Μπορούμε να ξεκινήσουμε με μια υπόθεση. Το 2016 η Ελλάδα όχι μόνο θα έχει βγει από τα Μνημόνια, αλλά θα έχει δρομολογηθεί η ανασυγκρότησή της με διεθνικούς όρους και με στρατηγικό ορίζοντα το 2050-2060. Για ποια Ελλάδα θα μιλάμε; Για την Ελλάδα του ευρωγερμανικού μονόδρομου; Για μια χώρα με υψηλό ΑΕΠ και διεθνές προφίλ στις επενδύσεις και τη λειτουργία της; Για τη μητρόπολη της παγκόσμιας ναυτιλίας και του εφοπλισμού στη νότια Ευρώπη και τη Μεσόγειο, σε «τριγωνική σχέση» με το Σίτι του Λονδίνου και τη Γουόλ Στριτ της Νέας Υόρκης; Για μια περιοχή της Ευρώπης με ήπια ανάπτυξη βασισμένη σε μεγάλες φάρμες βιολογικής καλλιέργειας και κτηνοτροφίας, με αλιευτικούς στόλους και ιχθυοκαλλιέργειες εντός και εκτός συνόρων, αυξημένου τουρισμού και μόνιμης εγκατάστασης εύπορων συνταξιούχων από ολόκληρη την Ευρώπη και την Ανατολή; Με «κυψέλες» σύγχρονων τεχνολογιών, σε συγκρότηση Silicon Valley σε ολόκληρη την αποκεντρωμένη επικράτεια;
Αν ζητούσαμε από τους Ελληνες να απαντήσουν με ψηφοφορία ποιο θα θέλανε να είναι το μέλλον τους, οι απαντήσεις θα ήταν συγκεχυμένες. Θα έμοιαζε στο τέλος το αποτέλεσμα σαν «λευκή ψήφος». Αυτό είναι λογικό. Η εθνική στρατηγική που αφορά το μέλλον μιας χώρας δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο συλλογικής απόφασης κατά πλειοψηφία, ούτε στις δημοκρατίες. Για τον λόγο αυτό η τύχη των εθνών και των λαών εξαρτάται από την ύπαρξη, τις δυνατότητες και την ενάργεια των λεγόμενων ελίτ τους.
Ο πρωθυπουργός Α. Σαμαράς πήγε την Τρίτη στο υπουργείο Οικονομικών, ελάχιστες ώρες μετά το τέλος των διαπραγματεύσεων του οικονομικού επιτελείου με την τρόικα, και πανηγύρισε μια «πρώτη νίκη» στον «πόλεμο» που ξεκίνησε με την κατοχή της χώρας από την Υπατη Αρμοστεία της Ευρώπης και του ΔΝΤ. «Επέστρεψε» μάλιστα και 500.000.000 ευρώ στους οικονομικά πλέον μειονεκτούντες. Ας μη μείνουμε, στην παρούσα φάση, αν αυτό που είπε ο Σαμαράς είναι έτσι ή όχι. Ας αποδεχθούμε ότι η Ελλάδα σήμερα βρίσκεται κατ΄ αναλογία με την περίοδο του τέλους της προηγούμενες Γερμανικής Κατοχής. Στο 1943-1944, χωρίς μάλιστα να κινδυνεύει από τον Εμφύλιο του 1945-1949, όπως τότε.
Τι έχουμε σήμερα; Το σύστημα της «κλεπτοκρατίας» και της «Κεντροαριστεράς» που είχε την ηγεμονία πολιτικά, θεσμικά,οικονομικά, ιδεολογικά, πολιτιστικά τα προηγούμενα 35 χρόνια. Με επίκεντρο και «κέντρο βάρους» το ΠΑΣΟΚ δέσποζε σε όσα συνέβησαν από την ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ το 1980 ως την τελική κατάρρευσή της εντός της ΟΝΕ το 2010. Σήμερα, με τη συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων να αποστρέφεται την Κεντροαριστερά και την ολιγαρχία της διαπλοκής, που δημιούργησε από κρατικοδίαιτους επιχειρηματίες, τραπεζίτες, εκδότες, κομματικούς κομισάριους – μεταπράτες, το ΠΑΣΟΚ τελείωσε!
Δεν θα υπάρξει επόμενη κομματική μέρα για τη δεσπόζουσα πολιτική δύναμη της Μεταπολίτευσης. Από την άλλη, παραμένουν ισχυροί, αν και κλονισμένοι, οι «γηραλέοι άπληστοι» της διαπλοκής, που θέλουν να δημιουργήσουν μια νέα Κεντροαριστερά και μια εξαρτώμενη, συμπληρωματική σε αυτήν, «μεσαιοχωρίτικη» Κεντροδεξιά. Επιχειρούν με τις «Ελιές» και τα «Ποτάμια» να χειραγωγήσουν επιπλέον τον μετακουμμουνιστικό ΣΥΡΙΖΑ και να δημιουργήσουν τα δεδομένα της εξουσίας για την ολική επαναφορά τους στην εξουσία με την αποχώρηση της τρόικας. Είναι ένα σύστημα «ιδιωτών» που εξακολουθούν να μην ενδιαφέρονται, ούτε κατ’ ελάχιστο, για το δημόσιο συμφέρον.
Από την άλλη, η Ν.Δ. αποτελεί πλέον ένα κομματικό «κέλυφος» πολιτικού αναχωρητισμού. Με έλλειψη δυναμικής, ιδεών, δομών και νεωτερισμών ολόκληρη η επονομαζόμενη «γαλάζια πολυκατοικία» και όχι μόνον η Ν.Δ. κείτεται ερειπωμένη, κυριαρχούμενη από αρουραίους και αλιγάτορες. Περιμένει ουσιαστικά την οριστική λύση για την «εκκαθάρισή» της. Η Δεξιά ύστερα από πάρα πολλές δεκαετίες θα πρέπει να οργανωθεί, να συγκροτήσει ελίτ και σχέδιο, που θα απαντά στα υπαρξιακά ερωτήματα για το έθνος, και να αναλάβει με παρρησία την ανοικοδόμηση της χώρας.
Μενέλαος Τασιόπουλος