Τατόι: Aκόμη ένας τουριστικός παράδεισος στα χρόνια της λοιμικής

Μείζον ηθικό και πολιτικό ζήτημα του έτους 1981, διαστάσεις πολιτικών αντιπαραθέσεων, κοινοβουλευτικών διαξιφισμών και οξύτατων αντεγκλήσεων είχε προκαλέσει η απόφαση της κυβέρνησης Γεωργίου Ράλλη να επιτρέψει τελικά, και ύστερα από σχετική απόφαση της κυβερνητικής επιτροπής, την τελετή κηδείας της τέως βασίλισσας Φρειδερίκης στο Τατόι.

  • Από τον Νίκο Παπουτσόπουλο

Η Φρειδερίκη είχε εκδηλώσει την επιθυμία να ταφεί στο κοιμητήριο των βασιλικών κτημάτων, στο Παλαιόκαστρο, όπου και ο τάφος του συζύγου της, Παύλου, από το 1964. Η κυβέρνηση είχε εκχωρήσει άδεια στην οικογένεια να τελέσει αυθημερόν τη νεκρώσιμη ακολουθία και την ταφή, με την υποχρέωση να αναχωρήσει αμέσως από τη χώρα, και την κυβέρνηση εκπροσώπησε «θεσμικά» ο μετέπειτα Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος. Ο Κωνσταντίνος εξέφρασε τη θλίψη του για τους περιορισμούς που είχε επιβάλει η πολιτική ηγεσία της χώρας με πρόσχημα την πιθανή πολιτικοποίηση της κηδείας της μητέρας του, καθώς η επίσκεψή του στην Ελλάδα είχε μόνον σκοπό την τέλεση οδυνηρού προσωπικού καθήκοντος. Αστυνομικές δυνάμεις, με το πρόσχημα της αποφυγής επεισοδίων, είχαν αποκλείσει την περιοχή και απαγορεύσει την προσέγγιση πολιτών, η οποία στην κηδεία του Παύλου (Μάρτιος 1964) υπήρξε εντυπωσιακή.

Ο Γεώργιος Ράλλης, άλλωστε, υπουργός Δημοσίας Τάξεως το 1967, είχε τηλεφωνήσει στον Κωνσταντίνο, το βράδυ της 21ης Απριλίου, για να τον πληροφορήσει ότι τεθωρακισμένα οχήματα είχαν περικυκλώσει τα ανάκτορα. «Η αναποφασιστικότης των κομμάτων, η υπερβολική προσήλωσις εις τους κομματικούς εγωισμούς, τα προσωπικά ή κομματικά πείσματα, η αδικαιολόγητος υποτίμησις του υψηλόφρονος ελληνικού λαού, ως δήθεν ανικάνου να κατανοήση ανιδιοτελείς αποφάσεις, τας οποίας ακριβώς αι ηγεσίαι δεν είχον πάντοτε την ικανότητα να λαμβάνουν, όλα αυτά εστοίχισαν συχνότατα πολύ ακριβά εις την χώραν, ιδία εις τον κοινοβουλευτισμόν» σημείωνε ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος για τα δεινά που επισώρευσαν στην Ελλάδα η κομματαρχία και οι ευτελείς πολιτικές προσωπικές φιλοδοξίες.

Ο Ράλλης συμβούλευσε τον βασιλιά «να προτάξη παθητικήν αντίστασιν, με την ελπίδα ότι θα ημπορέσετε κάποτε να τους ανατρέψετε». Το αντιπραξικόπημα της 13ης Δεκεμβρίου 1967 απέτυχε, η βασιλική οικογένεια εγκατέλειψε την Ελλάδα, σφράγισαν τα ανάκτορα του Τατοΐου και ανέθεσαν σε επιτροπή αξιωματικών τη φύλαξη του συνόλου της βασιλικής περιουσίας. Στη δίνη των εξελίξεων, την τραγωδία της Κύπρου, την αποκατάσταση της δημοκρατίας, τη θριαμβευτική επάνοδο των πολιτικών και το δημοψήφισμα του Δεκεμβρίου του 1974 για τον καθορισμό της μορφής του πολιτεύματος, «η βασιλεία εν Ελλάδι πέρας έλαβεν», τα κτίρια των ανακτόρων της Δεκελείας ερήμωσαν, «αι αράχναι εξύφανον τα υφάσματά των εν τοις παλατίοις», η εγκατάλειψη και η αδιαφορία αντικατέστησαν τη λάμψη και την αίγλη του κτήματος, το οποίο έχει συνδέσει την ιστορία του με την εθνική και την πολιτική ιστορία της Ελλάδος ήδη από τις πρώτες δεκαετίες της αναγνώρισης της ανεξαρτησίας του νέου ελληνικού κράτους.

Το 1973, το στρατιωτικό καθεστώς κατήργησε τη μοναρχία, δήμευσε όλη την περιουσία, επεδίωξε τη λήθη του παρελθόντος και τη διαγραφή σελίδων της Ιστορίας με την απόξεση επιγραφών, μεταβολές στο εθνόσημο, την απόσυρση του θυρεού και την αποκαθήλωση ανδριάντων, την κατάσχεση ή οικειοποίηση κινητών περιουσιακών στοιχείων της βασιλικής οικογένειας, τη μετονομασία οδωνυμίων, δημόσιων κτιρίων και κήπων, παράλληλα με τη διαβολή της βασιλείας και την ανάλογη λοιδορία της πολιτικής τάξης, στην άθλια διαχείριση της οποίας απέδιδε την επισώρευση πολλών δεινών.

Στο δημοψήφισμα του Δεκεμβρίου του 1974, με την αποκατάσταση της δημοκρατίας, το εκλογικό σώμα ψήφισε με συντριπτική πλειοψηφία την κατάργηση της βασιλείας, την εγκαθίδρυση καθεστώτος «αβασίλευτης δημοκρατίας, και συγκεκριμένα προεδρευομένης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας», ενώ ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής δήλωνε πως «ένα καρκίνωμα αποκόπηκε σήμερα από το σώμα του έθνους». Επιφανείς εκπρόσωποι των γραμμάτων και της πολιτικής είχαν απευθύνει μηνύματα κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, προκειμένου να καταπείσουν τον λαό να ψηφίσει «υπέρ της αβασίλευτης δημοκρατίας, να τιμωρήσει τη βασιλεία που τόσα δεινά είχε επισωρεύσει στην Ελλάδα στον 20ό αιώνα και τον Κωνσταντίνο για την προδικτατορική εμπλοκή του στα πολιτικά πράγματα της χώρας και τη συνεργασία του με τους χουντικούς συνταγματάρχες». Την επομένη του εκλογικού αποτελέσματος, ο Κωνσταντίνος απηύθυνε μήνυμα προς τους πολίτες, με το οποίο επανέλαβε, πιστός στη διακήρυξή του, ότι «προέχει η εθνική ενότητα χάριν της ομαλότητας, της προόδου και της ευημερίας της χώρας, και εύχομαι ολόψυχα οι εξελίξεις να δικαιώσουν το αποτέλεσμα που προέκυψε από τη χθεσινή ψηφοφορία».

Με την προοπτική της ευρύτερης «εθνικής ενότητας και συμφιλίωσης», στην περίοδο της κάθαρσης του κρατικού μηχανισμού από τα «σταγονίδια», της κομματικής αυτοκριτικής και της πολιτικής και ηθικής αυτοκάθαρσης, η «αμαρτωλή Δεξιά» και οι συντηρητικοί συνασπισμοί αποφάσισαν να παραδώσουν τον χώρο του πολιτισμού και της τέχνης στην Αριστερά, η οποία με τη διάλυση της εργατικής τάξης θεώρησε εθνική αποστολή την καλλιέργεια πολιτικής μυθολογίας και τη διαμόρφωση μιας νέας Παιδείας και νέας συνείδησης: «Ποια νίκη ρωτάς, σύντροφε; Δεν διώξαμε τον εχθρό από τη γη μας, την ευλογημένη γη της Φάρμας των Ζώων;» ( Τζ. Οργουελ, «Η Φάρμα των Ζώων»).

Το 1988, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης είχε χαρακτηρίσει τον τρόπο διεξαγωγής του δημοψηφίσματος «unfair». Υστερα από μακρά σειρά περιπετειών, όπου κυριάρχησαν μικρονοϊκές πολιτικές και επιλεκτικές μνήμες, οι οποίες ευτέλισαν τον πολιτικό βίο της χώρας, με κυβερνητικές αποφάσεις δήμευσαν τη βασιλική περιουσία, επιδίκασαν αποζημιώσεις, συγκέντρωσαν αντικείμενα και προσωπικά σκεύη από την Κέρκυρα, την Πεντέλη, το Ψυχικό, από τα κτίρια της Βουλής και του Προεδρικού Μεγάρου, και τα αποθήκευσαν στους στάβλους του Τατοΐου. Το 2003, το ελληνικό κράτος, κύριος πλέον του βασιλικού κτήματος, κήρυξε διατηρητέο το Τατόι με εισήγηση της Ελληνικής Εταιρείας για την Προστασία του Περιβάλλοντος και της Πολιτιστικής Κληρονομίας, και παρέδωσε το βασιλικό κτήμα στη λεηλασία, στην εξαθλίωση και την καταστροφή.

Η εμφανής και υποβολιμαία απουσία φύλαξης και περιφρούρησης, δύο μεγάλες πυρκαγιές, ένας καταστροφικός σεισμός, η φυσική φθορά, η αδιαφορία της Πολιτείας, η απαξίωση του ιστορικού παρελθόντος, η παραχάραξη της Ιστορίας ολοκλήρωσαν το μέγεθος του αφανισμού και της εγκατάλειψης. Οι βανδαλισμοί του μαυσωλείου και του μικρού ναού της Αναστάσεως προ του βασιλικού κοιμητηρίου, όπου γευμάτιζαν αμέριμνοι οι ανιστόρητοι εκδρομείς, οι σωροί των απορριμμάτων, κατάλοιπα βάναυσων υπαίθριων δραστηριοτήτων (barbecue), η βαρβαρότητα και τα γκράφιτι στα κτίρια, οι λαθρανασκαφές με την ελπίδα ανακάλυψης βασιλικών θησαυρών και οι κλοπές των αντικειμένων που επεφύλαξαν οι νέοι επιδρομείς των ανακτόρων καταδεικνύουν τον σεβασμό, την πνευματική και πολιτιστική καλλιέργεια του λαού: «…και από τότε απέφευγαν να αποκαλούν “Φάρμα του Αφέντη”, αλλά “Φάρμα των Ζώων”» (Τζ. Οργουελ, «Η Φάρμα των Ζώων»). Ενα μοναδικό φυσικό περιβάλλον, ένα μνημείο της φύσης, του πολιτισμού, της Ιστορίας και της αρχιτεκτονικής, αφού τα κτίσματα λειτουργούσαν αρμονικά μέσα στον χώρο, κατέστρεψαν η αμάθεια και το υπέρμετρο μίσος, τα οποία υποδαύλιζαν κομματικές κοσμοθεωρίες για να ενισχύσουν τα ιδεολογικά πάθη.

Κύριος των ανακτόρων του Τατοΐου από το 2003, το Ελληνικό Δημόσιο ανιχνεύει μεθόδους αξιοποίησης της περιουσίας σε περιόδους κρίσεων και οικονομικών αδιεξόδων, και αναζητεί χορηγούς και επενδυτές ώστε το «κτήμα Τατοΐου να καταστεί ελκυστικός χώρος για όλες τις ηλικίες κατά τη διάρκεια όλου του έτους, μέσω ανάπτυξης βιώσιμων και φιλικών προς το περιβάλλον υποδομών και δραστηριοτήτων», σύμφωνα με τις πρόσφατες δηλώσεις (20 Ιανουαρίου) της υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού κατά την παρουσίαση της Μελέτης Βιωσιμότητας. «Το μείζον δεν είναι να αποκατασταθεί το κτήμα» τόνισε. «Ας πούμε ότι τα κονδύλια τα οποία απαιτούνται βρίσκονται. Το πρόβλημα είναι πώς το ίδιο το κτήμα θα είναι από μόνο του βιώσιμο, πώς η βιωσιμότητά του θα εξασφαλίζεται με ίδια έσοδα και θα δημιουργούνται θέσεις εργασίας». Νέες θέσεις εργασίας φιλοδοξεί να εξασφαλίσει και η μεγάλη επένδυση στο Ελληνικό, «ένα έργο εθνικής σημασίας που θα συμβολίζει τη νέα Ελλάδα, την Ελλάδα που θέλουμε, της προόδου, την ανταγωνιστική Ελλάδα, των θέσεων εργασίας, των ξένων επενδύσεων», όπως είχε δηλώσει ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων κατά την πανηγυρική τελετή «Ελληνικό: Πρωτεύουσα των επενδύσεων», που διοργάνωσε ο Δήμος Ελληνικού – Αργυρούπολης (Οκτώβριος 2019). «Ελπίζω, όταν αυτό το έργο ολοκληρωθεί» υπογράμμιζε ο πρώην πρωθυπουργός και «εμπνευστής» της επένδυσης Α. Σαμαράς, «τότε και μόνον τότε όλοι εκείνοι που το πολέμησαν να καταλάβουν τι κακό κάνανε στον τόπο, που δεν βρήκανε πάνω από 10.000 παιδάκια νωρίτερα δουλειά να ‘χουνε», καθώς άστοχες πολιτικές επιλογές είχαν ήδη οδηγήσει εκατοντάδες χιλιάδες «παιδάκια¬ στην αναγκαστική μετανάστευση.

Η νέα μελέτη βιωσιμότητας του ιστορικού κτήματος του Τατοΐου και η επιλογή πολλών θεματικών κατευθύνσεων και οικονομικών δραστηριοτήτων, με την ελκυστική πολιτική εξαγγελία εξασφάλισης «νέων θέσεων εργασίας», ώστε να λειάνει τις λαϊκές αντιδράσεις για την απόφαση ανάπλασης και ανάπτυξης της περιουσίας της επάρατης βασιλικής οικογένειας και να αποσοβήσει τον κίνδυνο φιλοβασιλικών χαρακτηρισμών, αφού, σύμφωνα με την κυρία υπουργό, «το μείζον δεν είναι να αποκατασταθεί το κτήμα», πιθανώς να επιβαρύνουν το φυσικό περιβάλλον με εστιατόρια, πολυτελή ξενοδοχεία, χώρους άθλησης και ψυχικής ηρεμίας και ταβέρνες, να διαταράξουν το οικοσύστημα και να αλλοιώσουν το μοναδικής αρχιτεκτονικής και περιβαλλοντικής αξίας ιστορικό σύνολο.

Το «μείζον» είναι ο σεβασμός στην Ιστορία και στο παρελθόν, η αξιοποίηση και ανάδειξη της εθνικής κληρονομιάς και του πολιτισμού της χώρας, ιδιαίτερα στην επέτειο των λαμπρών εορτασμών της δισεκατονταετηρίδας, όπου «βαδίζοντας στα αχνάρια του 1821» 200 νέοι και νέες «θα ταξιδέψουν σε ιστορικές διαδρομές που συνδέονται με την Ελληνική Επανάσταση και την ιστορία των 200 χρόνων σε 40 πόλεις σε όλη την Ευρώπη», η οποία άλλωστε είχε ορίσει ότι το «πολίτευμα του νέου ελληνικού κράτους θα ήταν η μοναρχία» (Πρωτόκολλο του Λονδίνου, 1830).

{{-PCOUNT-}}13{{-PCOUNT-}}

Η εφημερίδα δημοκρατία δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

spot_img

Κορυφαίες Ειδήσεις

Προτεινόμενα