Οι εταιρίες που αναλαμβάνουν τον διαγωνισμό είναι μεσάζοντες. Θα αναγκαστούν να τα αγοράσουν από τις γνωστές πολυεθνικές…
Από τη Μαρία Παναγιώτου
Μπορεί η κυβέρνηση, διά της αντιπροσώπου της Αριστοτελίας Πελώνη, να χαρακτήρισε fake news τις πληροφορίες και τα σχετικά ρεπορτάζ που ανέφεραν πως η «αμαρτωλή» Siemens κρύβεται πίσω από το σχέδιο των self tests, όμως τελικά η κυβερνητική ρητορική είναι αυτή που προσεγγίζει περισσότερο την παραπληροφόρηση.
Συγκεκριμένα, η κυρία Πελώνη υποστήριξε πως η γερμανική εταιρία δεν έχει καμία σχέση με τον διαγωνισμό που προκηρύχθηκε, αφού δεν ήταν μεταξύ των 31 εταιριών που υπέβαλαν προσφορές και δεν βρίσκεται μεταξύ των πέντε εταιριών που ανέλαβαν τελικά το έργο, κάνοντας λόγο για «ψεύτικη ιστορία». Η πραγματικότητα, όμως, είναι εντελώς διαφορετική από αυτή που παρουσίασε η κυβερνητική εκπρόσωπος.
Το γεγονός πως η Siemens δεν ήταν μεταξύ των εταιριών που συμμετείχαν σε αυτόν τον πρώτο διαγωνισμό και άρα μεταξύ των εταιριών που θα αναλάβουν να προμηθεύσουν το Ελληνικό Δημόσιο με self tests δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση πως δεν θα γεμίσει η ελληνική αγορά με τεστ της συγκεκριμένης εταιρίας.
Κι αυτό γιατί οι εταιρίες που κέρδισαν δεν είναι εταιρίες που παράγουν αυτού του είδους τα διαγνωστικά εργαλεία αλλά κυρίως φαρμακαποθήκες που θα τα εισάγουν από το εξωτερικό. Οπως είχε αναφέρει η «δημοκρατία», σε εκτενές ρεπορτάζ της, τα συγκεκριμένα τεστ είναι στην πραγματικότητα γερμανική πατέντα, καθώς δεν έχουν πάρει ακόμη έγκριση από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (ΕΜΑ), αλλά μόνο από τον γερμανικό οργανισμό (BfArM), δηλαδή τον αντίστοιχο ΕΟΦ.
Ο BfArM εκμεταλλεύτηκε ένα παράθυρο στην κοινοτική οδηγία (2017/745) που αφορά τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα, που αναφέρει πως σε ειδικές και έκτακτες περιπτώσεις ένα κράτος-μέλος της Ε.Ε. μπορεί να εγκρίνει τη χρήση διαγνωστικού προϊόντος, για περιορισμένο χρονικό διάστημα, ακόμη κι αν το προϊόν αυτό έχει καταθέσει τα χαρτιά του αλλά δεν έχει πάρει ακόμη την πολυπόθητη σήμανση CE της Ε.Ε.
Μία σειρά εταιριών, λοιπόν, οι οποίες συνολικά είναι 21, εκ των οποίων οι 16 γερμανικές και η μία η Siemens, πήραν άδεια από τον BfArM να κυκλοφορήσουν self tests. Από αυτή την οδό θα έρθουν και στη χώρα μας, καθώς, όταν ένα φάρμακο ή ένα ιατροτεχνολογικό προϊόν πάρει έγκριση από οργανισμό κράτους-μέλους της Ε.Ε., τότε μπορεί να το εισαγάγει και ένα άλλο κράτος-μέλος. Η ίδια η προκήρυξη του διαγωνισμού ανέφερε, εξάλλου, πως τα προϊόντα που θα προμηθευτεί το Δημόσιο θα πρέπει να έχουν την άδεια από τον BfArM, γεγονός που αποτελεί την ύψιστη παραδοχή πως πρόκειται για μία απόφαση που στόχο έχει να κερδίσουν τεράστια ποσά γερμανικές εταιρίες.
Από την άλλη, από τις πέντε εταιρίες που ανέλαβαν το έργο μόνο μία είναι φαρμακευτικός κολοσσός και μέλος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Ιατρικών και Βιοτεχνολογικών Προϊόντων (ΣΕΙΒ).
Οι υπόλοιπες είναι μικρές εταιρίες, ενώ για κάποιες από αυτές εκφράζονται ήδη αμφιβολίες από παράγοντες της αγοράς για το πώς θα μπορέσουν να ανταποκριθούν.
Χαρακτηριστική περίπτωση είναι η Swiss Med, μία Ιδιωτική Κεφαλαιουχική Εταιρία (ΙΚΕ), που πήρε μάλιστα τη μερίδα του λέοντος, αφού ανέλαβε να προμηθεύσει το Δημόσιο με 3.000.000 τεστ, για τα οποία θα αμειφθεί με 10.080.000 ευρώ.
Το πιο ενδιαφέρον με αυτήν την εταιρία είναι ότι συστήθηκε μόλις τον περασμένο Δεκέμβριο, ενώ δεν έχει καν ακόμη σελίδα στο διαδίκτυο. Πώς μία εταιρία, με κεφάλαιο 30.000 ευρώ και παρελθόν τριών μηνών, ανέλαβε μία τεράστια δουλειά του Δημοσίου, ύψους τόσων εκατομμυρίων ευρώ; Σίγουρα αυτό το ερώτημα θα μας απασχολήσει και στο άμεσο μέλλον.