«Πρεμιέρα» κάνει σήμερα το πρόγραμμα «Συν-Εργασία», που επιτρέπει στις επιχειρήσεις, για διάστημα 4 μηνών, να προβαίνουν σε μείωση του χρόνου εβδομαδιαίας εργασίας (μέχρι και 50%) για μέρος ή το σύνολο των εργαζομένων τους.
Βασικός όρος για να μπορεί μια επιχείρηση να εντάξει τους εργαζομένους της στον εν λόγω μηχανισμό έως και τα μέσα του ερχόμενου Οκτωβρίου είναι να είχε μείωση τζίρου τουλάχιστον 20% τον Μάρτιο – Απρίλιο του 2020, σε σχέση με το αντίστοιχο δίμηνο του 2019. Αυτό ισχύει είτε η επιχείρηση ανήκει σε πληττόμενο κλάδο είτε όχι.
Όποια επιχείρηση, όμως, «ενταχθεί» στη «Συν-Εργασία» δεν μπορεί να μετατρέψει τη σύμβαση απασχόλησης του «εργαζόμενου» μισθωτού, ούτε να τον απολύσει για το διάστημα ένταξής του στον εν λόγω μηχανισμό. Το μέτρο θα μπορεί να εφαρμόζεται και συνδυαστικά με τις αναστολές συμβάσεων.
Στους πλήρως απασχολούμενους εργαζόμενους των επιχειρήσεων θα καταβάλλεται οικονομική ενίσχυση 60% επί των καθαρών αποδοχών τους, οι οποίες αντιστοιχούν στον χρόνο κατά τον οποίον δεν θα απασχολούνται. Αυτό σημαίνει ότι, όπως η «δημοκρατία» αποκάλυψε στις 21 Μαΐου, οι μισθωτοί αυτοί θα έχουν απώλεια 20% επί του μηνιάτικού τους.
Για παράδειγμα, μισθωτός που λαμβάνει 850 ευρώ μεικτά (707 ευρώ καθαρά) αν εργαστεί τον μισό χρόνο του μήνα, από τον εργοδότη θα λάβει 355,5 ευρώ. Από την ισόποση απώλεια το κράτος θα καλύψει 212,1 ευρώ. Συνολικά θα λάβει 565,6 ευρώ, άρα το 80% του κανονικού του μισθού.
Μόνο στις περιπτώσεις που οι καθαρές αμοιβές θα υπολείπονται του κατώτατου μισθού των 650 ευρώ, η διαφορά θα καλύπτεται εξ ολοκλήρου. Στην περίπτωση αυτή, ο εργοδότης θα αποδίδει μόνο τις εισφορές επί του ονομαστικού μισθού.
Η επιχείρηση οφείλει να καταβάλει τις εισφορές που αντιστοιχούν στον αρχικό -προ μείωσης- μεικτό μισθό του. Από 15 Ιουνίου μέχρι και 31 Ιουλίου, το Δημόσιο θα καταβάλει το 60% των εργοδοτικών – ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων για τον χρόνο που αυτοί δεν εργάζονται, ως ένα επιπλέον κίνητρο για τις επιχειρήσεις που θα ενταχθούν στον μηχανισμό. Από 1η Αυγούστου έως και 15 Οκτωβρίου, οι εργοδότες υποχρεούνται να καλύπτουν το 100% των ασφαλιστικών εισφορών, εργατικών και εργοδοτικών, υπολογιζόμενων επί του αρχικού ονομαστικού μισθού του εργαζομένου.
Στο πλαίσιο του μηχανισμού καταβάλλεται από το κράτος και αναλογία του επιδόματος αδείας και του δώρου Χριστουγέννων, υπολογιζόμενα επί της συμμετοχής του στις μειωμένες αποδοχές.