Ο τόπος έχει ανάγκη καλύτερες υπηρεσίες Υγείας, όχι νέα δίκτυα διαπλοκών πολιτικής – αγοράς Από τον
Μανώλη Κοττάκη
Με αφορμή τον θόρυβο που ξέσπασε μετά την προγραμματική εξαγγελία του αρχηγού της Ν.Δ. Κυριάκου Μητσοτάκη για συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στα νοσοκομεία, είμαστε υποχρεωμένοι να επισημάνουμε τα εξής: Ο ΣΥΡΙΖΑ εκποίησε τα περιφερειακά αεροδρόμια. Σε ιδιώτη. Ο ΣΥΡΙΖΑ πούλησε την πλειοψηφία του ΟΛΠ. Σε ιδιώτη. Ο ΣΥΡΙΖΑ εκποίησε αντί πινακίου φακής τα τρένα. Σε ιδιώτη . Ο ΣΥΡΙΖΑ ανέθεσε στο ΤΑΙΠΕΔ να πουλήσει όλα τα λιμάνια της χώρας και τη ΔΕΗ μετά τις εκλογές. Σε ιδιώτη (οι συμβάσεις δεν θα περάσουν καν προς έγκριση από τη Βουλή). Τα πτυχία των ξένων πανεπιστημίων, των οποίων τα επαγγελματικά δικαιώματα αναγνώρισε προσφάτως ο ΣΥΡΙΖΑ με τροπολογία Γαβρόγλου, στην Ελλάδα απονέμονται. Από ιδιώτη. Τα έργα που περιλαμβάνει ο ΣΥΡΙΖΑ στο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων πραγματοποιούνται με τη μέθοδο των ΣΔΙΤ, δηλαδή συμπράξεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Επί της αρχής, λοιπόν, τίθεται ένα ερώτημα: Τι μύγα τσίμπησε την Αριστερά των Μνημονίων και τον κύριο Τσίπρα τώρα που η Ν.Δ. θέτει μετά πάσης επισημότητος το ζήτημα της συνεργασίας δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στον τομέα της Υγείας; Ειπώθηκε κάτι τρομερό; Συνέβη κάτι τρομερό; Κάτι που δεν έχει ξανακούσει; Στη Ρουμανία ελληνικές ιδιωτικές επιχειρήσεις έχουν αναλάβει με τη μέθοδο του outsourcing τις μονάδες τεχνητών νεφρών των δημόσιων νοσοκομείων και έχουν σώσει κόσμο. Το ζήτημα εν προκειμένω λοιπόν δεν είναι αν στον 21ο αιώνα μπορεί ένας ιδιώτης να συνεργαστεί με έναν κρατικό φορέα. Αυτά έχουν λυθεί μετά την πτώση του υπαρκτού και έχει δίκιο ο Μητσοτάκης να αγανακτεί που δεν τον καταλαβαίνουν. Αλλα είναι τα ζητήματα. Τα κωδικοποιώ: Μέχρι ποίου σημείου επιτρέπεται η συνεργασία του κράτους με τον ιδιώτη όταν αφορά λειτουργίες του σκληρού πυρήνα του; Επιτρέπεται ένας τομέας, είτε αυτός είναι η δημόσια Υγεία είτε η καθαριότητα των δήμων, να ανατίθεται σε έναν δύο παίκτες ή μήπως ανοίγουν θέματα ολιγοπωλίου και κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης; Ποιες είναι οι επιπτώσεις της συνεργασίας δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στις εργασιακές σχέσεις του προσωπικού των ΝΠΔΔ; Επειδή νομοθετούμε για το μέλλον και όχι μόνο για το παρόν, οφείλουμε να έχουμε υπόψη μας τους δυνητικούς κινδύνους μέλλοντος. Το πρώτο ζήτημα συνδέεται με το δεύτερο. Είναι άλλο πράγμα να ανοίξει η αγορά και να μπουν όλοι στο παιχνίδι και άλλο να συνεργαστούν με τα δημόσια νοσοκομεία ένας δύο ισχυροί παίκτες της ιδιωτικής Υγείας μόνον.
Στην πρώτη περίπτωση η ελευθερία της επιλογής οδηγεί σε αυτό που ονομάζουμε κοινωνικό φιλελευθερισμό. Σε όφελος για τον πολίτη. Το κράτος θέτει τους κανόνες και είναι ο ρυθμιστής. Στη δεύτερη περίπτωση όμως μιλάμε για την εξάρτηση δημόσιων νοσοκομείων από το ολιγοπώλιο και για τη διαπλοκή κυβερνήσεων και κομμάτων με τους επιχειρηματίες στη βάση γνωστών μεθόδων. Το αυτό ισχύει και για τις αναθέσεις της καθαριότητας σε ολιγοπώλια ιδιωτών. Το θέλουμε; Δεν το θέλουμε. Το θέμα δεν είναι λοιπόν να συζητήσουμε αν θέλουμε τη συνεργασία ιδιώτη με το κράτος, αλλά πάνω σε ποια βάση. Κατά μείζονα λόγο αυτό ισχύει και για το προσωπικό των δημόσιων νοσοκομείων. Ιατροί και νοσηλευτές σήμερα είναι ή-ρω-ες. Τούτο σημαίνει πως τυχόν διάθεσή τους σε ιδιωτική εταιρία πρέπει να γίνεται με τους αυτούς γλίσχρους μισθούς των 1.200 ευρώ για ιατρούς και 800-900 ευρώ για τους νοσηλευτές και όχι βεβαίως με μισθούς πρώην ανατολικών χωρών. Διότι οι μισθοί που δίδουν ιδιωτικές εταιρίες στα Βαλκάνια για συνεργασία με δημόσια νοσοκομεία είναι της τάξεως των 200-300 ευρώ το πολύ. Αν αυτό συνέβαινε στην Ελλάδα, όποιος διανοούνταν να το κάνει θα οδηγούσε το σύστημα σε κατάρρευση. Το μέγα θέμα λοιπόν -ανακεφαλαιώνω- είναι να κατοχυρωθεί η ελευθερία της επιλογής παρόχου υγείας και να αποτραπεί το ολιγοπώλιο.
Στην πρώτη περίπτωση μέγας κερδισμένος θα είναι, όπως σωστά τόνισε ο Μητσοτάκης, ο ασφαλισμένος. Στη δεύτερη περίπτωση (έπειτα από χρόνια) τα προγράμματα των κομμάτων θα τα γράφουν οι διαθέτοντες τη δεσπόζουσα θέση χρηματοδότες τους, τις δε τιμές των υπηρεσιών Υγείας θα τις ορίζουν εκβιαστικά τα ολιγοπώλια. Ναι λοιπόν επί της αρχής, σωστή η διάκριση κρατικού-δημοσίου που κάνει ο Κυριάκος, αλλά προσοχή στη νομοθέτηση. Ο τόπος έχει ανάγκη καλύτερες υπηρεσίες Υγείας, όχι νέα δίκτυα διαπλοκών πολιτικής – αγοράς.