικό περιβάλλον,
3) την τυχόν καθυστέρηση της υλοποίησης των δράσεων του Ταμείου Ανάκαμψης και τον βραδύτερο ρυθμό απορρόφησης των κονδυλίων,
4) την εμφάνιση μεταρρυθμιστικής κόπωσης, με αρνητικές συνέπειες στην παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα,
5) τις επιπτώσεις ενδεχόμενων φυσικών καταστροφών που συνδέονται με την κλιματική κρίση.
Ανάπτυξη 2,3%
Ρυθμό ανάπτυξης 2,3% προβλέπει για τη φετινή χρονιά η Τράπεζα της Ελλάδος. Η ιδιωτική κατανάλωση και οι επενδύσεις θα συνεχίσουν να αποτελούν βασικές κινητήριες δυνάμεις της ανάπτυξης, ενώ οριακά αρνητική θα είναι η συμβολή του εξωτερικού τομέα, καθώς η έντονη επενδυτική δραστηριότητα θα αυξήσει σημαντικά τις εισαγωγές. Ο γενικός πληθωρισμός αναμένεται να υποχωρήσει κι άλλο το 2024, στο 2,8%.
Στο δημοσιονομικό πεδίο, η TτΕ εκτιμά ότι το 2024 το πρωτογενές πλεόνασμα θα αυξηθεί σε 2,1% του ΑΕΠ. Το πρωτογενές πλεόνασμα για το 2023 αναμένεται να διαμορφωθεί σε 1,4% του ΑΕΠ ή και παραπάνω, σημαντικά υψηλότερο από την πρόβλεψη του Προϋπολογισμού (1,1% του ΑΕΠ).
Το δημόσιο χρέος προβλέπεται να αποκλιμακωθεί περαιτέρω σε 152,3% του ΑΕΠ το 2024, με βραδύτερο ρυθμό σε σχέση με τα προηγούμενα τρία έτη, καθώς η μείωση του πληθωρισμού αναμένεται να αντισταθμίσει τόσο την επιτάχυνση του πραγματικού ΑΕΠ όσο και τη μειωτική επίδραση από τη διεύρυνση του πρωτογενούς πλεονάσματος.