Το Μαξίμου για να πλήξει τη «δημοκρατία» άλλαξε τα κριτήρια υπαγωγής στο πρόγραμμα, με αποτέλεσμα την άνιση διανομή των κονδυλίων
Βαθαίνει η τριτοκοσμική διαχείριση του Τύπου στην Ελλάδα, καθώς η κυβέρνηση όχι μόνο συνεχίζει να «επενδύει» στον στραγγαλισμό των εκδοτικών επιχειρήσεων που δεν συμφωνούν διαρκώς με το έργο της, αλλά παράλληλα αδυνατεί να στηρίξει ουσιαστικά ακόμα και τις συμπολιτευόμενες εφημερίδες.
Την περασμένη Τετάρτη, όπως αποκάλυψε η «δημοκρατία», δημοσιεύτηκε σε ΦΕΚ (νύχτα) φωτογραφική τροποποίηση επί της κοινής υπουργικής απόφασης που αφορούσε το πρόγραμμα ενίσχυσης των εφημερίδων, προκειμένου να αλλάξουν τα κριτήρια υπαγωγής και να ελαχιστοποιηθεί ή και να μηδενιστεί η ενίσχυση που θα λάμβανε η εφημερίδα μας.
Μάλιστα, ο Γιάννης Μπρατάκος, που συνυπέγραψε την τροποποίηση, ως υπουργός Παρά τω Πρωθυπουργώ, υπεύθυνος για θέματα Τύπου, έδινε περιθώριο ουσιαστικά μιας εργάσιμης ημέρας προκειμένου να κατατεθούν εκ νέου δικαιολογητικά, ώστε τα περιθώρια να είναι ακόμα πιο απαγορευτικά για την εταιρία μας.
«Mαγείρεμα»
Οπως αναφέραμε και σε προηγούμενο ρεπορτάζ μας, τα αρχικά κριτήρια του προγράμματος ενίσχυσης είχαν προσδιοριστεί τον περασμένο Απρίλιο. Στη συνέχεια, τον Ιούλιο, η ΕΣΤΙΑ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΗ Α.Ε., δηλαδή η εταιρία από την οποία εκδίδεται και η «δημοκρατία», είχε συμπεριληφθεί στη λίστα με τις 27 επιχειρήσεις για τις οποίες αποφασίστηκε η υπαγωγή στο εν λόγω πρόγραμμα, έχοντας καταθέσει πρώτη έγκυρο και ολοκληρωμένο φάκελο, με διαφάνεια και συνέπεια στις προϋποθέσεις που η ίδια η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη είχε ορίσει.
Από τότε πέρασαν αρκετοί μήνες απραξίας, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται ερωτήματα ως προς το γιατί η κυβέρνηση δεν προχωρεί στην εφαρμογή του προγράμματος. Η απάντηση, τελικά, μπορεί να βρίσκεται στην τελευταία, φωτογραφική τροποποίηση. Ισως οι… εγκέφαλοι του Μαξίμου να έψαχναν τόσο καιρό τρόπο να πλήξουν τη «δημοκρατία». Ισως, από την άλλη, να κινήθηκαν κατά της εφημερίδας μας και για να θολώσουν τα νερά σε σχέση με το μπάχαλο που οι ίδιοι έχουν δημιουργήσει με τα κριτήρια που εξαρχής έθεσαν.
Η επιλογή να ενισχυθούν εκδοτικές εταιρίες κι όχι εφημερίδες, με εξτρά κριτήρια για επιπλέον μικρή ενίσχυση μόνο την παλαιότητα του τίτλου και τη συχνότητα της έκδοσης (εβδομαδιαία ή/και ημερήσια), έχει κωμικοτραγικά αποτελέσματα, που έγιναν ευδιάκριτα στη λίστα με τις 27 εταιρίες των οποίων η υπαγωγή αποφασίστηκε τον περασμένο Ιούλιο.
Εταιρίες όπως η Λυκαβηττός Εκδόσεις Μονοπρόσωπη ΙΚ, που εκδίδει την (ανύπαρκτης κυκλοφορίας) εφημερίδα «Στο Καρφί του Σ/Κου», εμφανίζονται να δικαιούνται ελάχιστα λιγότερα χρήματα από την εταιρία Alter Ego A.E., η οποία εκδίδει δύο ιστορικές εφημερίδες, με ημερήσια και μία κυριακάτικη έκδοση, αλλά και σημαντικές κυκλοφορίες («Τα Νέα» και «Το Βήμα»).
Ή εταιρίες με μία μόνο κλαδική έκδοση, όπως η Green Box Εκδοτική Α.Ε., που εκδίδει την εφημερίδα «ARGENDA», εμφανίζονται να δικαιούνται περισσότερα χρήματα από την «Εφημερίδα των Συντακτών», που έχει επίσης σημαντική κυκλοφορία, ημερήσιο φύλλο και διευρυμένο προσωπικό δυναμικό. Ως εκ τούτου, είναι μάλλον πολύ πιθανό οι -όχι αδικαιολόγητες- διαμαρτυρίες να ήταν έντονες για την επιλογή των κριτηρίων, που δημιουργούν άνισα αποτελέσματα στη διανομή του κονδυλίου.
Η ανικανότητα διαχείρισης ενός απλού προγράμματος από την κυβέρνηση αποκαλύφθηκε και πάλι με εκκωφαντικό τρόπο, όπως είχε αποκαλυφθεί και τον Δεκέμβριο του 2019. Τότε η κυβέρνηση, μέσω του κυβερνητικού εκπροσώπου εκείνης της εποχής Στέλιου Πέτσα (αυτού με τις μετέπειτα λίστες της ντροπής), είχε παγώσει το ίδιο πρόγραμμα εξαιτίας παρόμοιου… μπάχαλου και είχε υποσχεθεί να προσδιορίσει δικαιότερα τα κριτήρια, συστήνοντας συμβουλευτικές επιτροπές και υποεπιτροπές.
Κι επειδή η ιστορία όταν επαναλαμβάνεται παίρνει τη μορφή… κακοστημένης φάρσας, τώρα επέλεξε να επιτεθεί στη «δημοκρατία», με -μάλλον- διπλή στόχευση: αφενός τη φίμωσή μας, αφετέρου το μπέρδεμα της τράπουλας που η ίδια αδυνατεί να μοιράσει. Εκτός από τη μοίρα του Τύπου, όμως, μάλλον παίζει στα χαρτιά και τη δική της, αδυνατώντας να στηρίξει θεσμικά έναν από τους πυλώνες της δημοκρατίας.