Δεν τηρήθηκαν βασικές δεσμεύσεις που αναφέρονταν στο κείμενο της συμφωνίας στον εξωδικαστικό συμβιβασμό
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στον εξωδικαστικό συμβιβασμό της Siemens με το Ελληνικό Δημόσιο δεν τηρήθηκαν βασικές δεσμεύσεις από τη γερμανική πλευρά, όπως αυτή της ανάπτυξης και στελέχωσης της εταιρίας με 600 και πλέον υπαλλήλους, αλλά και η δημιουργία ενός εργοστασίου 700 θέσεων εργασίας με αυτόνομη επένδυση 60.000.000, που έμεινε επίσης στα χαρτιά.
Η πρόνοια αυτή ήταν σαφής στο κείμενο της συμφωνίας (τέταρτος όρος για «περαιτέρω επενδύσεις») και, σύμφωνα με ορισμένες ενδείξεις, είχε τεθεί εκ του ασφαλούς για να εξυπηρετήσει έναν προαποφασισμένο σχεδιασμό της Siemens Α.Ε.: τη μεταφορά του δικού της εργοστασίου της ΠΙΤΣΟΣ από του Ρέντη στην Ελευσίνα. Αυτό θα παρουσιαζόταν ως «νέα επένδυση 700 θέσεων εργασίας»…
Τα σχέδια όμως της μητρικής στη Γερμανία άλλαξαν και, αντί για μεταφορά του εργοστασίου στην Ελευσίνα, αποφασίστηκε πρόσφατα το… οριστικό λουκέτο και η πιθανή μεταφορά των δραστηριοτήτων της Pitsos στην Τουρκία.
Στις αιτιάσεις του Ελληνικού Δημοσίου ότι δεν τηρείται βασικός όρος της συμφωνίας η Siemens αντιπρότεινε να δημιουργηθεί ένα «παγκόσμιο κέντρο δεξιοτήτων για την ανάπτυξη βιομηχανικού λογισμικού», κάτι που βόλευε ίσως τις ανάγκες της εταιρίας σε γερμανικό έδαφος. Η ελληνική πλευρά, που ευλόγως ήθελε το εργοστάσιο, απέρριψε την πρόταση, όμως καμία κυβέρνηση (ούτε του Σαμαρά ούτε αργότερα του ΣΥΡΙΖΑ) δεν προχώρησε στην καταγγελία της σύμβασης.
Η σημερινή κυβέρνηση Μητσοτάκη δέχτηκε αδιαμαρτύρητα και νέα τετελεσμένα. Επί των ημερών της έκλεισε οριστικά το εργοστάσιο της ΠΙΤΣΟΣ στου Ρέντη και οι εργαζόμενοι βρέθηκαν στον δρόμο. Παρά τις αγωνιώδεις εκκλήσεις τους το Ελληνικό Δημόσιο φάνηκε να πείθεται από την προσχηματική δικαιολογία της Siemens ότι το λουκέτο της ΠΙΤΣΟΣ δεν αφορά τον εξωδικαστικό συμβιβασμό γιατί ανήκει σε κοινοπραξία με την Bosch! Οπως χαρακτηριστικά ειπώθηκε, «το εργοστάσιο έκλεισε τον κύκλο του και έπρεπε να παύσει η λειτουργία του»…
Για την ιστορία αξίζει να αναφέρουμε ότι ανεξάρτητα από την ανορθόδοξη και ελλιπή υλοποίηση που εγείρει ποινικές ευθύνες και πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο κοινοβουλευτικού ελέγχου, ο εξωδικαστικός συμβιβασμός με τη Siemens, εμφανώς επιζήμιος ως προς το περιεχόμενό του για το Ελληνικό Δημόσιο, προσβλήθηκε νομικά από τον Σύλλογο «Ελληνες Φορολογούμενοι» και ανεξάρτητους ιδιώτες στο Συμβούλιο Επικρατείας. Το Δ’ Τμήμα του Ανώτατου Δικαστηρίου με καθυστέρηση… τριών ετών λόγω απουσίας εκπροσώπησης του Ελληνικού Δημοσίου έκανε δεκτή την προσφυγή και παρέπεμψε την υπόθεση «λόγω μείζονος σπουδαιότητας» στην Ολομέλεια, κρίνοντας ότι οι Ελληνες φορολογούμενοι είχαν έννομο συμφέρον να προσβάλουν και να καταγγείλουν τη Συμφωνία ως προς τη νομιμότητά της, αιτούμενοι την ακύρωσή της.
Η τελική απόφαση βγήκε μόλις το… 2017, στην εκπνοή δηλαδή της τυπικής 5ετούς διάρκειας του εξωδικαστικού συμβιβασμού, κρίνοντας κατά πλειοψηφία ότι η αίτηση ακύρωσης είναι απαράδεκτη διότι οι προσφεύγοντες -άκουσον άκουσον- δεν είχαν έννομο συμφέρον, δεδομένου ότι η υπόθεση δεν αφορά φορολογικό θέμα!
Προς τιμήν τους τρία μέλη του δικαστηρίου μειοψήφησαν, ενώ ο εισηγητής Κωνσταντίνος Κουσούλης χαρακτήρισε τη Siemens «εγκληματική οργάνωση». Αντίθετα, ο εκπρόσωπος της γερμανικής εταιρίας στο δικαστήριο χαρακτήρισε τους προσφεύγοντες «επαίτες έννομου συμφέροντος»!
Κοροϊδία και με τις υποσχέσεις στη διάθεση εξοπλισμού για ευαίσθητες υπηρεσίες
Στη διάρκεια του εξωδικαστικού συμβιβασμού (2012-2017) οι Γερμανοί της Siemens, παρά τις μεγαλόστομες υποσχέσεις, υπήρξαν εξόχως φειδωλοί ως προς τη διάθεση υλικοτεχνικού εξοπλισμού για ευαίσθητες ελληνικές υπηρεσίες που καταπολεμούσαν τη διαφθορά. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2014 ο εισαγγελέας Ιωάννης Τέντες, από τη νεοσυσταθείσα θέση του Εθνικού Συντονιστή για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς, ζητούσε εξοπλισμό για τη στελέχωση της υπηρεσίας του από αυτό ακριβώς το κονδύλι των 90.000.000 ευρώ του εξωδικαστικού συμβιβασμού που προβλεπόταν για τέτοια χρήση.
Κι όταν διαπίστωσε ότι δεν «βλέπει φως», αναγκάστηκε να στείλει μια αιχμηρή επιστολή, που είδε το φως της δημοσιότητας, γράφοντας χαρακτηριστικά: «Η Επιτροπή δεν φαίνεται να επείγεται αφού η πρόεδρος εκτιμά ότι ο καθορισμός της διαδικασίας επιλογής και των κριτηρίων θα γίνει εντός των επόμενων μηνών, ενώ επί του παρόντος οι προτεραιότητες εστιάζονται μόνο στον τομέα της εκπαίδευσης και της κατάρτισης».
Το παράπονο του καλού εισαγγελέα ήταν εύλογο: Η Επιτροπή Εποπτείας με διακοσμητική επικεφαλής την υπάλληλο του υπουργείου Οικονομικών Πηνελόπη Παγώνη ελεγχόταν από τον εκπρόσωπο της Siemens, Bob Sikellis, ο οποίος είχε εντολή να αφήσει τα κονδύλια να… ξεκουράζονται μέχρι τη λήξη της πενταετίας. Τυπικά, από το κονδύλι των 90.000.000 ευρώ η Επιτροπή Εποπτείας ενέκρινε τη διάθεση 12.500.000 ευρώ για την αγορά ανιχνευτικών μηχανημάτων (σκάνερ) στα τελωνεία, 4.000.000 ευρώ για την εγκατάσταση συστήματος πληροφορικής στην Εισαγγελία Διαφθοράς, 16.800.000 ευρώ για εξοπλισμό φορέων που δραστηριοποιούνται κατά του ξεπλύματος μαύρου χρήματος (ΑΔΑΕ), 1.500.000 ευρώ για προμήθεια μηχανογραφικού εξοπλισμού στο υπουργείο Δικαιοσύνης. Επιπλέον 11.300.000 ευρώ είχε συμφωνηθεί ότι προορίζονται για την υποστήριξη δράσεων του Εθνικού Συντονιστή για τη Διαφθορά, δηλαδή του κυρίου Τέντε, που διαμαρτυρόταν ότι δεν έλαβε σεντ, ενώ στη συνέχεια η συγκεκριμένη υπηρεσία καταργήθηκε!
Υποτροφίες
Το μόνο που ενδιέφερε τους Γερμανούς εκείνη την περίοδο, στο πλαίσιο πάντα της «μορφωτικής διείσδυσης» που σφράγισε την περίοδο των Μνημονίων, ήταν να δίνονται εκατοντάδες υποτροφίες με σφραγίδα Siemens, ώστε να ξέρουν οι (περιζήτητοι στη Γερμανία) Ελληνες επιστήμονες ποιος πληρώνει για τις σπουδές τους…
Οι κολοβές «δράσεις στήριξης» της Siemens προς το Ελληνικό Δημόσιο χάνονται σε προμήθειες και διαγωνισμούς που τρέχουν ακόμα και στις μέρες μας μέσα σε ασαφές νομικό πλαίσιο και κατά κραυγαλέα παράβαση του πλαισίου της 5ετίας που όριζε ρητά η συμφωνία του 2012. Το γεγονός αναγκάστηκε να ομολογήσει και η ίδια η εταιρία, απαντώντας σε δημοσίευμα της «Εφημερίδας των Συντακτών», χωρίς ωστόσο να εξηγήσει ποιος εποπτεύει τη διαδικασία, αφού η παλαιότερη επιτροπή διαλύθηκε μετά τη λήξη της πενταετούς θητείας της χωρίς να υποκατασταθεί από άλλο όργανο!
Προσπερνώντας το γεγονός του νομικού κενού η εταιρία σημειώνει πως «συνεχίζει τη χρηματοδότηση των δράσεων της παροχής των 90.000.000, σύμφωνα με σχετική απόφαση της (σ.σ.: διαλυθείσας!) Επιτροπής Εποπτείας και ενημερώνεται σχετικώς το υπουργείο Οικονομικών».
Σχετικές απαντήσεις οφείλει πλέον να δώσει και το υπουργείο Οικονομικών αφού, σύμφωνα με πληροφορίες της «δημοκρατίας», η απελθούσα πρόεδρος της επιτροπής Πηνελόπη Παγώνη εξακολουθεί να συναντάται με στελέχη της Siemens, όπως η κυρία Καραπαναγιώτη και η νομική σύμβουλος της γερμανικής εταιρίας, για να εξετάσουν την «πρόοδο» σε εναπομείναντα προγράμματα στήριξης. Ενα από αυτά αφορά το πρόγραμμα «Κύθνος – Εξυπνο Νησί» που, σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές, χειρίζεται προσωπικά η Ναταλία Καραπαναγιώτη και αφορά ευρεία γκάμα δράσεων, από τη δημιουργία υβριδικών ΑΠΕ έως την εξοικονόμηση ενέργειας σε δημοτικά μέσα μεταφοράς, βελτίωση του οδοφωτισμού με «έξυπνους» λαμπτήρες κ.λπ.
Το έργο που γίνεται σε συνεργασία με τον τοπικό δήμο είχε προϋπολογισμό 8.000.000 ευρώ, αλλά παραμένει ασαφές αφενός το πότε και με ποια αιτιολόγηση εντάχθηκε στο πρόγραμμα των 90.000.000, καθώς και ποιο ποσό έχει εκταμιευθεί μέχρι σήμερα.
Ο ΟΤΕ δεν πρόκειται να εισπράξει δεκάρα
Οι αξιώσεις της ελληνικής κυβέρνησης απέναντι στη Siemens για το μεγάλο σκάνδαλο της δεκαετίας του 2000 με τα «μαύρα ταμεία» ενταφιάστηκαν οριστικά με τον εξωδικαστικό συμβιβασμό, πλην όμως υπάρχουν εκείνες του ΟΤΕ που αρχίζουν αρκετά χρόνια νωρίτερα, όταν ακόμη ο οργανισμός ανήκε στο Ελληνικό Δημόσιο και δεν είχε περάσει στα χέρια των Γερμανών.
Μία από τις βασικές απαιτήσεις που ο ΟΤΕ διεκδικεί νομικά αφορά βεβαίως την αμαρτωλή σύμβαση του 1992 για το 1.000.000 ψηφιακές παροχές που ανατέθηκε με διαγωνισμό, αφού η υπόθεση είχε περάσει από χίλια μύρια κύματα, επηρεάζοντας άμεσα το πολιτικό τοπίο και οδηγώντας στην πτώση της κυβέρνησης Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, έπειτα από την αποχώρηση-αποστασία Σαμαρά.
Επειτα από δύο χρόνια καθυστέρηση, 15 παρατάσεις και πολύ άγριο παρασκήνιο, προτιμητέος προμηθευτής κρίθηκε η Siemens σε κοινοπραξία με την Intracom του Σωκράτη Κόκκαλη, γνωστή για τις διασυνδέσεις της με γερμανικούς διαδρόμους εξουσίας… Ηταν η εποχή κατά την οποία στον ΟΤΕ μεσουρανούσαν τα «πράσινα στελέχη-τεχνοκράτες» του Κώστα Σημίτη, τα ίδια που λίγο αργότερα βρέθηκαν στο εδώλιο του κατηγορουμένου. Το 1996 άρχισαν οι πρώτες αγωγές του ΟΤΕ εναντίον της Siemens, ενώ ασαφές παραμένει αν ακολουθήθηκε παράλληλη ένδικη διαδικασία για την Intracom.
Φτάσαμε στις μέρες μας, τον Σεπτέμβριο του 2022, επί κυβερνήσεως του σημερινού Μητσοτάκη, για να απορριφθεί πρωτοδίκως η αγωγή μέσω της οποίας ο ΟΤΕ ζητούσε 28.000.000 από την Intracom. Ο οργανισμός τηλεπικοινωνιών όμως έχει πλέον εξαγοραστεί από το γερμανικό δημόσιο (Ντόιτσε Τέλεκομ) και η σημερινή διοίκηση του Μιχάλη Τσαμάζ δεν δείχνει ιδιαίτερα πρόθυμη να προχωρήσει σε δικαστικές διαμάχες, ειδικά με… άλλους Γερμανούς.
Παραμένει άγνωστο αν από μέρους του ΟΤΕ ασκήθηκε έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης που δικαίωνε τη Siemen, ενώ στην περίπτωση της Intracom η διοίκηση Τσαμάζ φαίνεται για ευνόητους λόγους να βάζει την υπόθεση οριστικά στο συρτάρι.
Αγνωστη παραμένει και η τύχη μιας άλλης αγωγής του ΟΤΕ, αυτή τη φορά απευθείας στα δικαστήρια του Μονάχου, για την πιο πρόσφατη υπόθεση των «μαύρων ταμείων». Σε αυτή τη περίπτωση ο ΟΤΕ διεκδικεί 68.000.000 ευρώ, αλλά στη σχετική εκδίκαση που αναμένεται να γίνει στο τέλος του μήνα δεν αναμένονται εντυπωσιακά αποτελέσματα, κυρίως γιατί οι Γερμανοί της… Αθήνας δεν επιθυμούν να έρθουν σε αντιπαράθεση με τους Γερμανούς της Siemens που διατηρούν ισχυρότατες προσβάσεις στη κυβέρνηση του Βερολίνου.
Συνολικά οι αξιώσεις του ΟΤΕ από τη Siemens (οι αντίστοιχες για την Ιntracom δεν είναι γνωστές γιατί, απ’ ό,τι φαίνεται, ο οργανισμός έχει ατύπως πάψει να τις διεκδικεί) αγγίζουν τα 100.000.000 ευρώ. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι και αυτό το ποσό έπρεπε να είχε συνυπολογιστεί στην απαίτηση του Ελληνικού Δημοσίου για αποζημίωση που κατέληξε στον επαίσχυντο εξωδικαστικό συμβιβασμό. Η Siemens στην περίπτωση της Ελλάδας την έβγαλε πολύ φθηνά, καθώς, όπως δείχνουν τα πράγματα, ούτε ο ΟΤΕ πρόκειται να εισπράξει δεκάρα από τη γερμανική εταιρία.