Κάποιοι ηλίθιοι πανηγύρισαν στην Αθήνα τη δεύτερη χρεοκοπία της Αργεντινής, ονομάζοντάς τη δικαίωση (προφανώς των κόπων τους, που μας έσυραν στο Μνημόνιο…).
Αυτοί οι ηλίθιοι ξέχασαν να πουν ότι αυτή τη φορά η Αργεντινή δεν ξέμεινε από ρευστό, αλλά αποφάσισε να αθετήσει τις υποχρεώσεις της προς κάποιους κερδοσκόπους νταβατζήδες, που επέμεναν να πάρουν πίσω τα δανεικά στο ακέραιο. Καμία πολιτισμένη χώρα δεν θα χρεοκοπούσε σήμερα για μερικές εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ. Απλά η κυβέρνηση της Kριστίνα Φερνάντεζ Κίρχνερ αποφάσισε ότι θα δώσει το μήνυμα «είτε συμμετέχετε στο “κούρεμα” είτε δεν παίρνετε δεκάρα τσακιστή».
Αυτό ακριβώς το μήνυμα απέφυγε να δώσει στα αρπακτικά των αγορών ο πρώην πρωθυπουργός και πρώην υπάλληλος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Λουκάς Παπαδήμος, όταν τον Μάιο του 2012 ήρθε η ώρα να πληρωθεί το «ακούρευτο» ομόλογο του διαβόητου vulture fund Dart Management. Με δικαιούχο τον Κένεθ Ντaρτ, έναν αλητήριο του διακρατικού τζόγου, που ζει μόνιμα στα νησιά Κέιμαν και κυκλοφορεί διεθνώς με διπλωματικό διαβατήριο ως επίτιμος πρόξενος τoυ μικροσκοπικού φορολογικού παραδείσου της Καραϊβικής, γνωστού με το όνομα Δημοκρατία του Μπελίζε…
Με εισήγηση, λοιπόν, του εθνοσωτήρα Παπαδήμου και ακέραιη ευθύνη των Σαμαρά, Βενιζέλου το ελληνικό κράτος αποπλήρωσε στο ακέραιο αυτόν τον σαλταδόρο, κάνοντάς τον να τρίβει τα χέρια του, και όλους τους άλλους που συμμετείχαν εθελοντικά στο PSI, κυρίως όμως τις ελληνικές τράπεζες και τα ασφαλιστικά ταμεία, να αισθάνονται αυτοί με τη σειρά τους ηλίθιοι.
Η Αργεντινή αντίθετα αποφάσισε να αφήσει αυτόν τον τύπο και το παρεάκι του, τον αδίστακτο Αμερικανό «γύπα», Πολ Σίνγκερ, των Elliot Associates, στα κρύα του λουτρού: 1,33 δισ. ζητούσαν, 539.000.000 τους έδινε το Μπουένος Αϊρες για να ξοφλήσουν μια και καλή. Οι μάγκες δεν τα πήραν και θα ξανατρέχουν στα δικαστήρια, όμως η Αργεντινή γλίτωσε αυτή τη φορά τα δικά της δικαστήρια από το 91% των δανειστών που είχαν δεχτεί να συμμετάσχουν στο «κούρεμα» και είναι βέβαιο ότι θα την κυνηγούσαν σε περίπτωση που πλήρωνε στο ακέραιο τους Νταρτ και Σίνγκερ.
Για χρεοκοπία επιλογής μιλάμε επομένως (εξ ου και ο όρος selective default) και όχι για αυτή στην οποία θα είχε περιέλθει η Ελλαδάρα του success story μέσα στον Αύγουστο έτσι και δεν είχε αντλήσει κακήν κακώς 4,5 ζεστά δισ. σε δύο δόσεις από τις αγορές.
Ασφαλώς η Αργεντινή δεν θα περάσει καλά γι’ αυτό της το αντάρτικο. Ούτε τώρα όμως περνάει πολύ καλύτερα. Και εν πάση περιπτώσει στην αντίληψη της κυβέρνησης της Κριστίνα Φερνάντεζ φαίνεται πως προέχουν μείζονα ζητήματα εθνικής αξιοπρέπειας. Αν ένα κράτος είναι βορά σε ξένα αρπακτικά που επιχειρούν να αρπάξουν και περιουσιακά του στοιχεία ανά τον κόσμο (θυμηθείτε την περίφημη εκπαιδευτική φρεγάτα «Libertad» που επιχείρησε να κατάσχει στην Γκάνα ο «δανειστής» Σίνγκερ, αλλά το «γυμνάσιο» κράτησε μόνο 70 μέρες, έως ότου το πλοίο επιστρέψει πανηγυρικά στην Αργεντινή), δεν μπορεί να λέγεται ελεύθερο, ανεξάρτητο και κυρίαρχο. Οπότε τελειώνει η κουβέντα και πάμε για μπάνιο…
Η Ελλάδα, αν και σε χειρότερη μοίρα από την Αργεντινή, όπως παραδέχεται και η προσφιλής μας BlackRock, έχει αποφύγει μέχρι τώρα το «κρασάρισμα» λόγω δημοσίων σχέσεων με τους ξένους κερδοσκόπους (οι οποίες καλλιεργούνται με το αζημίωτο), κυρίως όμως λόγω της ανοχής των Γερμανών, οι οποίοι προσφυώς μας αφήνουν μιαν ανάσα πριν από τον πνιγμό και ξαναρχίζουν τις… πατητές μήπως και προσαρμοστούμε στην αμφίβια διαβίωση, όπως τα ποντίκια των υπονόμων.
Προσοχή όμως. Η αμοιβαία συμπάθεια κάποιων τροφίμων του Μαξίμου με μάνατζερ και εκπροσώπους μεγάλων hedge funds (του τύπου «γεια σου, Σταύρο μου, καλημέρα, σας κύριε Πρεμ») ούτε εγγυήσεις προστασίας προσφέρει ούτε πάει μακριά τη βαλίτσα. Οι ξένοι μανατζαρέοι αναφέρονται σε μετόχους. Και αν οι μέτοχοι μια ωραία μέρα πάψουν να πείθονται από το ελληνικό θαύμα, δεν τους κρατάει εδώ ούτε ο ήλιος της Σαντορίνης ούτε ο καλός καφές στο ισόγειο του Μαξίμου.
Προς το παρόν αυτοί που έχουν πιστέψει στο ελληνικό hot story είναι αμιγώς κερδοσκόποι. Και ιδιαίτερα επιθετικοί, όπως η Third Point του ακριβοθώρητου Ντάνιελ Λεμπ, που έβγαλε μισό δισ. ευρώ έχοντας έγκαιρη ενημέρωση για το buy back των ελληνικών ομολόγων.
Οι συντηρητικοί και θεσμικοί επενδυτές κοιτάνε ακόμη τη χώρα μας με τα κιάλια. Αρα εδώ υπάρχει ένα πρόβλημα βιωσιμότητας του greek story. Οι κερδοσκόποι έχουν χρήμα, αλλά θέλουν να το δουν να πολλαπλασιάζεται. Εντός… εύλογου χρονικού διαστήματος. Πολλή υπομονή δεν έχουν.
Επομένως, τους είναι αδιάφορο αν η κυβέρνηση περνάει πολυνομοσχέδια με ταχύτητα πολυβόλου και αν το επόμενο ραντεβού του Γκίκα με τον Τόμσεν θα γίνει στο Παρίσι, στις Κάννες, στο Μόντε Κάρλο ή στα Ανω Πετράλωνα.
Αυτοί οι λίγοι που έχουν μπει στο κόλπο θέλουν γρήγορες υπεραξίες. Στις τράπεζες, στο Χρηματιστήριο, στα ομόλογα και στις επενδύσεις ακινήτων. Κι όσο αυτά δεν έρχονται τόσο μπαίνουν σε δεύτερες σκέψεις.
Ακούγεται ότι η έξοδος του Ελληνικού Δημοσίου αλλά και των συστημικών τραπεζών στις αγορές προς άντληση κεφαλαίων στοίχισε κάπου 250.000.000 ευρώ σε προμήθειες προς τους λεγόμενους «αναδόχους» που εξασφάλισαν την προσέλκυση επενδυτών. Με τέτοιες προμήθειες και το Ισλαμικό Χαλιφάτο του Ιράκ θα μπορούσε να κάνει μια δανειακή αρπαχτή δύο τρία δισ. Μόνο που η υπόθεση δεν θα είχε συνέχεια.
Το ερώτημα είναι λοιπόν αν η ελληνική έξοδος στις αγορές που έμεινε… κουτσή στο πιο πρόσφατο εγχείρημα θα έχει συνέχεια. Αυτό θα εξαρτηθεί ασφαλώς και από την έκβαση των φθινοπωρινών stress tests στις τέσσερις συστημικές τράπεζες, που θα κρίνουν το ύψος της απαιτούμενης χρηματοδότησής τους.
Αν προκύψει κενό μεγαλύτερο των πέντε δισ., σημαίνει ότι το μαξιλαράκι του TXΣ θα κάνει φτερά και η Ελλάδα θα υποχρεωθεί να προσφύγει εκ νέου σε διακρατικό δανεισμό (τρίτο Μνημόνιο).
Αυτό προβλέπουν οι επιστήμονες στο Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, που εις πείσμα άλλων υπεραισιόδοξων προγνώσεων επιμένουν να καταγράφουν την οικονομική κατάσταση στις πραγματικές της διαστάσεις.
Αλλά σε αυτό προσβλέπουν και οι Γερμανοί «φίλοι» μας, ώστε να μπορούν να μας ελέγχουν στο διηνεκές. Η Ελλάδα δεν θα γίνει Αργεντινή, αλλά γερμανικό προτεκτοράτο για να απλώνει την κοιλιά του ο Φούχτελ και να λιάζει την ξανθοκόκκινη κόμη του ο Ράιχενμπαχ…
Γιώργος Χαρβαλιάς