Η πρώτη μου επαφή με τη βρετανική πολιτική κουλτούρα ήταν… ενδιαφέρουσα. Οντας στο προεδρείο του Ελληνικού Φοιτητικού Συλλόγου των πανεπιστημίων της ΒΑ Αγγλίας κατά τη διάρκεια των μεταπτυχιακών μου σπουδών ενημερώθηκα ότι το ψευδοκράτος στην Κύπρο κυκλοφορούσε περιοδικό σε πανεπιστημιακούς και μη χώρους τιτλοφορώντας το με τον ανυπόστατο τίτλο «Turkish Republic of Northern Cyprus». Ως σύλλογος κινηθήκαμε άμεσα. Στείλαμε επιστολές σε όλα τα πανεπιστήμια της περιοχής, στα δημοτικά συμβούλια και στους τοπικούς βουλευτές, ενημερώνοντάς τους για το ότι ένα τέτοιο περιοδικό δεν μπορεί να κυκλοφορεί με αυτό τον ανυπόστατο τίτλο.
Μέσα σε λίγες ημέρες οι πρυτανικές Αρχές απάντησαν, ευχαριστώντας μας για την ενημέρωση και υποσχόμενες ότι θα πάρουν τα κατάλληλα μέτρα. Το έκαναν. Το ίδιο και τα δημοτικά συμβούλια, που δεσμεύτηκαν ότι θα λάβουν τα απαραίτητα μέτρα στις δημοτικές βιβλιοθήκες. Το έκαναν κι αυτά. Η έκπληξη ήταν όμως τεράστια για όλους μας όταν λάβαμε από τους βουλευτές επιστολές που μας ανέλυαν τις θέσεις τους, μας ευχαριστούσαν για την ενημέρωση και πολλοί εξ αυτών… ζητούσαν συνάντηση. Προερχόμενοι από ένα κατεξοχήν κομφορμιστικό πολιτικό σύστημα, που ο Ελληνας βουλευτής αντιμετωπίζεται από την κοινωνία το λιγότερο ως ημίθεος, το ότι λάβαμε απαντητικές επιστολές φάνταζε τουλάχιστον εξωπραγματικό. Πολύ αργότερα συνειδητοποίησα ότι θεωρείται ατόπημα για το σύνολο του δυτικού πολιτικού κόσμου -πλην ασφαλώς των Βαλκανίων, αφού… εδώ δεν είναι παίξε γέλασε, αλλά ο τόπος όπου άνθησε ο βαλκανομπααθισμός- να λάβει επιστολή από πολίτη και να μην απαντήσει ακόμη και για το πλέον συμβατικό θέμα.
Μην πιστεύοντας ακόμα αυτό που είχε συμβεί, έκλεισα για το προεδρείο μια πρώτη συνάντηση με τοπικό βουλευτή. Περιμέναμε να τον δούμε σε κάποιο εντυπωσιακό γραφείο, με βαριά έπιπλα στο κόστος ενός ετήσιου εισοδήματος ανειδίκευτου εργάτη, να μας περιμένει με ύφος Ατλαντα, που κουβαλά στους ώμους του το βάρος του κόσμου όλου. Συναντηθήκαμε με έναν εξαιρετικά ευγενικό νέο άνδρα σε ένα λιτό γραφείο, που του είχε παραχωρήσει το δημοτικό συμβούλιο της πόλης, για να δέχεται τους πολίτες. Οχι, ο φορολογούμενος δεν του πλήρωνε επίδομα γραφείου επαρχίας! Δεν είχε συμβούλους ή γραμματείς μαζί του. Μας άκουσε με προσοχή και υποσχέθηκε ότι θα επανέλθει επί του θέματος, όπως και έκανε λαμβάνοντας ανοιχτά θέση υπέρ ημών. Οταν τελείωσε η συνάντηση, μας ρώτησε αν είχαμε κάποιο μέσο στη διάθεσή μας για να φύγουμε, διαφορετικά η αδελφή του θα περνούσε να τον έπαιρνε και δεν θα ήταν πρόβλημα να μας αφήσει στον σιδηροδρομικό σταθμό. Οχι, ο φορολογούμενος δεν του πλήρωνε αυτοκίνητα, αστυνομική συνοδεία, οδηγούς κ.ά.
Γιατί τα γράφω όλα αυτά; Γιατί το πολιτικό μας σύστημα οφείλει και πρέπει να μετεξελιχθεί εκ των βάθρων. Γιατί οι πολιτικοί μας οφείλουν και πρέπει να κατανοήσουν ότι ο ρόλος της επαφής τους με τον λαό δεν ξεκινά με την έναρξη της προεκλογικής περιόδου. Γιατί το πολιτικό μας σύστημα οφείλει να περικόψει ακόμα μεγαλύτερες δαπάνες που έχουν να κάνουν με έξοδα κίνησης, συμμετοχή σε επιτροπές κ.ά. Γιατί το πολιτικό μας σύστημα οφείλει να κατανοήσει βαθιά και όχι θεωρητικά ότι, όταν ο πανεπιστημιακός, ο δικαστικός και ο γιατρός, οι θεμέλιοι λίθοι του δυτικού αστικοφιλελεύθερου πολιτισμικού οικοδομήματος και του κοινωνικού κράτους, έχουν οδηγηθεί σε μειώσεις μισθών που ξεπερνούν το 40% των μηνιαίων απολαβών τους, τότε και οι ίδιοι οφείλουν να περικόψουν ακόμα περισσότερο τις μηνιαίες απολαβές τους και να αυξήσουν τις φορολογικές τους εισφορές προς την Πολιτεία. Γιατί, τέλος, το ελληνικό πολιτικό σύστημα οφείλει να περιορίσει τον δομικό μαξιμαλισμό του, να λύσει τις πανάκριβες γραβάτες από τον επιβλητικό κόμπο windsor και να αναδείξει έναν παραγωγικό αντικομφορμισμό που δεν θα επενδύει απλώς στο να κρατά ορθά τους τύπους και το πρωτόκολλο, αλλά θα παρεμβαίνει δημιουργικά στον πυρήνα της πολιτικής ουσίας· στην ευημερία του πολίτη και στην ενίσχυση της Ελλάδας στο διεθνές γίγνεσθαι.