Οταν έπεφτε το μαύρο στην ΕΡΤ, προ τετραετίας, προκαλώντας γενικές αντιδράσεις και παρ’ ολίγον την πτώση της τότε κυβέρνησης, ουδείς λογικός άνθρωπος μπορούσε να προβλέψει ότι η επαναλειτουργία της θα είχε χαρακτηριστικά όπως τα σημερινά…
Ανέκαθεν, βέβαια, η δημόσια τηλεόραση λειτουργούσε στην πραγματικότητα ως όργανο της εκάστοτε κυβέρνησης. Οποιος δεν το αναγνωρίζει απλώς στρουθοκαμηλίζει. Αυτό δεν σημαίνει, όμως, ότι έπαψε να υπάρχει και η ελπίδα για μια δημόσια τηλεόραση, η οποία θα σέβεται τον ρόλο της, θα είναι ανταγωνιστική προς τα ιδιωτικά κανάλια αλλά ταυτόχρονα και ποιοτική, ενώ θα προσφέρει και επί ίσοις όροις ενημέρωση για τα πολιτικά δρώμενα. Αλλωστε δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ΕΡΤ συντηρείται από τα χρήματα που, ανεξαρτήτως κομματικής προτίμησης, καταβάλλουν όλοι οι Ελληνες φορολογούμενοι.
Τούτων δοθέντων, αυτό που συμβαίνει ειδικά τις τελευταίες ημέρες εγείρει σοβαρά θέματα. Πέραν των άλλων ατελειών και παθογενειών, οι ενημερωτικές εκπομπές της ΕΡΤ χρησιμοποιούνται ως βήμα στυγνής προπαγάνδας των ιδεοληπτικών αντιλήψεων που διατρέχουν τον σκληρό κομματικό πυρήνα του ΣΥΡΙΖΑ.
Από τα στούντιο της Αγίας Παρασκευής παρελαύνουν ο ένας μετά τον άλλον οι υπουργοί και τα κορυφαία κυβερνητικά στελέχη όχι για να μας πείσουν, όπως μέχρι πρότινος, για τους «αναγκαστικούς συμβιβασμούς» της μνημονιακής στροφής τους στην οικονομία, αλλά για να εξαπολύσουν πλέον κηρύγματα διάλυσης του κοινωνικού ιστού.
Μετά τον κ. Γαβρόγλου, ο οποίος ανενόχλητος εξηγούσε πόσο «απλό» ήταν να μην υπηρετήσει τη στρατιωτική θητεία του και ζητούσε «πολύ σοβαρές ποινές» για όσους του ασκούν κριτική, χθες ήταν η σειρά του κ. Βούτση να μετατραπεί, με όσα ανήκουστα είπε, από πρόεδρος της Βουλής σε κομματικό και ιδεολογικό ινστρούχτορα. Μάλιστα, το γεγονός ότι ο πρόεδρος της Βουλής είναι κατά το Σύνταγμα ο τρίτος πολιτειακός παράγων -μετά τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τον πρωθυπουργό- δίνει ακόμη σοβαρότερη διάσταση στο θέμα.
Αν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ επιθυμούν να αγνοούν τις θεσμικές λειτουργίες του πολιτεύματος, ας βρουν άλλους τρόπους διάδοσης των απόψεών τους. Και ας σταματήσουν να βιαιοπραγούν και αυτοί επί της (έστω, κατ’ ευφημισμόν) δημόσιας τηλεόρασης.