Ο πολιτισμός των χώρων

Μία από τις επικρατούσες νοοτροπίες στον χώρο του θεάτρου στην Ελλάδα είναι ότι η όποια καλλιτεχνική αξία των έργων διάφορων δημιουργών υπερβαίνει κατά πολύ τη δέουσα ένδειξη σεβασμού προς την προσωπικότητα του θεατή, αναφορικά με τις συνθήκες διεξαγωγής των παραστάσεων.

  • Από τον Γιώργο Παπαγιαννάκη*

Με πρόσχημα τον αβαγκαρντισμό στη σύλληψη και εκτέλεση πολλών σύγχρονων θεαμάτων των παραστατικών τεχνών γενικότερα, οι θεατές υποβάλλονται σε δοκιμασίες προκειμένου να καταστούν κοινωνοί, αν όχι μιας υψηλής και εμπνευσμένης τέχνης, σίγουρα πάντως μιας επίδειξης εικονοκλαστικών απόψεων. Εξαιρείται, βεβαίως, ο τομέας των περφόρμανς, των οποίων ο σύνθετος επιτελεστικός χαρακτήρας επιβάλλει το άπλωμά τους σε μια πολυτοπικότητα (από φυσικά περιβάλλοντα μέχρι δημόσιους αστικούς χώρους).

Είναι προφανές ότι έχει παρέλθει πολύς χρόνος από την εποχή που οι καλλιτεχνικές πρωτοπορίες λειτουργούσαν με τη λογική του «Κρυφού Σχολειού». Η εμπέδωση των δημοκρατικών θεσμών και η αποκήρυξη της λογοκρισίας στον δυτικό κόσμο μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο δημιούργησαν το πλαίσιο ανάπτυξης μιας περισσότερο αδιαμεσολάβητης σχέσης ανάμεσα στην καλλιτεχνική δημιουργία και στο κοινό. Ενδεχομένως, αν ζούσε σήμερα ο Κάρολος Κουν θα έκρινε ότι το ιστορικό υπόγειό του έχει ολοκληρώσει τον κύκλο του ή αν ο Λευτέρης Βογιατζής δεν είχε φύγει από τη ζωή τόσο πρόωρα μπορεί να χρειαζόταν περισσότερα μέσα για να εκφράσει τις ιδέες του από όσα τού αναλογούσαν στο θεατράκι της οδού Κυκλάδων.

Είναι, λοιπόν, αξιοπερίεργο το γεγονός ότι μεγάλη μερίδα των καλλιτεχνών επιλέγει συνειδητά να οργανώνει τους τρόπους δράσης της ωσάν να τελεί υπό καθεστώς διαρκούς δίωξης, καταφεύγοντας σε χώρους ακατάλληλους έως και επικίνδυνους για τη διεξαγωγή παραστάσεων, και πολύ περισσότερο για την παρουσία ανθρώπων μέσα σε αυτούς, και επικαλούμενη, ως πρόφαση, αντιδραστικά πολιτικά επιχειρήματα περί αντίστασης στο κατεστημένο. Χώροι μη προσβάσιμοι από ΑμεΑ, με πλημμελή μέτρα ασφάλειας (εξόδους κινδύνου, εξαερισμό, πυρανίχνευση, προβλεπόμενο φωτισμό, θέρμανση, κλιματισμό, υγειονομικές εγκαταστάσεις, καθαριότητα), χωρίς αισθητική και χωρίς μια στοιχειώδη πρόνοια για την απρόσκοπτη παρακολούθηση των θεαμάτων, επιβάλλονται με τη μεσιτεία επιτήδειων επικοινωνιολόγων στη συνείδηση του ανυποψίαστου φιλοθεάμονος κοινού ως καλλιτεχνικά σημεία αναφοράς ή ακόμα και ως πυλώνες της πολιτιστικής ζωής τόπου!

Το παράδοξο είναι ότι κατά τη διάρκεια του απαγορευτικού που επιβλήθηκε λόγω της πανδημίας πολλοί από τους ιδιοκτήτες και καλλιτέχνες που εμπλέκονται στη διαχείριση τέτοιων χώρων κράδαιναν μετ’ επιτάσεως τον ισχυρισμό ότι η αναστολή λειτουργίας των θεάτρων τους συνιστά έγκλημα κατά του πολιτισμού. Η απάντηση, ωστόσο, είναι η εξής: η λειτουργία ενός μεγάλου ποσοστού, που μπορεί να υπερβαίνει και το 50% των εν λειτουργία αιθουσών στην υπέρμετρα θεατριζόμενη πρωτεύουσα, συνιστά, επί της ουσίας, από μόνη της ένα μεγάλο έγκλημα κατά του Πολιτισμού. Ο καλλιτεχνικός ναρκισσισμός, η στυγνή κερδοσκοπία και η απαξίωση της προσωπικότητας του ανθρώπου-θεατή έχουν καταδικάσει ιστορικά θέατρα στην εγκατάλειψη και στον μαρασμό, επιμένοντας να αυτοπροσδιορίζονται ως φορείς μιας πρωτοποριακότητας που αποδεικνύεται εν τοις πράγμασι κενή περιεχομένου, ενώ την ίδια στιγμή παρατηρείται και το φαινόμενο εταιρίες που τυγχάνουν συστηματικά γενναιόδωρων κρατικών επιχορηγήσεων να προβαίνουν σε επενδύσεις για βελτίωση των συνθηκών στα κτίρια στα οποία δραστηριοποιούνται όποτε το θυμηθούν ή με μια φειδωλία που θα ζήλευε ακόμα και ο σαιξπηρικός Σάιλοκ! Αναμφίβολα, μέσα σε αυτό το άναρχο τοπίο μόνο θετικές θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν τόσο η συνεργασία του Cartel του Βοτανικού με τη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, προς την κατεύθυνση εξασφάλισης περισσότερο αξιόπιστων όρων για τη διεξαγωγή των παραστάσεών του όσο και οι πρωτοβουλίες καλλιτεχνών, όπως του Τάσου Ιορδανίδη και του Δημήτρη Καραντζά, να στεγάσουν τις καλλιτεχνικές δραστηριότητές τους σε θέατρα που πληρούν όλες τις προδιαγραφές (ο πρώτος στο Αλφα της οδού Πατησίων και ο δεύτερος στο Προσκήνιο των επιχειρήσεων Τάγαρη), αποδεικνύοντας ότι ακόμα και στους κόλπους των νέων δημιουργών έχουν πλέον καταρριφθεί τα διλήμματα ανάμεσα στα ποιοτικά χαρακτηριστικά μιας δημιουργίας ή στη ριζοσπαστικότητα που επιδιώκει να επικοινωνήσει και στο περιβάλλον στο οποίο αυτή λαμβάνει χώρα.

Η πρόταση που κατά καιρούς έχει διατυπωθεί, για ανάδειξη των νέων δυνάμεων των παραστατικών τεχνών μέσω της παραχώρησης από την Πολιτεία αιθουσών στις οποίες θα παρουσιάζονται οι δημιουργίες τους, δεν φαίνεται να προσελκύει προς το παρόν το ενδιαφέρον των ιθυνόντων. Αντισταθμιστικά, οι μεγάλες θεατρικές επιχειρηματικές μονάδες θα μπορούσαν να οργανώσουν την πρωτοπορία σε μια θεσμική βάση και να καταστήσουν τα θέατρά τους σημεία συνάντησης ποικίλων τάσεων και ετερόκλητων κατηγοριών κοινού, ανακόπτοντας μια αέναη ανάδυση νέων ανεπαρκών χώρων, που μόνο τιμή δεν περιποιούν στην έννοια του πολιτισμού.

*Θεατρολόγος – κριτικός, μέλος της ΕΛΕΚΘΕΠΤΕ

{{-PCOUNT-}}12{{-PCOUNT-}}

Η εφημερίδα δημοκρατία δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Κορυφαίες Ειδήσεις

Προτεινόμενα