Ενώ οι πολίτες αυτής της χώρας δικαίως αξιώνουν την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα, που έκλεψε ο Ελγιν και παρανόμως έχουν στην κατοχή τους οι Βρετανοί, το δικό μας κράτος είναι αυτό που αφήνει αρχαιολογικούς τόπους να ρημάξουν, παραχώνει ευρήματα με την πρόφαση της έλλειψης πόρων (ενώ υπάρχουν για φρου φρου και αρώματα και συναυλίες) και αδιαφορεί για την ανάδειξη αρχαιολογικών θησαυρών.
Η «δημοκρατία» σε πρωτοσέλιδο θέμα της ανέδειξε το ζήτημα του Μακεδονικού Τάφου του Αγίου Αθανασίου, που βρίσκεται στα… αζήτητα! Στο σχετικό άρθρο της εφημερίδας μας, μεταξύ άλλων, επισημαίνονταν τα εξής: «Ο Μακεδονικός Τάφος του Αγίου Αθανασίου, ο δεύτερος σημαντικότερος μετά τη Βεργίνα, δεν έχει καταστεί επισκέψιμος, ενώ έχει αναδειχτεί σε πάρα πολύ μεγάλο βαθμό. Παρά τις συνεχείς οχλήσεις της διοίκησης του Δήμου Χαλκηδόνας στο υπουργείο Πολιτισμού, το μνημείο δεν διαθέτει μόνιμο φύλακα, ενώ οι επισκέψεις γίνονται με… τηλεφωνικό ραντεβού».
Αυτό κι αν είναι κατάντια! Να κοροϊδεύουν οι πολιτικοί τον λαό μιλώντας διαρκώς για τη «βαριά βιομηχανία του πολιτισμού» και να χρειάζεται τηλεφωνικό ραντεβού για να επισκεφθεί κάποιος τον Μακεδονικό Τάφο του Αγίου Αθανασίου.
Η αδιαφορία για τον αρχαίο πολιτισμό μας δεν είναι νέα νόσος. Πριν από λίγες ημέρες έκανε αίσθηση η συνέντευξη της αρχαιολόγου Λιάνας Σουβαλτζή στην «κυριακάτικη δημοκρατία» (φύλλο της 3ης Φεβρουαρίου 2019), η οποία ουσιαστικά θεωρεί ότι η κυβέρνηση Σημίτη υπονόμευσε τις ανασκαφικές προσπάθειές της για να βρει τον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου και τελικά, με αυτόν τον τρόπο, διευκολύνθηκε το πρόσφατο ιστορικό ξεπούλημα του ονόματος της Μακεδονίας με την κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών από τη Βουλή.
Σε όλα τα ζοφερά που αναφέρθηκαν προηγουμένως αξίζει να προστεθούν η ύποπτη συμπεριφορά των Αρχών όσον αφορά τον Τύμβο της Αμφίπολης και η οικτρή εικόνα που παρουσιάζουν πολλοί αρχαιολογικοί χώροι και μουσεία.
Είναι πικρό, αλλά αληθινό: το ελληνόφωνο κράτος είναι ένας από τους ισχυρότερους και αποτελεσματικότερους αντιπάλους του Ελληνισμού.