Αναφέρθηκε με… γαργαλιστικές λεπτομέρειες στον γάμο της με τον πατέρα των τριών παιδιών της, στην εξωσυζυγική σχέση που εκείνος είχε συνάψει, αλλά και στην ερωτική ζωή τους
Κεραυνούς» κατά του Μάνου Δασκαλάκη εξαπέλυσε χθες η Ρούλα Πισπιρίγκου συνεχίζοντας την απολογία της στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας για την υπόθεση θανάτου της πρωτότοκης κόρης τους Τζωρτζίνας. Η 35χρονη μητέρα από την Πάτρα αναφέρθηκε με… γαργαλιστικές λεπτομέρειες στον γάμο της με τον πατέρα των τριών κοριτσιών της, στην εξωσυζυγική σχέση που εκείνος είχε συνάψει, αλλά και στην ερωτική τους ζωή, η οποία, σύμφωνα με την εκδοχή της, συνεχιζόταν μέχρι και το πρωινό της σύλληψής της!
Συνεχίζοντας για τέταρτη ημέρα την απολογία της, η Ρούλα Πισπιρίγκου κλήθηκε από την πρόεδρο του δικαστηρίου να μιλήσει για τον γάμο της με τον Μάνο Δασκαλάκη, ο οποίος βρισκόταν και χθες στη δικαστική αίθουσα, και… απασφάλισε. «Τον γνώρισα το 2013 στο ποδόσφαιρο, ήταν ωραίος άνδρας. Δεν έχω μιλήσει γι’ αυτόν, γιατί μέχρι σήμερα μιλάμε για έναν ουρανοξύστη στον τελευταίο όροφο του οποίου βρίσκεται το παιδί μου και τώρα θα πρέπει να πάμε στο τρίτο υπόγειο» είπε η κατηγορουμένη και συνέχισε: «Η επιλογή μου αποδείχθηκε λανθασμένη, το είδα εκ των υστέρων. Το μόνο που του αναγνωρίζω είναι ότι δούλευε διαρκώς οπουδήποτε του έλεγαν».
Η Ρούλα Πισπιρίγκου είπε στη συνέχεια στο δικαστήριο πως ήταν πολύ ερωτευμένη με τον εν διαστάσει σήμερα σύζυγό της και πως ήταν κοινή τους απόφαση να δημιουργήσουν οικογένεια. Ομως όλα άλλαξαν -όπως υποστήριξε- το 2018, όταν ανακάλυψε πως ο Μάνος Δασκαλάκης είχε εξωσυζυγική σχέση με «μια γυναίκα που δούλευε σε μπαρ στην Πάρο και κάθε βράδυ πήγαινε με άλλον άνδρα». Αναφέροντας πολλές φορές πως εκείνη ήταν που είχε ζητήσει διαζύγιο από τον πατέρα των παιδιών της, η 35χρονη υποστήριξε πως ο τότε σύζυγός της παραδέχτηκε ότι την απατούσε και της είχε ζητήσει γονατιστός συγγνώμη.
Δηλητηριώδη βέλη
«Τον συγχώρησα τότε περισσότερο για χάρη των παιδιών, αλλά ήταν κάτι μέσα μου που με έτρωγε. Δεν το ξεπέρασα ποτέ όμως» είπε η Ρούλα Πισπιρίγκου, αναφέροντας μάλιστα στο ακροατήριο ότι παρά τις συγκρούσεις της με τον Μάνο Δασκαλάκη η ερωτική τους σχέση ήταν έντονη. «Οι ερωτικές μας επαφές δεν σταμάτησαν ποτέ. Ακόμη και το πρωί της σύλληψής μου… Πάντα με τούμπαρε με αυτό» είπε η κατηγορουμένη.
Συνεχίζοντας να εκτοξεύει δηλητηριώδη βέλη κατά του πατέρα των παιδιών της, η 35χρονη περιέγραψε έναν ανώριμο σύζυγο, που το μόνο που τον ένοιαζε ήταν να αποκτήσει ό,τι έβαζε στο μυαλό του. «Εγώ διαχειριζόμουν τα οικονομικά στο σπίτι και εκείνος είχε τα πάντα και πάντα προσπαθούσα να έχει ό,τι ζητούσε. Εβρισκα τρόπο για να μην έχει τα μούτρα μέχρι το πάτωμα» είπε και πρόσθεσε: «Δεν μπορούσα τη φαγωμάρα, οπότε πέρναγε το δικό του. Ηταν τερματοφύλακας και νόμιζε ότι είναι ο Μπουφόν. Του πήραμε ειδικά γάντια. Ηθελε iPhone και μετά βέσπα. Μετά άρχισε το τραγούδι. Αρχίσαμε μικρόφωνα, ακουστικά, κιθάρες, κονσόλες. Εγινε ο Πάριος ξαφνικά».
Η Ρούλα Πισπιρίγκου μίλησε και για τη δική της εξωσυζυγική σχέση σε διάστημα κατά το οποίο ζούσε -όπως είπε- χωριστά από τον τότε σύζυγό της. Οπως υποστήριξε, όταν ο Μάνος Δασκαλάκης έμαθε για τη σχέση της αυτή τη χαστούκισε.
«Με χτύπησαν στη ΓΑΔΑ για να καταθέσω ότι έδωσα κεταμίνη στην Τζωρτζίνα»
Η κατηγορουμένη είχε αναφερθεί νωρίτερα στις στιγμές της σύλληψής της και της μεταφοράς της στη ΓΑΔΑ, υποστηρίζοντας ότι αστυνομικοί τη χτύπησαν ώστε να καταθέσει ότι είχε δώσει κεταμίνη στην Τζωρτζίνα. «Με έβαλαν σε ένα γραφείο στη γωνία, με έγδυσαν, με έψαξαν παντού, μου έβγαλαν τα πάντα. Τους ρωτούσα “τι συμβαίνει; Γιατί είμαι εδώ;” και μου έλεγαν: “Δεν ξέρεις; Πες τα να τελειώνουμε, δεν θα μας φας όλη τη μέρα”. Μου έλεγαν: “Το έφαγες το παιδί, δεν την ξέρεις την κεταμίνη;”» είπε η Ρούλα Πισπιρίγκου και πρόσθεσε: «Τους ρώτησα αν είχαν συλλάβει και τον Μάνο και μου είπαν “όχι, αλλά δεν θέλει να σου ξαναμιλήσει”, καθώς και ότι οι γονείς μου θέλουν να πάνε στην Αργεντινή να αλλάξουν το όνομά τους ώστε να μη με ξέρουν».
Η 35χρονη αναφέρθηκε και στον κόσμο που είχε συγκεντρωθεί έξω από το σπίτι της στην Πάτρα την ημέρα της σύλληψής της, αναφέροντας χαρακτηριστικά: «Πρέπει να ήταν τουλάχιστον 1.500 άτομα. Ηθελαν να λιντσάρουν τους γονείς μου, που ήταν μέσα. Αυτά έρχονταν και μου τα έδειχναν σε βίντεο οι αστυνομικοί στη ΓΑΔΑ και μου έλεγαν “Κοίτα τι γίνεται έξω από το σπίτι σου”. Μου έδειχναν κάτι φωτογραφίες μοντάζ με σεντόνια από τον Κορυδαλλό που έγραφαν “Ρούλα σε περιμένουμε”. “Δεν είναι τίποτα”, μου έλεγαν, “μια πορτούλα θα αφήσουμε ανοιχτή και γεια σου μετά”».
Τέλος, η κατηγορούμενη μητέρα αναφέρθηκε και στις συνομιλίες της με δημοσιογράφους λίγο πριν από τη σύλληψή της. «Τα περισσότερα βίντεο με τη φωνή μου τα οποία έχουν δημοσιοποιηθεί είναι χωρίς την έγκρισή μου. Με έπαιρναν τηλέφωνο και εγώ απαντούσα, δεν είχα κάτι να φοβηθώ. Ομως έκανα λάθος. Δεν έκλαιγα στο τηλέφωνο και μετά έβγαιναν και έλεγαν “ύποπτη η μάνα”. Στο facebook απειλούσαν και την ίδια μου τη ζωή» είπε χαρακτηριστικά. Η απολογία της 35χρονης συνεχίζεται σήμερα με ερωτήσεις της έδρας.