Στην ομιλία του στα Ανώγεια αντέκρουσε τα επιχειρήματα Μητσοτάκη για τους κοριούς και ζήτησε να χυθεί φως στο σκάνδαλο
Καταλυτική παρέμβαση στο σκάνδαλο των τηλεφωνικών υποκλοπών και των κυβερνητικών ευθυνών έκανε χθες ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής στην εκδήλωση μνήμης στα Ανώγεια για τα δέκα χρόνια από τον θάνατο του Γιάννη Κεφαλογιάννη.
- Από τον Πάνο Σώκο
Με μια ομιλία – σηματοδότη των αρχών και των αξιών της παράταξης στις οποίες αναφέρθηκε σκιαγραφώντας την προσωπικότητα του πρώην υπουργού (παρουσία της Ολγας Κεφαλογιάννη, την οποία χαρακτήρισε άξια διάδοχο του πατέρα της), αμφισβήτησε και αντέκρουσε ένα προς ένα τα επιχειρήματα που έχουν δώσει ο Κ. Μητσοτάκης και η κυβέρνηση, ενώ ζήτησε να χυθεί άπλετο φως.
Ο πρώην πρωθυπουργός αναφέρθηκε στο θέμα των υποκλοπών στο σημείο εκείνο της ομιλίας του που μίλησε για το γεγονός ότι ο Γιάννης Κεφαλογιάννης «είχε ασυμβίβαστη προσήλωση στα θέματα διαφάνειας», θέλοντας μέσω αυτού του τρόπου να τονίσει τις αρχές και τις αξίες της παράταξης.
«Διαύγεια και διαφάνεια είναι άλλωστε θεμελιώδη ζητούμενα για σύννομο και ομαλό δημόσιο βίο» είπε ο κ. Καραμανλής και πρόσθεσε: «Ακόμη περισσότερο όταν προκύπτουν ζητήματα όπως αυτό της παρακολούθησης τηλεφώνου πολιτικού αρχηγού, δημοσιογράφου ή κάθε πολίτη». Στο σημείο αυτό ο πρώην πρωθυπουργός ξεκαθάρισε με κατηγορηματικό τρόπο ότι «σε τέτοιου είδους καταστάσεις η κάθαρση επέρχεται μόνο εφόσον αποσαφηνιστούν πλήρως. Το θέμα είναι τόσο βαρύ και σοβαρό, που δεν επιτρέπεται ούτε αντέχεται να μείνουν σκιές ιοβόλες για τη δημοκρατική ομαλότητα. Φως λοιπόν! Απλετο φως!».
Σύμφωνα με τον κ. Καραμανλή:
1. «Το να προκλήθηκαν τα γεγονότα αυτά από κυβερνητική πρωτοβουλία είναι, εκτός από αντιδημοκρατικό, και παράνομο, τόσο πέρα από κάθε όριο νοσηρής φαντασίας και πολιτικής ανοησίας, που είναι αδιανόητο». Με τη διατύπωση ο πρώην πρωθυπουργός:
Πρώτον, υποστηρίζει ότι η παρακολούθηση είναι αντιδημοκρατική και παράνομη, ενώ η κυβέρνηση σε όλους τους τόνους, ακόμα και ο ίδιος ο πρωθυπουργός, καλύπτεται πίσω από το επιχείρημα ότι είναι «νόμιμη η παρακολούθηση», ανεξαρτήτως του αν δεν έπρεπε να γίνει.
Δεύτερον, θεωρεί αδιανόητο να έγινε η παρακολούθηση από κυβερνητική πρωτοβουλία, μόνο και μόνο επειδή είναι νοσηρή και πολιτικά ανόητη πράξη… Η δήλωση αυτή επιδέχεται διπλή ερμηνεία, από τη μια, ότι δεν μπορεί ο ίδιος να πιστέψει πως μια κυβέρνηση θα έκανε κάτι τόσο νοσηρό και ανόητο και, από την άλλη, ότι αυτό δεν σημαίνει ότι δεν το έκανε.
2. «Παραμένει όμως επιτακτική η ανάγκη να ξεκαθαριστεί ποιοι και με ποια δικαιολογία ζήτησαν κάτι τέτοιο και ποιοι και πώς το ενέκριναν». Ο πρώην πρωθυπουργός με τη φράση αυτή ζητά να απαντηθεί με καθαρό και απόλυτο τρόπο το ερώτημα που αποφεύγει όπως ο διάβολος το λιβάνι να απαντήσει η κυβέρνηση, δηλαδή για ποιον λόγο ζητήθηκε η παρακολούθηση του τηλεφώνου του κ. Ανδρουλάκη, ποιοι τη ζήτησαν και ποιοι την ενέκριναν, ενώ δηλώνει σαφώς ότι δεν πείστηκε από τις εξηγήσεις που έχει δώσει ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης στη Βουλή πριν από λίγες μέρες.
3. Ο κ. Καραμανλής απορρίπτει κατηγορηματικά τα περί απορρήτου που επικαλείται η κυβέρνηση, δηλώνοντας κατηγορηματικά ότι «η επίκληση του απορρήτου σε τέτοιες περιπτώσεις υποτάσσεται στην ανάγκη κάθαρσης του δημόσιου βίου».
4. Παράλληλα, θεωρεί πως προηγείται να έρθουν όλα στο φως και μετά «με διακομματική συνεργασία να γίνουν οι διορθώσεις του θεσμικού καθεστώτος που διέπει και την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου αλλά και την εν γένει λειτουργία των μυστικών υπηρεσιών».
Αιχμηρές ήταν και οι αναφορές του Κώστα Καραμανλή στην εξωτερική πολιτική, ιδίως όταν υπενθύμισε ότι «στα μεγάλα εθνικά θέματα δεν χωρούν παραχωρήσεις».
Είναι μια σαφής μομφή που έχει επαναλάβει ο πρώην πρωθυπουργός για τον σημερινό ηγέτη της Ν.Δ. Κυριάκο Μητσοτάκη, αναδεικνύοντας μια στέρεη στρατηγική αντίληψη για όσα συμβαίνουν στις μέρες μας. Οπως διαπίστωσε χωρίς περιστροφές, οι σημερινές κρίσεις που διαχέονται από την Ουκρανία και τη ΝΑ Ασία μέχρι τα Βαλκάνια εγκυμονούν νέες εντάσεις.
Σε αντίθεση δε με τον καλλιεργούμενο εφησυχασμό, δεν δίστασε να αναφερθεί στην «αποκαρδιωτική εικόνα της Δύσης» και στο «εμφανές έλλειμμα ηγεσίας», και μάλιστα «εν μέσω ενεργειακής, επισιτιστικής και οικονομικής κρίσης, που επιβαρύνει δυσβάσταχτα τις ευρωπαϊκές χώρες και πρωτίστως τα ασθενέστερα κοινωνικά στρώματα, και προκαλεί αυξανόμενη κοινωνική δυσαρέσκεια και απαξίωση των πολιτικών συστημάτων». Ειδικά για την Ευρώπη υπογράμμισε την ανάγκη «να αφυπνιστεί, να πάρει πρωτοβουλίες, να αντιδράσει συντονισμένα και τολμηρά», προειδοποιώντας ότι «διαφορετικά, μας περιμένουν δυσάρεστες εξελίξεις».
Για την Ελλάδα διαπίστωσε ότι η κατάσταση επιβαρύνεται ακόμη περισσότερο «από την κλιμάκωση της προκλητικής συμπεριφοράς της Τουρκίας σε όλα τα μέτωπα, από την ανατολική Μεσόγειο και την Κύπρο μέχρι το Αιγαίο και τη Θράκη», άλλοτε «με τη σύμπραξη και άλλοτε με την ανοχή ή επιτήδεια ουδετερότητα των βασικών πρωταγωνιστών της διεθνούς ζωής».