Η μοναδική εφημερίδα την οποία υποχρεούνται να πληρώνουν οι Ελληνες έχει εκατοντάδες συντάκτες. Περίπου 300, οι οποίοι έχουν ως βασική ενασχόλησή τους το περιεχόμενο των κειμένων που φιλοξενεί τούτο το σημαντικό έντυπο.
Αυτή είναι, φυσικά, η Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Σε ουδένα άλλο ΜΜΕ έχουν υποχρέωση οι πολίτες να συμβάλουν οικονομικά. Μόνο εθελοντική μπορεί να είναι η στήριξή τους, ανάλογα με την πολιτική, αισθητική και συναισθηματική ταύτισή τους με έκαστο ΜΜΕ.
Δυστυχώς, στην Ελλάδα της κρατικοδίαιτης επιχειρηματικότητας, που χρεοκόπησε το κράτος και αφανίζει το έθνος, υπάρχει ανοχή στο φαινόμενο της έμμεσης φορολόγησης των πολιτών υπέρ προπαγανδιστικών κέντρων που υποτίθεται ότι ασχολούνται με την «ενημέρωση» των πολιτών.
Δανειοδοτήσεις ομίλων από τις τράπεζες χωρίς να υπάρχει τίποτε αξιόλογο ως εγγύηση της αποπληρωμής των θαλασσοδανείων, εξωφρενικές διαφημιστικές δαπάνες του κράτους προς όφελος ΜΜΕ που δεν έχουν… κοινό, λειτουργία (σχεδόν αυθαίρετων) τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών σταθμών δίχως διαφάνεια και μόνιμες άδειες.
Αυτά και πολλά άλλα αποτελούν μερικά από τα μείζονα ζητήματα που απασχολούν τον χώρο των ΜΜΕ. Η «δημοκρατία» επισημαίνει συχνά αυτά τα προβλήματα και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο χώρος του Τύπου.
Εχθές, στο άρθρο με τίτλο «Media: Για ποιον χτυπά η καμπάνα» γινόταν μνεία στο νομοσχέδιο για την ανασύσταση της ΕΡΤ και το 18ο άρθρο του. Εκεί, «ο υπουργός Επικρατείας, αρμόδιος για τα ΜΜΕ Νίκος Παππάς αποκτά ξαφνικά την αρμοδιότητα να εισηγείται στη Δικαιοσύνη τη λύση μιας εταιρίας, εάν, για παράδειγμα, δεν διαθέτει το ελάχιστο κεφάλαιο που ορίζεται κάθε φορά από τον νόμο, καθώς και εάν το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων της εταιρίας είναι κατώτερο του ενός δεκάτου του μετοχικού κεφαλαίου».
Αν το δικαίωμα του υπουργού ασκηθεί ορθά και δίκαια, μπορεί να οδηγήσει σε ένα υγιέστερο, ανταγωνιστικότερο και καλύτερο ενημερωτικό τοπίο. Με ΜΜΕ που θα αποκτούν ισχύ όχι διά της… πλαγίας οδού αλλά ανάλογα με την οικονομική ευρωστία τους και την απήχησή τους στο κοινό.