Τζάμπα τα Μνημόνια και οι θυσίες του λαού μας! Η Ελλάδα χρωστάει σε ξένους πιστωτές τα περισσότερα χρήματα
Από τον Μιχάλη Ψύλο
Χρυσό μετάλλιο στην Ευρώπη, χάλκινο στον υπόλοιπο πλανήτη, για την Ελλάδα! Όχι για κάποιο άθλημα που μας έκανε υπερήφανους, αλλά δυστυχώς στο δημόσιο χρέος! Μόλις τρεις χώρες στον κόσμο έχουν χρέος πάνω από το 200% του ΑΕΠ: Και η Ελλάδα έχει τον τρίτο υψηλότερο δείκτη χρέους ως προς το ΑΕΠ στον κόσμο. Με 210% η χώρα μας βρίσκεται μια ανάσα πίσω από το… Σουδάν (212%) και φυσικά πολύ πίσω από την πρωταθλήτρια Ιαπωνία (257%). Όσο για την Ευρώπη; Είμαστε… απλησίαστα πρώτοι. Δεύτερη και «καταϊδρωμένη» ακολουθεί η Ιταλία με μόλις 157% του ΑΕΠ.
Η οικονομική ιστοσελίδα Howmuch.net δημοσιεύει την κατάταξη των 10 πιο υπερχρεωμένων χωρών του κόσμου, με βάση τα στοιχεία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Στην τέταρτη θέση στον κόσμο βρίσκεται η Ερυθραία με 176% και ακολουθούν το Σουρινάμ (157%), τα νησιά Μπαρμπέιντος (157%), η Ιταλία (157%), οι Μαλδίβες (140%), το Πράσινο Ακρωτήρι (138%) και το Μπελίζ με 135%.
«Οι οικονομολόγοι επισημαίνουν ότι όσο υψηλότερος είναι ο λόγος χρέους προς το ΑΕΠ μιας χώρας τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος χρεοκοπίας. Παρόλο που οι κυβερνήσεις προσπαθούν να μειώσουν την αναλογία χρέους προς ΑΕΠ, αυτό μπορεί να είναι δύσκολο ειδικά σε περιόδους οικονομικής ύφεσης, όπως ο αντίκτυπος της πανδημίας του κορονοϊού» γράφει η οικονομική ιστοσελίδα.
Η έκδοση νέου δημόσιου χρέους είναι αναγκαία σήμερα για να αποφευχθεί μια σκληρότερη συρρίκνωση της οικονομίας και μεγαλύτερη απώλεια θέσεων εργασίας.
Στην έκθεση «Fiscal Monitor» το ΔΝΤ υπολογίζει σε 14 τρισεκατομμύρια δολάρια τα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης στα οποία έχουν ως τώρα προβεί οι κυβερνήσεις σε όλον τον κόσμο για να αντιμετωπίσουν την κρίση της πανδημίας. Το γεγονός αυτό όμως με τη σειρά του εκτίναξε το παγκόσμιο χρέος στο 98% του παγκόσμιου ΑΕΠ στα τέλη του 2020 από 84% που ήταν πριν από την πανδημία. Παράλληλα, τα δημοσιονομικά ελλείμματα ως αναλογία του ΑΕΠ ανήλθαν πέρυσι στο 13,3% για τις αναπτυγμένες οικονομίες, στο 10,3% για τις αναδυόμενες και στο 5,7% για τις χώρες χαμηλού εισοδήματος.
Φυσικά, όλες οι υπερχρεωμένες χώρες δεν είναι ίσα κι όμοια: Η Ιαπωνία μπορεί να έχει πολύ υψηλό χρέος, αλλά μπορεί να αντιμετωπιστεί, καθώς αυτό κατέχεται κυρίως από τους πολίτες της, αλλά και λόγω του γεγονότος ότι είναι μια πολύ ισχυρή βιομηχανική δύναμη. Το ίδιο και η Ιταλία βέβαια, η οποία διαθέτει ισχυρή παραγωγική βάση. Οσο για τις υπόλοιπες εξωτικές υπερχρεωμένες χώρες; Δεν νοιάζονται και πολύ! Μια ζωή αποικίες ήταν, τι κι αν σήμερα είναι «αποικίες χρέους»!
Τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα για την Ελλάδα, που οφείλει τα χρέη της κυρίως σε ξένους πιστωτές. Προς το παρόν δεν φαίνεται να υπάρχει κίνδυνος για δύο λόγους: Πρώτον, γιατί η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είχε κάνει μια πολύ ευνοϊκή ρύθμιση για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους ως το 2032. Και δεύτερον γιατί σήμερα τα επιτόκια είναι πάρα πολύ χαμηλά και το μεγαλύτερο μέρος του νέου δημόσιου χρέους λόγω της πανδημίας έχει αγοραστεί από την ΕΚΤ μέσω του εξαιρετικού προγράμματος Pepp, που αποτρέπει τις κερδοσκοπικές επιθέσεις. Τουλάχιστον έως ότου ληφθεί απόφαση για διακοπή σχεδίων ποσοτικής χαλάρωσης και επιστροφής στον «ζουρλομανδύα» του Συμφώνου Σταθερότητας.
Όσο κι αν πληθαίνουν οι φωνές στην Ευρώπη για τη χαλάρωσή του… Οι Γερμανοί και τα άλλα βόρεια «γεράκια» της λιτότητας καραδοκούν και ήδη κραυγάζουν άναρθρα και λυσσασμένα…
Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και ο υποψήφιος καγκελάριος του γερμανικού Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος Αρμιν Λάσετ αξιώνουν μετά την πανδημία «να επιστρέψουν γρήγορα οι δημοσιονομικοί κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας». Και αν αλλάξουν -όπως λέει η Κομισιόν- να μη γίνουν πιο ευέλικτοι!
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ταχθεί επίσης υπέρ της μεταρρύθμισης του Συμφώνου Σταθερότητας, ώστε να αυξηθούν τα ανώτατα όρια του ελλείμματος και του χρέους, τα οποία έχουν πλέον ξεπεραστεί σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, λόγω του τεράστιου κόστους της πανδημίας. Την ιδέα αυτή, που προσκρούει στον… γερμανικό τοίχο, ιδίως από το συντηρητικό κόμμα της Άνγκελα Μέρκελ, υποστηρίζουν η Γαλλία, η Ιταλία και άλλες χώρες του Νότου. Η χώρα μας κατόρθωσε πάντως τα τελευταία χρόνια να δανείζεται φτηνά, φουσκώνοντας βέβαια το δημόσιο χρέος. Όχι ότι αυτό αποτελεί κυβερνητικό επίτευγμα. Αποτέλεσμα της συγκυρίας λόγω της πανδημίας είναι και των αγορών που υποχρεώθηκαν να αλλάξουν στάση, όταν η ΕΚΤ και η Κριστίν Λαγκάρντ άρχισαν να αγοράζουν μαζικά και τα ελληνικά ομόλογα από τη δευτερογενή αγορά.
«Η πολιτική χαμηλών επιτοκίων της ΕΚΤ είναι ευλογία για τους εθνικούς προϋπολογισμούς» γράφει το Bloomberg, που τονίζει ότι «πολλές χώρες της ζώνης του ευρώ έχουν ανακουφιστεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια σε ό,τι αφορά το δημόσιο χρέος».
Ο Ιβάν Μλίναριτς, διευθύνων σύμβουλος της Quant.Capital Management GmbH, σημειώνει μάλιστα ότι «το μέσο επιτόκιο των ομολόγων που θα πληρωθούν από την Ελλάδα, για παράδειγμα, μειώθηκαν από περισσότερο από πέντε σε περίπου 3%. Αυτό δείχνει την εμπιστοσύνη των χρηματοπιστωτικών αγορών, οι οποίες βεβαιώνουν ότι η χώρα είναι σε χαμηλότερο κίνδυνο. Αλλά μετριάζεται επίσης και η επιβάρυνση του εθνικού χρέους, για το οποίο θα καταβάλλονται λιγότεροι τόκοι κάθε χρόνο». Χώρες όπως η Ιρλανδία, η Ισπανία και η Πορτογαλία κατέγραψαν επίσης παρόμοια πτώση. Αλλά το εκπληκτικό είναι ότι «οι μεγαλύτεροι δικαιούχοι δεν είναι οι πρώην χώρες της κρίσης, αλλά η Γερμανία» δήλωσε ο Μλίναριτς. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Bloomberg, το μέσο επιτόκιο των γερμανικών κρατικών ομολόγων μειώθηκε από περίπου 4% το 2009 σε 1,3% σήμερα.