Ο Σόιμπλε ήταν ένας ορκισμένος εχθρός και θανάσιμος κίνδυνος για την Ελλάδα. Το σκέλος του κινδύνου κάπως ξεπεράστηκε, με την απομάκρυνση από τη θέση του. Το ζήτημα της αρρωστημένης εχθρότητας, όμως, εκείνος δεν το έχει ξεπεράσει.
Στον Σόιμπλε, όσο ήταν υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, άρεσε να σφίγγει τη θηλιά γύρω από τον λαιμό του ταλαιπωρημένου λαού μας και ταυτόχρονα να ειρωνεύεται τα θύματά του. Λίγοι θα ξεχάσουν το «λυπάμαι τους Ελληνες» που είπε τον Ιούνιο του 2017. Ακόμα λιγότεροι θα λησμονήσουν πόσα υπέστησαν από την πολιτική που άσκησε την περίοδο που κορυφωνόταν η μνημονιακή θύελλα, η οποία σάρωσε και συνεχίζει να σαρώνει την πατρίδα μας.
Τώρα, έχοντας τη διακοσμητική θέση του προέδρου της γερμανικής Βουλής, προσπαθεί να προκαλέσει πάλι τον ελληνικό λαό μιλώντας υποτιμητικά και εμμένοντας πεισματικά στις θέσεις του, τις οποίες χαρακτηρίζει και… ευμενείς προς την Ελλάδα!
Σε συνέντευξη που παραχώρησε ο Σόιμπλε στην Deutsche Welle είπε μεταξύ άλλων: «Η κατηγορία στο Κοινοβούλιό μου ήταν ότι ήμουν υπερβολικά γενναιόδωρος προς την Ελλάδα. Και αυτό αληθεύει, αφού οι Ελληνες δεν τηρούσαν τους κανόνες. Ωστόσο όλα αυτά τα κάναμε με τον σωστό τρόπο». Τώρα, που φαίνεται να διαφεύγουμε τον κίνδυνο και να εξερχόμαστε από μια μακρά περίοδο κρίσης, ο Σόιμπλε επανήλθε κακολογώντας την Ελλάδα.
Είναι ηλίου φαεινότερον ότι αποπειράται να πάρει μια μορφή «ρεβάνς» από τους Ελληνες – έστω λεκτική, έστω εκ των υστέρων. Η όλη συμπεριφορά του δείχνει ότι το πρόβλημά του δεν είναι πολιτικό ούτε καν εθνικό. Το δηλητήριο που χύνει σε κάθε ευκαιρία για την Ελλάδα υποδηλώνει ότι αυτό το μένος έχει προσωπική υφή και χαρακτήρα.
Σε κάθε περίπτωση τα κίνητρα ενός εμπαθούς ανθρώπου δεν αφορούν κανέναν εκτός από τους… ειδικούς. Αυτό που ενδιαφέρει όλους είναι ότι οι προσωπικές εμπάθειες, τα απωθημένα, οι ανοιχτές πληγές του παρελθόντος και άλλα δυσεπίλυτα μπορεί να επηρεάσουν όχι μόνο την ψυχική ευστάθεια ενός προσώπου, αλλά να προκαλέσουν αχρείαστες κρίσεις και έριδες σε μια ολόκληρη ήπειρο.