Η πικρή αλήθεια κόντρα στα προεκλογικά αφηγήματα
Υποχώρηση κατά δύο θέσεις σε σχέση με πέρυσι παρουσιάζει η ανταγωνιστική θέση της Ελλάδας για το 2023, σύμφωνα με τα στοιχεία του International Institute for Management Development (IMD) της Ελβετίας, που δημοσιεύτηκαν χθες. Η χώρα μας βρίσκεται πλέον στην 49η θέση της σχετικής κατάταξης μεταξύ 64 χωρών, έναντι της 47η θέσης το 2022.
Ακόμη μια χρονιά δηλαδή βρίσκεται στις θέσεις χαμηλής ανταγωνιστικότητας, παρά το γεγονός ότι την τετραετία 2019-2023 βελτιώθηκε συνολικά κατά εννέα θέσεις. Η χαμηλή ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας προέρχεται από την υποχώρηση στις δύο από τις τέσσερις κατηγορίες δεικτών της μεθοδολογίας της Παγκόσμιας Επετηρίδας Ανταγωνιστικότητας του IMD. Ειδικότερα, η χώρα παρουσιάζει υποχώρηση στην κατηγορία των δεικτών της «Οικονομικής Αποδοτικότητας» κατά επτά θέσεις και από την 51η θέση πέρυσι βρίσκεται πλέον στην 58η και στην κατηγορία της «Επιχειρηματικής Αποτελεσματικότητας» όπου η Ελλάδα υποχώρησε κατά δύο θέσεις και από την 46η θέση το 2022 βρίσκεται πλέον στην 48η.
Αντιθέτως, σημειώθηκε βελτίωση στις δύο άλλες κατηγορίες δεικτών, στην «Κυβερνητική Αποτελεσματικότητα» κατά δύο θέσεις, με την χώρα μας να ανεβαίνει στην 53η θέση από την 55η πέρυσι, και στις «Υποδομές», στην οποία βελτιώθηκε κατά μία θέση, κατατασσόμενη στην 40ή θέση από την 41η το 2022.
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα η πρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδος (ΣΒΕ) Λουκία Σαράντη υπογράμμισε πως ο πληθωρισμός, το δημογραφικό πρόβλημα, η έλλειψη εξειδικευμένων εργατικού δυναμικού, η ενίσχυση της διεθνοποίησης και της εξωστρέφειας, το υψηλό κόστος ενέργειας, η υλοποίηση παραγωγικών επενδύσεων και ο περιορισμός της γραφειοκρατίας που αφορά την επιχειρηματικότητα πρέπει να αντιμετωπιστούν κατά προτεραιότητα, συνεχίζοντας τις μεταρρυθμίσεις που ήδη προωθούνται.
Για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της χώρας ο ΣΒΕ προτείνει μεταξύ άλλων τη λήψη μέτρων για την αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, τον σχεδιασμό των κατάλληλων πολιτικών για την κάλυψη του ελλείμματος σε προσωπικό συγκεκριμένων ειδικοτήτων και του χάσματος δεξιοτήτων, με προτεραιότητα στη βιομηχανία, στην προετοιμασία της χώρας, τόσο από άποψη υποδομών όσο και δημοσιονομικά, για την αντιμετώπιση μιας πιθανής ενεργειακής κρίσης τον προσεχή χειμώνα, αλλά και την εξειδίκευση της «Εθνικής Στρατηγικής για τη Βιομηχανία» για την επίτευξη του στόχου συνεισφοράς της βιομηχανίας κατά 15% στο ΑΕΠ της χώρας μέχρι το 2030.
Τα δυνατά και τα αδύνατα σημεία
Όπως προκύπτει από την έκθεση, τα «δυνατά σημεία» για τη χώρα μας βάσει των επιδόσεων που σημειώνει στους επιμέρους δείκτες μεταξύ των 64 οικονομιών είναι μεταξύ άλλων ο πραγματικός ρυθμός ανάπτυξης του κατά κεφαλήν ΑΕΠ (5η θέση), τα έσοδα από τον τουρισμό (7η θέση), ο αριθμός διαδικασιών για τη σύσταση μιας νεοφυούς επιχείρησης (6η θέση), τα κίνητρα για επενδύσεις (22η θέση), τα επίπεδα αμοιβών (20ή θέση), η παραγωγικότητα του εργατικού δυναμικού (28η θέση).
Αντίθετα, οι δείκτες στους οποίους η χώρα εμφανίζει υστέρηση είναι ο σχηματισμός ακαθάριστου πάγιου κεφαλαίου ως ποσοστό επί του ΑΕΠ (63η θέση), το εμπορικό ισοζύγιο (63η θέση), το συνολικό χρέος της Γενικής Κυβέρνησης (56η θέση), η αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας (56η θέση) και η υποστήριξη του χρηματοπιστωτικού συστήματος προς τις επιχειρήσεις (58η θέση).