Οι ρίζες των ανθρώπων αυτού του τόπου είναι τελικά πολύ βαθιές. Οσο κι αν διάφοροι, με συγκεκριμένη στόχευση (μαζί με τη συγκυρία της εποχής, αλλά και κάθε λογής μόδες), προσπαθούν να ξεριζώσουν την πίστη και την αγάπη για την πατρίδα από τους Ελληνες, αυτό δεν επιτυγχάνεται. Υπάρχουν ακόμα αντιστάσεις, ακόμα κι αν τα πράγματα δεν είναι όπως παλιά.
Είναι παρήγορο όμως ότι, σε αυτή την ψεύτικη και κάλπικη εποχή της ισοπέδωσης, οι εκκλησίες μας γεμίζουν. Λαμπρό παράδειγμα, ο εορτασμός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου σε κάθε γωνιά και ξωκλήσι της χώρας. Η συμμετοχή νέων παιδιών και πολλών οικογενειών που νιώθουν την ανάγκη να μεταλαμπαδεύσουν στις επόμενες γενιές τις αξίες της παλιάς Ελλάδας. Αυτής που δακρύζει ακόμα με τον εθνικό ύμνο και συγκινείται με το «Χαίρε, η μεταστάσα προς τα άνω βασίλεια».
Βεβαίως, δεν έγιναν ξαφνικά όλα αισιόδοξα επειδή γέμισαν οι ναοί τον Δεκαπενταύγουστο. Ούτε αρκούν δυο τρεις μέρες τον χρόνο για να βγάλουμε τέτοια συμπεράσματα. Ομως, είναι παρήγορο ότι, κόντρα στα κελεύσματα της εποχής, η πλειονότητα των Ελλήνων νιώθει την ανάγκη να ανάψει ένα κεράκι στην Υπεραγία Θεοτόκο και να επικαλεστεί τη βοήθειά της. Ακόμα και στα πιο τουριστικά μέρη, τα εκκλησάκια ήταν πόλος έλξης των επισκεπτών. Αυτό κάτι δείχνει. Ας μην το υποτιμάμε.
Η Παναγία άλλωστε είναι ταυτισμένη με τους καημούς, αλλά και τους αγώνες του λαού μας από την εποχή του Βυζαντίου ακόμα. Οπως ακριβώς το περιέγραφε ο Φώτης Κόντογλου: «Θαρρείς πως ο αγέρας, τα βουνά, oι θάλασσες της Ελλάδας, τα χωριά oι πολιτείες γεμίσανε ευωδία πνευματική απ’ αυτό το χρυσούν θυμιατήριον, απ’ αυτή την μανναδόχον στάμνον που έχει μέσα μύρον το ακένωτον. Οι γυναίκες μας είναι στολισμένες με τ’ όνομά της, τα βουνά μας, οι κάμποι, τα νησιά, τ’ ακροθαλάσσια είναι αγιασμένα από τα ξωκκλήσια της, τα καράβια μας έχουν γραμμένο απάνω στη μάσκα και στην πρύμη το γλυκύτατο τ’ όνομά της. Αληθινά στην Ελλάδα μας “επί Σοι χαίρει, Κεχαριτωμένη, πάσα η κτίσις”, “Για Σένα, χαίρεται όλη η πλάση”. Τώρα που κοιμήθηκες, θαρρείς πως η χαρά γίνηκε πιο μεγάλη, η θλίψη άλλαξε σε αγαλλίαση, η ελπίδα ζωήρεψε αντί να αποσκιάσει και πλημμύρισε τις καρδιές μας. Τ’ αγέρι φυσά γλυκύτερα στα κουρασμένα πρόσωπά μας, τα δέντρα σαν να γενήκανε πιο χλωρά, τ’ αυγουστιάτικο κύμα σαν να αρμενίζει πιο δροσερό μέσα στο πέλαγο και αφρίζει φουσκωμένο από χαρά μεγάλη, το κάθε τι πανηγυρίζει κι αγάλλεται».
Χρόνια πολλά!