Η ηγεσία της χώρας δεν στάθηκε ικανή, έστω και τώρα, να απαιτήσει αποκατάσταση του κύρους του ελληνικού λαού, που ποδοπατήθηκε για δέκα χρόνια
Όχι μόνο δεν ζήτησε συγγνώμη η Ανγκελα Μέρκελ για τα Μνημόνια και τους δυσβάσταχτους όρους τους, που οδήγησαν εκατομμύρια Ελλήνων στην απόγνωση για δέκα χρόνια, αλλά εισέπραξε κι ευχαριστώ τόσο από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου όσο κι από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη γιατί… κράτησε τη χώρα στην ευρωζώνη! Η ηγεσία της χώρας, σε μία πλήρη αντιστροφή της πραγματικότητας, δεν στάθηκε ικανή, έστω και τώρα που απέρχεται από την καγκελαρία και την ενεργό πολιτική ζωή, να απαιτήσει αποκατάσταση του κύρους του ελληνικού λαού που ποδοπατήθηκε για δέκα χρόνια από την εκδικητική πολιτική των Μέρκελ και Σόιμπλε.
«Θα ήθελα να σας ευχαριστήσω και προσωπικά για τις προσπάθειες που καταβάλατε για την ενίσχυση των διμερών μας σχέσεων και την αντιμετώπιση καταστάσεων που έβαλαν σε κίνδυνο την ευρωπαϊκή συνοχή» ήταν το ευχαριστώ της Προέδρου, ενώ ο πρωθυπουργός εγκωμίασε τον ρόλο της κυρίας Μέρκελ για την παραμονή της Ελλάδας στην ευρωζώνη το καλοκαίρι του 2015, λέγοντας ότι «η Α. Μέρκελ υπήρξε η φωνή της λογικής και της σταθερότητας. Άδικη κάποιες φορές, όμως καθοριστική, όπως το 2015, όταν αρνήθηκε τον εξοστρακισμό της Ελλάδας από την Ευρώπη».
Η ίδια η απερχόμενη καγκελάριος της Γερμανίας, μάλλον ευχαριστημένη από τη θερμή υποδοχή και τα καλά λόγια που άκουσε, αρκέστηκε να πει μόνο ότι απαίτησε πολλά από τους Ελληνες και ότι είχε «απόλυτη επίγνωση για την υπερβολική επιβάρυνση που σήμαινε αυτό για τους ανθρώπους στην Ελλάδα», ενώ δικαιολόγησε την απάνθρωπη μνημονιακή πολιτική στην ανάγκη για τη σταθερότητα του ευρώ και στο ότι σοκαρίστηκαν στην Ευρώπη «για το πόσο ευάλωτο ήταν το ευρώ, που έπληξε τις χώρες που είχαν υψηλό χρέος και δεν είχαν εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις».
Η κυρία Μέρκελ στις δηλώσεις που έκανε με τον πρωθυπουργό δεν έκρυψε και την εύνοια που δείχνει απέναντι στην Τουρκία. Παρότι ο πρωθυπουργός αναφερόμενος στις προκλήσεις της αναφέρθηκε και στην ανάγκη κυρώσεων, η ίδια επί της ουσίας «χάιδεψε» την Τουρκία, δίνοντας έμφαση στον ρόλο της στο προσφυγικό/μεταναστευτικό. «Έχουμε μία αλληλεξάρτηση και πάντα θεωρώ θετικό απέναντι στην Τουρκία, παρά όσα κριτικάρω, το γεγονός ότι η Τουρκία φιλοξενεί 3.500.000 πρόσφυγες. Η Τουρκία αποδέχεται ότι τα άτομα αυτά θα είναι καλύτερα σε άμεση γειτνίαση με τις χώρες τους και πάνω σε αυτό βασίζεται η συμφωνία Ε.Ε. – Τουρκίας. Εδώ δεσμεύτηκα ιδιαίτερα σε κάτι που βοηθά εμάς, αλλά βοηθά και την Τουρκία. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση των Αφγανών προσφύγων.
Συμμεριζόμαστε τις ανησυχίες της Τουρκίας» είπε η απερχόμενη καγκελάριος, ενώ σε άλλο σημείο φρόντισε να υπενθυμίσει ότι στη Γερμανία ζουν 3.500.000 Γερμανοί πολίτες τουρκικής καταγωγής.
Έπειτα από αυτό το προστατευτικό χάδι στην Τουρκία, η περισσότερη αλληλεγγύη στο προσφυγικό/μεταναστευτικό που ζήτησε από όλα τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. και η αναγνώριση του βάρους που έχει σηκώσει στα ευρωπαϊκά σύνορα η Ελλάδα μοιάζουν αναφορές χωρίς περιεχόμενο.
Όσον αφορά τις προκλήσεις της Τουρκίας εις βάρος της Ελλάδας αλλά και της Κύπρου, τις οποίες έθεσε ο πρωθυπουργός, η κυρία Μέρκελ δήλωσε «γνωρίζω τον μεγάλο αριθμό προκλήσεων της Τουρκίας» και συμφώνησε με τον πρωθυπουργό ότι θα πρέπει να ισχύουν το Διεθνές Δίκαιο και τα ψηφίσματα του ΟΗΕ.
Αναγνώρισε ωστόσο ότι τα προβλήματα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας είναι προβλήματα μεταξύ της Ε.Ε. και της Τουρκίας, αλλά παρέπεμψε, αγνοώντας την αναφορά του πρωθυπουργού περί κυρώσεων, στη σημασία του διαλόγου και ουσιαστικά στην πολιτική κατευνασμού της Τουρκίας προκειμένου να κρατά στο δικό της έδαφος πρόσφυγες και μετανάστες.
Η κυρία Μέρκελ, όσον αφορά το θέμα της ευρωπαϊκής δημοσιονομικής πολιτικής μετά το 2023, ουσιαστικά αρνήθηκε τη συνέχιση λειτουργίας του Ταμείου Ανάκαμψης που είχε ζητήσει ο πρωθυπουργός.
Την Πέμπτη το βράδυ, αμέσως μετά την άφιξή της στην Ελλάδα, πήγε στην οικία του πρωθυπουργού όπου της παρέθεσε δείπνο, αλλά δεν έγινε γνωστό το περιεχόμενο της συζήτησής τους. Επίσης, χθες το πρωί στο Ινστιτούτο Γκαίτε συνομίλησε με νέους, όπου επανέλαβε ότι πίεσε πολύ την ελληνική κοινωνία «γιατί απαίτησα πολλά» και ότι βρίσκεται στη χώρα «για να μάθει πώς διαμορφώνεται πλέον η κατάσταση στην Ελλάδα».