Ο «δεινόσαυρος» της Βουλής είναι παγιδευμένος στη πολιτική κατάθλιψη, καθώς έχουν καταρρεύσει όλοι του οι στόχοι, ενώ παραμένει άφωνος και για το σκάνδαλο των υποκλοπών
Το σημερινό πρωινό δεν είναι, αλλά σίγουρα θα έπρεπε να ήταν εορταστικό και πανηγυρικό για τον Αντώνη Σαμαρά υπό κανονικές συνθήκες. Επειδή, πριν από 45 χρόνια ακριβώς, τα ξημερώματα της 21ης Νοεμβρίου 1977 (επί Εθνάρχη Κωνσταντίνου Καραμανλή), έπαιρνε τα τελικά αποτελέσματα των εκλογών της προηγούμενης ημέρας και ήταν πια σίγουρος ότι εκλεγόταν βουλευτής Μεσσηνίας σε ηλικία μόλις 26 ετών και χωρίς προηγουμένως να έχει κολλήσει ένσημα.
Όμως ο κ. Σαμαράς, όπως έλεγαν οι αγγελίες στα «Κοινωνικά» των παλιών εφημερίδων, σήμερα «δεν εορτάζει και δεν δέχεται επισκέψεις»! Ούτε στο σπίτι της Κηφισιάς ούτε στο εξοχικό ησυχαστήριο της πρόσφατης αυτοεξορίας του στο Λουτράκι ούτε στο προικώο γραφείο της οδού Δημοκρίτου ούτε στην πατρική οικία της οδού Μουρούζη ούτε στα καινούργια γραφεία στο κέντρο της Καλαμάτας.
Το πολύ πολύ να δεχτεί κανέναν βουλευτή της Ν.Δ. στο γραφείο που κατέχει, σε περίοπτη θέση, στη Βουλή με την ιδιότητα του πρώην πρωθυπουργού, επαναλαμβάνοντας τη συνήθη φράση του: «Απογοήτευση ο Κυριάκος, τον βοήθησα, τον βοήθησα πολύ και δεν μπορώ να πιστέψω ότι πηγαίνει τόσο άσχημα το κόμμα και τη χώρα».
Μέσα σε όλα αυτά, λογικό είναι το ερώτημα γιατί οι συνθήκες δεν είναι «κανονικές» για τον κ. Σαμαρά και γιατί δεν μπορεί να αναλάβει κάποια σοβαρή πρωτοβουλία, αφού -κατά βάθος- χαίρεται με την κατάρρευση του κύρους και της εικόνας του πρωθυπουργού Κυρ. Μητσοτάκη. Η απάντηση είναι απλή: Επειδή και ο ίδιος ο κ. Σαμαράς, κατά τη διάρκεια της δικής του πρωθυπουργικής θητείας, βυθίστηκε στην αναξιοπιστία, αναφωνώντας, ενώπιον της καγκελαρίου Ανγκελα Μέρκελ το 2012, «ουδείς αναμάρτητος» για την προηγούμενη στάση του στο Μνημόνιο. Πνίγηκε, επίσης, στην αναλγησία, αρνούμενος (κατόπιν εισήγησης του μοιραίου συμβούλου του Στ. Παπασταύρου στη ΔΕΘ του 2014) ακόμα και τις 40 δόσεις για χρέη στην Εφορία και στα Ταμεία, ενώ μετά ο Αλ. Τσίπρας τις έκανε 100 και ο Κυρ. Μητσοτάκης 120. Τα λάθη Σαμαρά – Παπασταύρου ήταν που έφεραν τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία.
Παράλληλα, η περίπτωση του κ. Σαμαρά έχει μια πρωτοτυπία διεθνούς επιπέδου, επειδή εξευτελίστηκε -πολιτικά και ηθικά- όχι τόσο πολύ κατά την πρωθυπουργική του θητεία, αλλά μετά τη λήξη της. Τον Ιανουάριο του 2015 αρνήθηκε να παραδώσει το Μέγαρο Μαξίμου και τους απόρρητους υπηρεσιακούς φακέλους του κράτους στον Αλ. Τσίπρα, περιφρονώντας τις δημοκρατικές διαδικασίες. Οι -ολίγοι εναπομείναντες- υποστηρικτές του κ. Σαμαρά λένε πως αισθανόταν προσβεβλημένος επειδή ο κ. Τσίπρας είχε χρησιμοποιήσει βαρύτατους χαρακτηρισμούς εναντίον του.
Οι επικριτές του κ. Σαμαρά λένε πως «δεν ξέρει να χάνει» και ότι ντρόπιασε την παράταξη, αφού η Κεντροδεξιά είχε πάντα ψηλά το κεφάλι και σέβεται τους θεσμούς. Αλλωστε, ο κ. Σαμαράς είχε ζήσει, το 1981, την αξιοπρεπή παράδοση της εξουσίας από τον Γεώργιο Ράλλη στον Ανδρέα Παπανδρέου και την άψογη στάση του Ευ. Αβέρωφ, το 1984, όταν δρομολόγησε τις διαδικασίες διαδοχής του στη Ν.Δ. Κάποιοι παλιοί φίλοι του κ. Σαμαρά θυμούνται ακόμα την αγανάκτηση του ιδίου (και όλης της Ν.Δ.), όταν το ΠΑΣΟΚ παρέδωσε άδεια υπουργικά γραφεία στην κυβέρνηση Τζαννετάκη τον Ιούλιο του 1989.
Ο επόμενος εξευτελισμός του κ. Σαμαρά ήρθε τον Μάρτιο του 2015, όταν αναφώνησε το ιστορικό «Μακάρι να είχαμε 10 Παπασταύρου», αναφερόμενος στον σύμβουλό του που ήταν εκ των μεγάλων πρωταγωνιστών της «λίστας Λαγκάρντ», και λίγους μήνες μετά αποδείχθηκε ότι διοικούσε τουλάχιστον τέσσερις offshores μέσα από το Μαξίμου. Ως γνωστόν, αν και ο κ. Παπασταύρου πανηγυρίζει ότι αθωώθηκε, η αλήθεια είναι ότι αξιοποίησε την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για την παραγραφή ελέγχου φορολογικών υποθέσεων στα πέντε χρόνια αντί των 10 που ίσχυε έως το 2020. Δεν το λες και δικαίωση!
Ο κατήφορος του πρώην πρωθυπουργού συνεχίστηκε το 2020, όταν μεθόδευσε το κοινοβουλευτικό και δικαστικό πραξικόπημα παραπομπής στο Ειδικό Δικαστήριο όσων ερευνούσαν τα σκάνδαλα της Novartis και της «λίστας Λαγκάρντ», αντί να συρθούν στα δικαστήρια οι πραγματικοί ένοχοι και το Ελληνικό Δημόσιο να πάρει πίσω τα χρήματά του. «Θα τους πάω μέχρι τέλους» ήταν η διάσημη και επαναλαμβανόμενη έκφραση του κ. Σαμαρά, αλλά ο Αρειος Πάγος, με το αμετάκλητο και ομόφωνο βούλευμά του τον Ιούνιο του 2022, έκρινε ότι εισαγγελείς και δημοσιογράφοι είχαν δικαίωμα (και υποχρέωση!) να ερευνήσουν τα δύο σκάνδαλα.
Το βούλευμα αθώωσε όσους είχε άδικα ενοχοποιήσει, προηγουμένως, το (έμπνευσης Σαμαρά) διάτρητο παραπεμπτικό πόρισμα της Επιτροπής της Βουλής.
Νωρίτερα, είχε δημοσιοποιηθεί και το κείμενο συμβιβασμού της Novartis με το υπουργείο Δικαιοσύνης και την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ, όπου η ελβετική φαρμακευτική εταιρία παραδέχεται και πληρώνει τεράστιο πρόστιμο για «αθέμιτες πρακτικές» (δωροδοκίες) σε «αξιωματούχους» στην Ελλάδα.
Κατόπιν όλων αυτών, με ποιο ηθικό ανάστημα να μιλήσει και πώς να κινηθεί ο κ. Σαμαράς κατά του κ. Μητσοτάκη στο σκάνδαλο των υποκλοπών; Βρίσκεται πάντα αιχμάλωτος του βούρκου της «λίστας Λαγκάρντ» και παραμένει άφωνος για τις υποκλοπές, ενώ ταυτόχρονα εξακολουθεί να εκφράζει οργή κατά του σημερινού πρωθυπουργού, επειδή δεν τον πρότεινε για επίτροπο στην Ε.Ε. ή Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Γι’ αυτό και όλοι απορούν αν, κατά τα εγκαίνια το ιδρύματος Σαμαρά στις 7 Δεκεμβρίου, ο πρώην πρωθυπουργός θα αποτολμήσει -πέρα από τα άσφαιρα λόγια κατά των Τούρκων «πειρατών» κ.λπ.- να περάσει και στα πολιτικά έργα. Μήπως και καταφέρει, αν και ο ίδιος είναι πια «δεινόσαυρος» (όπως ειρωνευόταν τους Κων. Καραμανλή, Κων. Μητσοτάκη και Αν. Παπανδρέου στις αρχές της δεκαετίας του ’90), να επιβιώσει στο επερχόμενο νέο πολιτικό σκηνικό.