Οράματα πολιτισμού και λήθη της Ιστορίας

Οράματα για τη διεθνή προώθηση του ελληνικού πολιτισμού, της πλούσιας ελληνικής παράδοσης, της αξιοποίησης ενός μοναδικού προϊόντος που διαθέτει η χώρα, και οράματα για τη διοργάνωση πανηγύρεων και εορτασμών δισεκατονταετηρίδας συνθλίβουν περιστάσεις και θλίψεις και ανάγκες.

  • Από τον Νίκο Παπουτσόπουλο

Στη «μεταμνημονιακή» εποχή την οποία βιώνει η χώρα, ύστερα από τον όλεθρο και την καταστροφή, οι ιικές μεταλλάξεις προσγειώνουν τους πολίτες σε νέο περιβάλλον απελπισίας και απόγνωσης, ανοίκειο ή αδιάφορο για την κυβέρνηση, όπως αποδεικνύει η αμετροέπεια του υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων, ο οποίος αναλαμβάνει, σύμφωνα με δηλώσεις του, τη διαχείριση επιχειρήσεων που έπληξαν οι κρίσεις, προκειμένου να αποκαταστήσει την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς. Ο ίδιος, άλλωστε, όπως και ο νυν αναπληρωτής υπουργός Ευρωπαϊκών Θεμάτων Ελλάδος με ενθαρρυντικές προτροπές είχαν καλέσει τους πολίτες να εκποιήσουν την περιουσία τους σε περίπτωση αδυναμίας να εκπληρώσουν παράλογες φορολογικές απαιτήσεις, με τις οποίες προικοδότησε γενναιόδωρα η πολιτική τάξη την κοινωνία. Στο θαυμαστό κλίμα της βίαιης εκποίησης της περιουσίας των ιδιωτών και στη λάμψη των πρωτόγνωρων αναπτυξιακών οραμάτων για την επάνοδο της κανονικότητας, πολιτικές αποφάσεις μετέτρεψαν τη χώρα σε αποικία χλεύης και χρέους, κατάλληλης να φιλοξενεί δουλικά σε τιμές απόγνωσης και ευκαιρίας τους αλληλέγγυους Ευρωπαίους επενδυτές.

Με την υποθήκευση της περιουσίας του Δημοσίου, οι ελληνικές κυβερνήσεις στα έτη της μνημονιακής αλλοφροσύνης πρόσφεραν ακόμα ένα δώρο στους εταίρους πιστωτές, οι οποίοι με ζήλο παρακολουθούν και εποπτεύουν την Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε. (το περιώνυμο Υπερταμείο), η οποία διαθέτει το 50% των εσόδων για την αποπληρωμή του χρέους και το υπόλοιπο για μεγάλες και μεγαλόπνοες επενδύσεις, προκειμένου να αναδείξουν τον τουριστικό παράδεισο. «Επομένως, εκτός μνημείων και μουσείων, στο Υπερταμείο ανατίθεται η διαχείριση και των αρχαιολογικών χώρων. Με ποιο θεσμικό πλαίσιο; Σε ποιες υπηρεσίες; Ποιος εποπτεύει; Απαιτείται απάντηση!» είχε δηλώσει το 2018 η νυν υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού και πρόσθετε: «Σύμφωνα με την ελληνική έννομη τάξη, η αρμοδιότητα της διαχείρισης των δημόσιων πολιτιστικών αγαθών και υποδομών ανήκει στο υπουργείο Πολιτισμού. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν δημόσια μνημεία ή και αρχαιολογικοί χώροι που μπορούν να αξιοποιηθούν. Όμως η όποια μορφή αξιοποίησης απαιτείται να γίνεται σύμφωνα με το θεσμικό πλαίσιο απόλυτης προστασίας των πολιτιστικών πόρων και υπό την εποπτεία του ΥΠΠΟΑ».

Η ενεχυρίαση της δημόσιας περιουσίας με πρακτικές αδίστακτης τοκογλυφίας κατέδειξαν τη διαπραγματευτική αδυναμία των ελληνικών κυβερνήσεων και ταυτόχρονα την πολιτική της ευτέλειας που ακολουθεί πιστά η Ευρωπαϊκή Ένωση και κατά τη διαχείριση της ανθρωπιστικής αλλά και της πρόσφατης υγειονομικής κρίσης.

Οράματα πολιτισμού με μεγάλα έργα ανάπτυξης και προόδου για τη βελτίωση της τουριστικής εικόνας της χώρας από το Ελληνικό στη Δεκέλεια, από τα νέα εμβληματικά μέγαρα που υψώνουν στις περιόδους κρίσεων τα ευαγή και φιλανθρωπικά ιδρύματα στα εγκαίνια νέων μουσείων ή επετειακών εκθέσεων και σε παρεμβάσεις με χορηγίες και δωρεές, για να καθορίσουν το «πολιτιστικό τοπίο» της ελληνικής κοινωνίας, η οποία προσπάθειες καταβάλλει ακόμα, ύστερα από διακοσίων ετών «ελευθέρου βίου», να αναθεωρήσει την Ιστορία και την παράδοσή της, να αναγνωρίσει την πολιτιστική ταυτότητά της και να γνωρίσει τη μητρική γλώσσα της.

«Μετά από την από καιρό σχεδιασμένη και προγραμματισμένη από ξένα κέντρα, που έχουν τους λόγους τους για την κατάργηση των αρχαίων ελληνικών, ήδη η εσκεμμένη αυτή δολιοφθορά έχει εμφανίσει τα πρώτα συμπτώματα της στέρησης» επισημαίνει ήδη από το 1982 ο Τάσος Λιγνάδης. «Ένας θαυμαστά δραστικός κώδικας, ένα έξοχο όργανο και ένας πλουτοπαραγωγικός τόπος και τρόπος αναφοράς, παραγωγής, σημάνσεως, που βοηθούσε με το εκλεκτά οργανωμένο τυπικό του να ακουμπά σε γερά θεμέλια η ομιλουμένη γλώσσα. Η διάσπαση αυτής της φυσικής οργανικής σχέσης είναι μια φονική αποκοπή από τις ρίζες. Ενα βιογλωσσικό έγκλημα, για το οποίο δεν ντρέπονται να επαίρονται, και μάλιστα επώνυμα, πολλές εξουσίες!» (μνεία της 9ης Φεβρουαρίου, Παγκόσμιας Ημέρας της Ελληνικής Γλώσσας, ημέρας μνήμης του εθνικού ποιητή Διονυσίου Σολωμού!).

Μεγάλα επενδυτικά έργα πολιτισμού, με πρότυπο την ανάπλαση και την αξιοποίηση του Ελληνικού (το ολοκληρωμένο τουριστικό συγκρότημα με καζίνο), ενός έργου «εθνικής σημασίας», σύμφωνα με τον υπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων, αφού «θα συμβολίζει τη νέα Ελλάδα, την Ελλάδα που θέλουμε, της προόδου, την ανταγωνιστική Ελλάδα, των θέσεων εργασίας, των ξένων επενδύσεων».

Οράματα τουριστικού πολιτισμού, για να συνοδεύουν και να διευκολύνουν τις πολιτικές της κυβέρνησης για τη μεγιστοποίηση των οικονομικών ωφελειών μόνο και να δημιουργούν δυναμικές προϋποθέσεις ανάπτυξης της περιφέρειας, την οποία η Ιστορία και η προγονική φαντασία κόσμησαν με ανεκτίμητους θησαυρούς.

Η θεαματική ανάπτυξη του Ελληνικού με έργα ιδιαίτερα σοβαρών υποδομών (Mall) και με τη συγκέντρωση δραστηριοτήτων αναψυχής υψηλής ποιότητας (καζίνο) κατευθύνει σταθερά στην αισθητική του μέλλοντος και υποδεικνύει ένα νέο πολιτιστικό κέντρο των Αθηνών, που καταρρέει κάτω από τα εντυπωσιακά ερείπια και τις ιστορίες του παρελθόντος, την αμάθεια και την εγκατάλειψη, την αδιαφορία, την παραχώρηση των ακινήτων σε αλλοδαπούς επενδυτές εξαιτίας της απουσίας σχεδίου για την προστασία της περιουσίας του Δημοσίου, των αγαθών της εθνικής κληρονομιάς, όπως και της προάσπισης των δικαιωμάτων των ιδιοκτητών ακίνητης περιουσίας. «Κακώς δεν υπήρξε πρόβλεψη να εξαιρεθούν τα μνημεία με τον νόμο του 2016, που έδινε στο Υπερταμείο το σύνολο των ακινήτων του Δημοσίου» είχε υπογραμμίσει η πρώην υπουργός Πολιτισμού Μ. Ζορμπά (το 2018) και πρόσθετε:

«Πρέπει να δούμε αν είναι κάτι που απειλεί τα μνημεία ή μια χρόνια ασθένεια του υπουργείου να μην έχει κτηματολόγιο». «Ας μην προτρέχει (η υπουργός) ότι ευθύνεται η “χρόνια ασθένεια του υπουργείου να μην έχει κτηματολόγιο” -τα εργαλεία υπάρχουν, τα αρχεία των Εφορειών Αρχαιοτήτων, ο Διαρκής Κατάλογος Μνημείων-, λες και για τα τείχη του Ηρακλείου ή για τον Λευκό Πύργο χρειάζεται αρχαιολογικό κτηματολόγιο» είχε απαντήσει τότε η νυν υπουργός Πολιτισμού, για να προσθέσει: «Ας μην επιχειρούν υπουργός και υφυπουργός να συμψηφίσουν μνημεία και μουσεία που η κυβέρνησή τους παρέδωσε στο Υπερταμείο των δανειστών, με τις 27 απαλλοτριωμένες κατοικίες -όχι μνημεία- στην Πλάκα, που το 2013 μεταβιβάστηκαν στο ΤΑΙΠΕΔ του Ελληνικού Δημοσίου. Ακόμη και η σύγκρισή τους με τα κτίρια των μουσείων -που δεν είναι μνημεία- είναι ατυχής. Πώς αξιοποιούνται οι μουσειακές υποδομές από το Υπερταμείο; Ρευστοποιούνται και το υπουργείο καταβάλλει ενοίκιο, προκειμένου να αποφευχθεί έξωση των εκθεμάτων; Απαιτείται απάντηση».

Τη μεγαλύτερη ευελιξία στη διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς και ταυτόχρονα τη σταδιακή μείωση των κρατικών επιχορηγήσεων, ακόμη και στη «μεταμνημονιακή» περίοδο που διανύει η χώρα, αναζητεί το υπουργείο Πολιτισμού με την προσπάθεια μετατροπής πέντε κρατικών μουσείων σε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, ώστε να αξιοποιήσουν τις τεχνικές διοίκησης και διαχείρισης επιχειρήσεων, επικοινωνίας και marketing, να βελτιώσουν την αποδοτικότητά τους, με την υιοθέτηση νέων στρατηγικών και αυτενέργεια. «Η αποκοπή των μουσείων από τον κορμό της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας», αναφέρουν στην έκκληση για την παραμονή των μεγάλων μουσείων στον κορμό της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας αρχαιολόγοι που υπηρέτησαν στο υπουργείο Πολιτισμού, «θα επιφέρει την παύση της κινητικότητας της εξειδικευμένης επιστημονικής γνώσης. Θα σημάνει την παύση της δυνατότητας των μουσείων να “αιμοδοτούνται” (διορισμοί, αποσπάσεις ή μεταθέσεις) με αρχαιολόγους, μουσειολόγους, μουσειοπαιδαγωγούς, συντηρητές, αρχιτέκτονες, τεχνίτες, που κομίζουν πάντοτε την πολύτιμη εξειδίκευση και την εμπειρία τους τόσο για τα ίδια τα αρχαία όσο και για τους επισκέπτες, πρωτίστως τους μαθητές των σχολείων μας».

Τους στόχους της πολιτιστικής πολιτικής της κυβέρνησης μιας χώρας με βαρύ ιστορικό και ιδιαίτερο πολιτισμικό παρελθόν καθηλώνει η αγωνία της αξιοποίησης με κριτήριο την ελκυστική οικονομική ανταπόδοση, της εξεύρεσης νέων θέσεων εργασίας, της άναρχης επένδυσης, της εκχώρησης και της αποποίησης της ευθύνης για την ορθή ανάδειξη και την προβολή της εθνικής κληρονομιάς. Ιδιαίτερες γνώσεις και ευαισθησίες απαιτούν για την ανάπλαση ή την αειφόρο και τη βιώσιμη ανάπτυξη οι ιστορικοί τόποι και τα σύνολα μνημείων, τα κατάλοιπα της «ελληνικής αρχαιότητας», αφού πρωταγωνιστούν ακόμη στη διαμόρφωση της «συλλογικής μνήμης» των τοπικών κοινωνιών, της «εθνικής ταυτότητας» και της νομιμοποίησης του νεοελληνικού κράτους -το οποίο ευσεβάστως τιμά την ευκλεή επέτειο του ελεύθερου βίου του-, καθώς διατηρούν τον παιδευτικό χαρακτήρα τους, διευρύνουν τις γνώσεις και τη φαντασία, φιλοξενούν επισκέπτες και ιδέες και έργα τέχνης, προσκαλούν σε έναν διαρκή διάλογο, ο οποίος διαμορφώνει τον σύγχρονο «πολιτισμό».

Γνώσεις και ευαισθησίες και τόλμη για την προστασία του αναντικατάστατου πολιτισμικού θησαυρού, όπως και του απαράμιλλου φυσικού περιβάλλοντος και των παραδοσιακών οικισμών, που αλλοιώνουν οι τερατώδεις τουριστικές επενδύσεις και οι βίαιες επεμβάσεις των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.

Από τα πολιτιστικά οράματα του Ελληνικού, του «Μεγάλου Περιπάτου» των Αθηνών και των φωτεινών διακοσμήσεων στις εκκλήσεις για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα, και από τη «φιλική τσιμεντοποίηση» της Ακρόπολης στην ανάπλαση και στον «εκδημοκρατισμό» του βασιλικού κτήματος του Τατοΐου, ύστερα από την εγκατάλειψη και τη λεηλασία, με σειρά τουριστικών και επενδυντικών παρεμβάσεων και παραχωρήσεις για την επαναλειτουργία πρωτοποριακών παραδοσιακών δραστηριοτήτων του «Κτήματος» (το ιστορικό brand των προϊόντων), ώστε να «εξασφαλίσουν την οικονομική βιωσιμότητα» των ανακτόρων της Δεκέλειας.

«Οραματιστικό βήμα» είχε χαρακτηρίσει ο Μάθιου Νίμιτς τη Συμφωνία των Πρεσπών, με την οποία η Αθήνα στην περίοδο της ύφεσης και της λιτότητας και των οικονομικών εκβιασμών έσπευσε να εκχωρήσει όνομα και γλώσσα και ιθαγένεια (υπηκοότητα) στους κατοίκους των Σκοπίων, για να αναδείξουν πανηγυρικά την πλούσια ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά που δόξασε το «μακεδονικό» έθνος. «Στον άμοιρο αυτό τόπο, τον τόπο μας, που η μεγάλη του κληρονομιά είναι ένα βάρος ασήκωτο πια για τους καχεκτικούς ώμους της απροσανατόλιστης παιδείας μας και της υπονομευμένης ιθαγένειάς μας… η λήθη είναι η πέμπτη φάλαγγα στη στρατηγική της Ιστορίας» (Τάσος Λιγνάδης, «Καταρρέω»).

{{-PCOUNT-}}16{{-PCOUNT-}}

Η εφημερίδα δημοκρατία δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

spot_img

Κορυφαίες Ειδήσεις

Προτεινόμενα