Δήλωσε πως θα οπισθοχωρήσει ο υπουργός Δικαιοσύνης Κώστας Τσιάρας και θα αφαιρέσει από το νομοσχέδιο που έχει καταθέσει στη Βουλή σκανδαλώδη διάταξη η οποία οδηγούσε στην κατάργηση της επετηρίδας δικαστών και εισαγγελέων και επομένως στη δυνατότητα χειραγώγησης της Δικαιοσύνης από πολιτικές δυνάμεις.
Από τη Μαρία Παναγιώτου
Συγκεκριμένα, στο νομοσχέδιο με τίτλο «Κώδικας Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών», που βρίσκεται και σήμερα στο στάδιο της επεξεργασίας από τη Διαρκή Επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης της Βουλής, προβλεπόταν στο άρθρο 89 παρ. 8 ότι «θα μπορεί να προάγεται σε αρεοπαγίτης «πρόεδρος Εφετών ή εφέτης, με επτά τουλάχιστον έτη υπηρεσίας στον βαθμό του εφέτη και συνολική πραγματική δικαστική υπηρεσία είκοσι έξι (26) τουλάχιστον ετών, ύστερα από αίτησή του». Μάλιστα, αντίστοιχη πρόβλεψη υπήρχε και για τον βαθμό του αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου στο ακριβώς επόμενο άρθρο της ίδιας διάταξης.
Πρέπει να διευκρινίσουμε πως σήμερα για να προαχθεί ένας δικαστικός στον Άρειο Πάγο πρέπει υποχρεωτικά να έχει τον βαθμό του προέδρου Εφετών. Τηρείται, δηλαδή, η επετηρίδα η οποία διασφαλίζει μια συγκεκριμένη, αξιοκρατική σειρά και αποτρέπει φαινόμενα προσπάθειας επηρεασμού της Δικαιοσύνης από την εκτελεστική εξουσία. Η δυνατότητα να προάγονται στον Άρειο Πάγο και εφέτες που θα εισήγε η συγκεκριμένη διάταξη θα διεύρυνε τόσο τον αριθμό των δικαστών που δικαιούνται προαγωγή με αναξιοκρατικά κριτήρια, που θα έκανε δυνατή την παρέμβαση της εκάστοτε κυβέρνησης για την επιλογή τους.
Στην αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου αναφερόταν πως η ρύθμιση αυτή κρίθηκε αναγκαία γιατί δήθεν «τα τελευταία χρόνια έχει παρατηρηθεί αδυναμία κάλυψης των διαθέσιμων θέσεων αρεοπαγιτών λόγω της απροθυμίας των προέδρων Εφετών». Αλλά και γιατί έχει επίσης δήθεν παρατηρηθεί «περιορισμένη χρονικά παραμονή των προαχθέντων στο ανώτατο δικαστήριο λόγω συμπλήρωσης του ορίου ηλικίας, γεγονός που ελαχιστοποιεί χρονικά και την παραμονή των επιλεγέντων στην ηγεσία της πολιτικής και ποινικής Δικαιοσύνης, με αποτέλεσμα να μην έχουν το χρονικό περιθώριο να ασκήσουν αποτελεσματικά το δικαιοδοτικό έργο τους».
Ο κ. Τσιάρας, μάλιστα, δήλωνε πως «η πρόθεση του υπουργείου και των συνεργατών μου (…) είναι απολύτως ειλικρινής και δεν αποκρύπτονται άλλοι λόγοι». Οι παραπάνω αιτιάσεις, ωστόσο, με βάση την πραγματικότητα έμοιαζαν περισσότερο ως άλμα λογικής στο φάσμα του παραλόγου, με στόχο την ανεύρεση μιας οποιασδήποτε δικαιολογίας.
Το άρθρο 89, όμως, στο νομοσχέδιο «Κώδικας Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών» δεν είναι το μόνο το οποίο είχε προκαλέσει την εντύπωση πως επιχειρείται πολιτική παρέμβαση στον χώρο της Δικαιοσύνης. Αντίστοιχες εντυπώσεις έχει δημιουργήσει και η παράγραφος 3, του άρθρου 59, το οποίο αυξάνει από έξι σε δέκα τον αριθμό των υποψηφίων για την κάλυψη των θέσεων του προέδρου, του εισαγγελέα και των αντιπροέδρων του Αρείου Πάγου.
Ο διπλασιασμός των επιλογών γεννά ξεκάθαρα ερωτήματα για τον εάν στόχος είναι η «βουτιά» στην επετηρίδα, η παράκαμψη μεγάλου αριθμού αρχαιότερων δικαστών ή εισαγγελέων και η τελική επιλογή με βάση… κυβερνητικές προτιμήσεις. Εάν οι δικαστικές και εισαγγελικές ενώσεις της χώρας δεν επιτύχουν την απάλειψη και αυτής της διάταξης, σύντομα θα μάθουμε και ποιους μπορεί να αφορά.