Ο πρωθυπουργός έστειλε σαφές μήνυμα στον Ερντογάν από τη Χάλκη. Διαδικτυακό τετ α τετ Κυριάκου με Νίκολας Μπερνς
Πρόσκληση διαλόγου στην Άγκυρα για οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών στο Αιγαίο και στην ανατολική Μεσόγειο και, σε περίπτωση ασυμφωνίας, παραπομπή του ζητήματος στη Χάγη απηύθυνε από τη Χάλκη ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης εν όψει της έναρξης των διερευνητικών επαφών.
Οι εξελίξεις σε ό,τι αφορά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις έχουν προσλάβει καταιγιστικό ρυθμό, με την κυβέρνηση να επιδιώκει υπό τη γερμανική ομπρέλα την αποκλιμάκωση της έντασης με τη γειτονική χώρα. Όπως επιβεβαίωσε χθες ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας, οι δύο πλευρές είναι πολύ κοντά στην έναρξη διερευνητικών επαφών για τα διμερή θέματα που προκαλούν εντάσεις.
«Είμαστε έτοιμοι να ξεκινήσουμε διερευνητικές επαφές» ανέφερε χαρακτηριστικά, ανακοινώνοντας ότι ο επικεφαλής της ομάδας θα είναι ο πρέσβης ε.τ. Παύλος Αποστολίδης. Σχετικά με τον συνταξιούχο διπλωμάτη, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος σημείωσε πως «έχει παίξει αυτόν τον ρόλο με επιτυχία σε προηγούμενο διάστημα, και αναμένουμε από την Τουρκία».
Αναφερόμενος στον χρόνο έναρξης των επαφών, δήλωσε ότι θα εξαρτηθεί και από τις δύο πλευρές, υπογραμμίζοντας πως η Ελλάδα είναι έτοιμη να καθίσει στο τραπέζι των συζητήσεων. «Εμείς είμαστε έτοιμοι, εφόσον υπάρξει αυτή η έμπρακτη αποκλιμάκωση, με συνέχεια και συνέπεια, να ξεκινήσουμε ακόμη και τον Αύγουστο» είπε χαρακτηριστικά ο κ. Πέτσας.
Νωρίτερα ο πρωθυπουργός, σε διαδικτυακή συζήτηση που είχε με τον πρώην πρέσβη των ΗΠΑ στην Αθήνα Νίκολας Μπερνς, στο πλαίσιο του ειδικού φόρουμ «2020 Aspen Security Forum», ξεκαθάρισε: «Υπήρξα πολύ ειλικρινής απέναντι στην Τουρκία και την παγκόσμια κοινότητα, λέγοντας ότι εάν δεν μπορούμε να καταλήξουμε σε συμφωνία, ας πάμε στο Δικαστήριο της Χάγης. Να συμφωνήσουμε ότι αυτή είναι η μόνη διαφορά μας, να θέσουμε τις παραμέτρους, να συμφωνήσουμε σε όσα συμφωνούμε και σε όσα διαφωνούμε, και να σεβαστούμε την απόφαση του δικαστηρίου. Να σεβαστούμε το Διεθνές Δίκαιο. Πιστεύω ότι αυτή είναι μία δίκαιη προσέγγιση στον βαθμό που δεν μπορούμε –εάν δεν μπορούμε– να λύσουμε τη διαφορά μας απευθείας μεταξύ μας».
Ο κ. Μητσοτάκης επικέντρωσε την παρέμβασή του στις εντάσεις που προκάλεσε η τουρκική πλευρά στις διμερείς σχέσεις, σταχυολογώντας το τουρκολιβυκό σύμφωνο, τις υπερπτήσεις σε ελληνικά νησιά, τις έρευνες στην κυπριακή ΑΟΖ, την απόπειρα ανεξέλεγκτης εισβολής μεταναστών στον Εβρο, όπως και τα δύο πρόσφατα περιστατικά: την έκδοση της NAVTEX για έρευνες εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας και την προκλητική μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί.
«Κατέστησα σαφές και στους Ευρωπαίους εταίρους μας ότι εάν η Τουρκία συνεχίσει να προβαίνει σε τέτοιες ενέργειες, θα πρέπει να υπάρξουν συνέπειες. Θα πρέπει να υπάρξουν κυρώσεις. Αρα, είτε η σχέση θα βελτιωθεί ή, εάν η Τουρκία συνεχίσει να παραβιάζει κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας και της Κύπρου, η Ε.Ε. πρέπει να αντιδράσει» τόνισε.
Παραδέχθηκε, εξάλλου, ότι, παρά την επικοινωνία που είχε με τον Ταγίπ Ερντογάν και τις δύο συναντήσεις τις οποίες έχει κάνει μαζί του, δεν βρήκε την ανταπόκριση που περίμενε και σημείωσε ότι η Τουρκία «συμπεριφέρεται με αναξιόπιστο τρόπο και εντός του ΝΑΤΟ».
«Αποτελεί πρόβλημα για την Ευρώπη και νομίζω ότι αποτελεί πρόβλημα και για τις ΗΠΑ, από την άποψη ότι ενδιαφερόταν πάντα για την περιοχή της ανατολικής Μεσογείου» είπε σε άλλο σημείο της ομιλίας του και ξεκαθάρισε: «Είμαστε πρόθυμοι να ξαναρχίσουμε τις συνομιλίες, αλλά δεν μπορούμε να το πράξουμε υπό το καθεστώς απειλών ούτε θα προσέλθουμε εκβιαζόμενοι στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, επειδή απειλείτε ότι θα παραβιάσετε τα κυριαρχικά μας δικαιώματα. Εάν πραγματικά θέλουμε να συνομιλήσουμε, δεν μπορούμε να υπονομεύουμε την ουσία των συνομιλιών, η οποία είναι πώς θα λύσουμε το πρόβλημα των αξιώσεών μας αναφορικά με την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη».
Καταλήγοντας, υπογράμμισε: «Δεν επιθυμούμε να απομονώσουμε την Τουρκία, αλλά έχουμε αποδείξει ότι δεν ανεχόμαστε την πίεση, αντιδράμε. Έχουμε τη δυνατότητα, τη βούληση, την εθνική ενότητα να αντιδράσουμε και να στηρίξουμε αυτή την πολιτική. Είναι μία προσέγγιση καρότου και μαστιγίου, όπου το καρότο και το μαστίγιο πρέπει να χρησιμοποιούνται εξίσου απέναντι στην Τουρκία».
«Μια κακή οριοθέτηση με την Αίγυπτο θα δώσει ανέλπιστα όπλα στον Ερντογάν»
Αντίθετος με την αποδοχή «μιας οποιασδήποτε συμφωνίας για την ΑΟΖ με την Αίγυπτο» δήλωσε λίγες ώρες πριν από το ταξίδι-αστραπή Δένδια στο Κάιρο ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας, προειδοποιώντας ότι «μια κακή συμφωνία θα μπορούσε να δώσει ανέλπιστα όπλα στην Τουρκία σε ό,τι αφορά τις διεκδικήσεις της απέναντι σε κυριαρχικά μας δικαιώματα, έτσι όπως ορίζονται από το Διεθνές Δίκαιο».
Μιλώντας στο ieieidiseis.gr, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης σημείωσε ότι «θα ήταν αυτοκαταστροφικό να αποδεχθούμε περιορισμένη επήρεια της Κρήτης, που είναι το μεγαλύτερο νησί της Ελλάδας». Η οριοθέτηση με την Αίγυπτο «θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη όλη τη Ρόδο και όχι τη μισή» είπε οΑλέξης Τσίπρας, αφήνοντας την ίδια στιγμή το Καστελόριζο στην τύχη του, για το οποίο απέφυγε οποιαδήποτε αναφορά!
Φρόντισε δε να ανάψει το πράσινο φως στους κυβερνητικούς χειρισμούς, λέγοντας: «Σαφώς πρέπει να εντατικοποιηθούν οι διαπραγματεύσεις με σκοπό τη συμφωνία. Το παράνομο σύμφωνο Τουρκίας – Σάρατζ πρέπει να “σπάσει”. Και υπάρχουν δυο τρόποι για να σπάσει: είτε με συμφωνία με την Αίγυπτο για ΑΟΖ είτε μονομερώς με επέκταση των χωρικών μας υδάτων. Θα προτιμούσαμε τη συμβολή ενός τρίτου γείτονα, της Αιγύπτου».
Αναφερόμενος στις εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά και στη στάση της ελληνικής κυβέρνησης, στην οποία καταλογίζει διπλωματική τακτική τού «βλέποντας και κάνοντας», επισήμανε ότι «βρισκόμαστε σε μια νέα φάση του τουρκικού αναθεωρητισμού. Ο Τούρκος πρόεδρος, αξιοποιώντας τη στήριξη που του προσφέρει ο πρόεδρος Τραμπ στη Λιβύη και την αδυναμία της Ε.Ε. στην περιοχή, διεκδικεί με πολύ δυναμικό τρόπο ρόλο μεσογειακής ναυτικής δύναμης για την Τουρκία και ρόλο ηγέτη του παγκόσμιου ισλαμιστικού κινήματος για τον εαυτό του». Στο πλαίσιο αυτό, ζήτησε να αναλάβει η Ε.Ε. τις ευθύνες της, να αξιοποιηθεί η γερμανική προεδρία και να τεθεί σε νέες βάσεις ο ευρωτουρκικός διάλογος υπό την απειλή ισχυρών κυρώσεων.
Απέρριψε τον διάλογο-πακέτο, αλλά δήλωσε σύμφωνος με την επανέναρξη των διερευνητικών συνομιλιών για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας – ΑΟΖ, χωρίς απειλές και χωρίς άλλες ατζέντες, την επανεκκίνηση του διαλόγου για μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης και με την επίλυση του Κυπριακού.
Με αμυντικά κενά η «συμμαχία» μεταξύ Κύπρου και Γαλλίας
Σε ισχύ τέθηκε χθες η Συμφωνία Αμυντικής Συνεργασίας μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Γαλλικής Δημοκρατίας. Μια ομολογουμένως σημαντική συμφωνία ανάμεσα στις δύο πλευρές, η οποία όμως εμφανίζει μια σοβαρή αδυναμία στο φόντο των ευρύτερων εξελίξεων στην περιοχή της νοτιοανατολικής Μεσογείου, συνδυαστικά με τη συνεχιζόμενη τουρκική προκλητικότητα. Ποια είναι αυτή; Δεν προβλέπει ξεκάθαρα γαλλική παρέμβαση σε στρατιωτικό επίπεδο υπέρ της Κύπρου στην περίπτωση που η Άγκυρα αποφασίσει να κινηθεί εναντίον των συμφερόντων της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Παρ’ όλα αυτά, όπως ανέφερε χθες σχετική ανακοίνωση από το κυπριακό Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών, μετά την ολοκλήρωση εσωτερικών διαδικασιών τέθηκε σε ισχύ την 1η Αυγούστου 2020 η Συμφωνία Αμυντικής Συνεργασίας, μεταξύ Κυπριακής Δημοκρατίας και Γαλλικής Δημοκρατίας, η οποία υπεγράφη στις 4 Απριλίου 2017.
«Η εν λόγω συμφωνία», τονίζεται στην ανακοίνωση, «ενισχύει και επεκτείνει περαιτέρω τη συνεργασία της Κυπριακής Δημοκρατίας με τη Γαλλική Δημοκρατία, σε θέματα άμυνας και ασφάλειας, ενώ παράλληλα αποτελεί ένα σημαντικό βήμα για την επίτευξη του κοινού στόχου διασφάλισης ενός περιβάλλοντος σταθερότητας και ασφάλειας στην ανατολική Μεσόγειο».
Όπως προστίθεται δε, «μέσω της συμφωνίας αναβαθμίζεται η συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών στους τομείς της ενεργειακής και θαλάσσιας ασφάλειας, στην έγκαιρη προειδοποίηση και διαχείριση κρίσεων, καθώς και στην αντιμετώπιση της τρομοκρατίας και της πειρατείας. Επιπλέον, σε στρατιωτικό επίπεδο προβλέπεται η συνεργασία στους τομείς των εξοπλισμών και της αμυντικής τεχνολογίας, της κοινής εκπαίδευσης στρατιωτικού προσωπικού και της διεξαγωγής ασκήσεων έρευνας και διάσωσης».
Σε γραπτή δήλωσή του για την αμυντική συμφωνία μεταξύ Κύπρου και Γαλλίας, ο υπουργός Αμυνας της Κύπρου Χαράλαμπος Πετρίδης επισήμαινε την Πέμπτη ότι η συμφωνία με τη Γαλλία, η οποία τίθεται σε άμεση ισχύ μετά την επικύρωσή της από τα Κοινοβούλια των δύο χωρών, έχει ως στόχο τη διασφάλιση της ειρήνης και της σταθερότητας, αλλά και τη συνεργασία για αντιμετώπιση των σύγχρονων προκλήσεων.
Σε όλες τις πτυχές λαμβάνονται υπόψη οι υφιστάμενες συμφωνίες μεταξύ των δύο χωρών και τα κοινά συμφέροντα στο πλαίσιο της κοινής πολιτικής ασφάλειας και άμυνας της Ε.Ε. και επιβεβαιώνεται η υποστήριξη προς τους σκοπούς και τις αρχές της Χάρτας των Ηνωμένων Εθνών.
Βρoντερό «όχι» από 80 προσωπικότητες της χώρας
Τον τίτλο «Η Κύπρος δεν κείται μακράν» έχει γραπτή δήλωση που υπογράφουν πάνω από 80 προσωπικότητες της χώρας, μεταξύ των οποίων ακαδημαϊκοί, απόστρατοι αξιωματικοί, νομικοί, ιατροί και δημοσιογράφοι.
Το κείμενο που προέκυψε ως πρωτοβουλία καθηγητών του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης αφορά την προσπάθεια της Τουρκίας να χωρίσει τον Ελληνισμό στα δύο, καλώντας σε διαπραγματεύσεις τη χώρα μας. «Σε κάθε περίπτωση ωστόσο», συνεχίζει, «θεωρούμε αδιανόητη οποιαδήποτε διαπραγμάτευση Τουρκίας και Ελλάδας, όσο η πρώτη συνεχίζει τις παράνομες ενέργειες εις βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας – επιπλέον της κατοχής φυσικά. Τυχόν τέτοια επιλογή από πλευράς Ελλάδας θα συνιστά εγκατάλειψη της Κύπρου και μη εκπλήρωση έστω και των ελαχίστων υποχρεώσεων της Ελλάδας προς την Κύπρο και προς το Διεθνές Δίκαιο».
Οι υπογράφοντες -ουσες τη δήλωση καταλήγουν: «Σε αυτό το πλαίσιο θεωρούμε ατυχείς τις δηλώσεις του συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας του πρωθυπουργού, ο οποίος ούτε λίγο ούτε πολύ δήλωσε ότι άλλο “Barbaros” και άλλο “Oruc Reis”, “φωτογραφίζοντας” αποδοχή από πλευράς ελληνικής κυβέρνησης των νέων τουρκικών τετελεσμένων επί της κυπριακής ΑΟΖ. Οι δηλώσεις αυτές είναι απαραίτητο να ανασκευαστούν άμεσα και χωρίς να δημιουργείται η παραμικρή αμφιβολία ως προς τις ελληνικές προθέσεις».